Κι αν έρθει κάποτε η στιγμή να χωριστούμε, αγάπη μου,
μη χάσεις το θάρρος σου.
Η πιο μεγάλη αρετή του ανθρώπου, είναι να 'χει καρδιά.
Μα η πιο μεγάλη ακόμα, είναι όταν χρειάζεται
να παραμερίσει την καρδιά του.

Την αγάπη μας αύριο, θα τη διαβάζουν τα παιδιά
στα σχολικά βιβλία, πλάι στα ονόματα των άστρων..
Τάσος Λειβαδίτης


Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χόρχε Λουίς Μπόρχες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χόρχε Λουίς Μπόρχες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2013

Η στωική εγκαρτέρηση δεν είχε ακόμα ανακαλυφθεί κι ο Έκτορας μπορούσε να το βάλει στα πόδια χωρίς να ντροπιαστεί..Χόρχε Λουίς Μπόρχες






Δε χασομέρησε ποτέ στις απολαύσεις της μνήμης, οι εντυπώσεις γλιστρούσαν από πάνω του φευγαλέες και ζωηρές. Το κόκκινο του αγγειοπλάστη, το στερέωμα πλημμυρισμένο στ’ άστρα, που ήταν και θεότητες, το φεγγάρι απ’ όπου έπεσε ένα λιοντάρι, η γυαλάδα ενός μαρμάρου κάτω από την αργή, ευαίσθητη άκρια των δαχτύλων, η γεύση της σάρκας του αγριογούρουνου, που του άρεζε να κομματιάζει με γερές δαγκωματιές, μια φοινικική λέξη, ο μαύρος ίσκιος που ρίχνει ένα κοντάρι πάνω στην κίτρινη άμμο, το ζύγωμα της θάλασσας ή των γυναικών, το δυνατό κρασί που κόβεται η αψάδα του με το μέλι, μπορούσαν, το καθένα χωριστά κι όλα μαζί, να γεμίσουν την έκταση της ψυχής του. 

Ήξερε τι θα πει φόβος, όμως και τι θα πει θυμός και θάρρος και, κάποια φορά, σκαρφάλωσε πρώτος σ’ ένα εχθρικό τείχος. Ακόρεστος, περίεργος, ανυπόμονος, με μόνη αρχή του την απόλαυση και την αδιαφορία που έρχεται μετά, ταξίδεψε σε διάφορα μέρη και είδε, στη μια και την άλλη άκρη της θάλασσας, τις πολιτείες και τα παλάτια των ανθρώπων. 


Σε αγορές πολύβουες ή στη ρίζα ενός βουνού που η κορφή του χάνονταν στην καταχνιά και που, κάποτε, ίσως να ’ζησαν εκεί κένταυροι, άκουσε συγκεχυμένες ιστορίες που τις δεχόταν όπως δεχόταν την πραγματικότητα, δίχως να ψάχνει αν ήταν αληθινές ή φτιαχτές.


Σιγά σιγά, το σύμπαν μ’ όλη του την ομορφιά, άρχισε να τον εγκαταλείπει. 

Μια καταχνιά επίμονη σκοτείνιαζε τις γραμμές του χεριού του, η νύχτα απογυμνώθηκε από τα αστέρια της, το έδαφος έγινε λιγότερο σταθερό κάτω από τα βήματά του. Όλα απομακρύνονταν και συγχέονταν. 


Όταν κατάλαβε πως άρχισε να τυφλώνεται, έκλαψε. 


Η στωική εγκαρτέρηση δεν είχε ακόμα ανακαλυφθεί κι ο Έκτορας μπορούσε να το βάλει στα πόδια χωρίς να ντροπιαστεί. «Δεν πρόκειται» ένιωσε «ούτε τον ουρανό να ξαναδώ, γεμάτο με το μυθολογικό του δέος, ούτε τούτο το πρόσωπο που θα το μεταμορφώσουν τα χρόνια». 


Μέρες και νύχτες πέρασαν πάνω από την απελπισμένη σάρκα του. Ύστερα, ξυπνώντας ένα πρωί, κοίταξε (χωρίς φόβο πια) τα συγκεχυμένα πράγματα που τον τριγύριζαν. Ένιωσε ανεξήγητα, έτσι όπως αναγνωρίζει κανείς μια μελωδία ή μια φωνή, πως όλα αυτά του είχανε ξανασυμβεί και τα ’χε αντικρίσει έντρομος αλλά ταυτόχρονα και με χαρά, με ελπίδα και περιέργεια. Βυθίστηκε λοιπόν στη μνήμη του, που του φάνηκε απύθμενη και κατάφερε ν’ ανασύρει από αυτή του τη σκοτοδίνη, τη χαμένη του ανάμνηση, που έλαμπε σα νόμισμα στο φεγγαρόφωτο, ίσως γιατί δεν την είχε ποτέ αντικρίσει άλλη φορά εκτός, μπορεί, μέσα σε κάποιο όνειρο.


Η ανάμνηση ήταν η ακόλουθη: τον είχε προσβάλει κάποιο άλλο παιδί κι είχε τρέξει στον πατέρα του να του πει. Ο πατέρας του τον άφησε να μιλήσει, σαν να μην άκουγε ή να μην καταλάβαινε και, μετά, ξεκρέμασε από τον τοίχο ένα μπρούντζινο στιλέτο, όμορφο κι όλο δύναμη, που το παιδί μυστικά το λαχταρούσε. Τώρα το κρατούσε στα χέρια του και, η έκπληξη που ένιωσε αποχτώντας το, έσβησε την προσβολή που είχε δεχτεί. Αλλά η φωνή του πατέρα του έλεγε: Δείξε πως είσαι άνδρας κι είχε μια προσταγή αυτή η φωνή. Η νύχτα σκοτείνιαζε τα δρομάκια. Σφίγγοντας το στιλέτο, που το ’νιωθε προικισμένο με μια δύναμη μαγική, κατηφόρισε την απότομη πλαγιά που τύλιγε το σπίτι κι έτρεξε στην ακροθαλασσιά, νιώθοντας Αίαντας ή Περσέας και γεμίζοντας με πληγές και μάχες την αρμύρα της σκοτεινιάς. Η γεύση ακριβώς εκείνης της στιγμής ήταν αυτό που γύρευε και τώρα. Τα υπόλοιπα δεν τον ένοιαζαν: οι προσβολές της πρόκλησης, η άτσαλη πάλη, ο γυρισμός με τη λεπίδα ματωμένη.


Απ’ την ανάμνηση αυτή ξεπήδησε μια άλλη, που πάλι είχε να κάνει με νύχτα και με κάποια περιπέτεια που θα επακολουθούσε. Μια γυναίκα, η πρώτη που του έστειλα οι θεοί, τον περίμενε στη σκιά ενός υπόγειου και την έψαχνε μέσα σε στοές που έμοιαζαν με πέτρινα υφάδια και σε κατηφοριές που βυθιζόταν μέσα στο σκοτάδι. Γιατί τάχα ξαναγύριζαν οι αναμνήσεις αυτές και γιατί του ξανάρχονταν, δίχως πίκρα, έτσι απλά σαν να προεικόνιζαν το παρόν;


Το κατάλαβε μαζί με το τελικό σκοτάδι. Σ’ αυτή τη νύχτα που κατέβαιναν τώρα τα θνητά μάτια του, τον περίμενε ο έρωτας κι ο κίνδυνος μαζί, ο Άρης και η Αφροδίτη, γιατί διαισθανόταν κιόλας –επειδή είχε αρχίσει ήδη να τον τριγυρίζει – κάποιαν υπόνοια για δόξες και εξάμετρα, μια αίσθηση ανθρώπων που υπερασπίζονται ένα ναό που οι θεοί δεν πρόκειται να σώσουν και για καράβια μαύρα που γυρεύουν στις θάλασσες ένα αγαπημένο νησί, μια νύξη για Ιλιάδες και Οδύσσειες που του ’χε η μοίρα του να δημιουργήσει και να τις αφήσει κληρονομιά, ν’ αντηχούν μέσα στην κοίλη μνήμη των ανθρώπων. 


Όλα αυτά τα ξέρουμε, δεν ξέρουμε μονάχα το τι ένιωσε καθώς βυθιζόταν στο απόλυτο σκοτάδι.


"Ο Δημιουργός". Απόσπασμα από το ομότιτλο βιβλίο του Χόρχε Λουίς Μπόρχες. Ύψιλον - βιβλία, 1980





«Δεν γράφω για μια μικρή ελίτ που δεν την υπολογίζω, ούτε γι’ αυτό το αφηρημένο και τόσο παινεμένο πλατωνικό σύνολο που αποκαλούμε μάζα. Δεν πιστεύω σ’ αυτές τις δύο γενικότητες, τις τόσο αγαπητές στους δημιουργούς. Γράφω για μένα, για τους φίλους μου και για να απαλύνω τη ροή του χρόνου»(Μπόρχες).







Χόρχε Λουίς Μπόρχες

Ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες (1899-1986) γεννήθηκε στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής. Ήταν απόγονος αγωνιστών για τη χειραφέτηση της Αργεντινής, ενώ ο πατέρας του ήταν δικηγόρος και καθηγητής ψυχολογίας σε ξενόγλωσση παιδαγωγική σχολή. Από παιδί ακόμα ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες ήταν δίγλωσσος, αφού παράλληλα με τα ισπανικά, η αγγλόφωνη γιαγιά του τού μάθαινε να μιλά και να γράφει την αγγλική γλώσσα. Ο μικρός δήλωσε στον πατέρα του ότι ήθελε να γίνει συγγραφέας και σε ηλικία επτά χρόνων συνέταξε στα ελληνικά μια σύνοψη της ελληνικής μυθολογίας. Οκτώ χρονών γράφει το πρώτο διήγημά του, ενώ ένα χρόνο αργότερα μεταφράζει και δημοσιεύει τον "Ευτυχισμένο πρίγκιπα" του Όσκαρ Ουάιλντ. Εξαιτίας μιας πάθησης στα μάτια του, που θα τον οδηγήσει προοδευτικά σε πλήρη τύφλωση, η οικογένεια Μπόρχες εγκαθίσταται στη Γενεύη, όπου ο Χόρχε Λουίς εγκαινιάζει της λυκειακές σπουδές του και αποκτά μια υψηλού επιπέδου μόρφωση, καθώς τελειοποιεί τις γνώσεις του στην αγγλική, γαλλική και γερμανική γλώσσα. Ανακαλύπτει την εξπρεσσιονιστική ποίηση, τη γερμανική φιλοσοφία, τελειοποιεί τα λατινικά του και το 1919 εγκατεστημένος στη Μαγιόρκα της Ισπανίας ολοκληρώνει την πρώτη ποιητική συλλογή του "Οι κόκκινοι ρυθμοί" όπου είναι φανερός ο θαυμασμός για την επανάσταση των μπολσεβίκων στη Ρωσία. Η οικογένεια των Μπόρχες, έπειτα από πολλές προσωρινές διαμονές και πολλά ταξίδια στην Ευρώπη, επιστρέφει το 1921 στο Μπουένος Άιρες, όπου και θα παραμείνει. Τώρα ο Μπόρχες ανακαλύπτει τις φτωχογειτονιές της γενέτειράς του με τους compafritos ("μόρτες"), γράφει ποιήματα, διηγήματα, δοκίμια και "φαντασίες", ιδρύει διάφορα περιοδικά, παίρνει μέρος σε λογοτεχνικούς ομίλους και από το 1925, που θα δημοσιεύσει την ποιητική συλλογή "Η απέναντι Σελήνη" και τα δοκίμια "Έρευνες", θα δίνει το λογοτεχνικό "παρών" με ένα έως δύο έργα το χρόνο, μέχρι το 1985 που θα δημοσιευθεί και η τελευταία ποιητική συλλογή του, "Οι συνωμότες". Ο Μπόρχες πέθανε στις 14 Ιουνίου του 1986 στη Γενεύη και τάφηκε, σύμφωνα με την επιθυμία του, στην πόλη των εφηβικών του χρόνων, στο Μπουένος Άιρες.






Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2011

Μακάριοι όσοι ξέρουν πως ο πόνος δεν είναι στεφάνι δόξας...Jorge Luis Borges





Περικοπές από ένα απόκρυφο ευαγγέλιο

Χόρχε Λουίς Μπόρχες


3. Δυστυχισμένοι οι πτωχοί τω πνεύματι, γιατί όπως ήταν πάνω στη γη, θα είναι και κάτω απ’ τη γη.

4. Δυστυχισμένοι όσοι θρηνούν, γιατί πια απόχτησαν τη θλιβερή συνήθεια του θρήνου.

5. Μακάριοι όσοι ξέρουν πως ο πόνος δεν είναι στεφάνι δόξας.

6. Δεν αρκεί νά ’σαι ο έσχατος για νά ’σαι κάποια μέρα ο πρώτος.

7. Ευτυχισμένος όποιος δεν επιμένει πως έχει δίκιο, γιατί κανείς δεν έχει, ή έχουν όλοι.

8. Ευτυχισμένος όποιος συγχωρεί τους άλλους καθώς κι εκείνος που συγχωρεί τον ίδιο τον εαυτο του.

9. Ευλογημένοι οι ειρηνοποιοί, γιατί δε θα καταδεχτούν τη διχόνοια.

10. Ευλογημένοι όσοι δεν διψούν για δικαιοσύνη, επειδή ξέρουν πως η μοίρα μας, αντίδικη ή σπλαχνική, είναι έργο της τύχης, της ανεξιχνίαστης...

11. Ευλογημένοι οι ελεήμονες, γιατί η ευτυχία τους θα είναι να ελεούν κι όχι να περιμένουν ανταπόδοση.

12. Ευλογημένοι όσοι έχουν καθαρή καρδιά, γιατί βλέπουν το Θεό.

13. Ευλογημένοι όσοι διώκονται για χάρη του δίκιου, γιατί τους νοιάζει περισσότερο το δίκιο απ’ ό,τι η ανθρώπινη μοίρα τους.

14. Κανείς δεν είναι το αλάτι της γης, μα και κανένας δεν υπάρχει που να μην ήταν σε κάποια στιγμή της ζωής του.

15. Ν’ ανάβει το φως του λυχναριού κι ας μην το βλέπει κανένας. Θα το δει ο Θεός.

16. Δεν υπάρχει εντολή που να μην παραβαίνεται, ακόμα και αυτά που λέω, κι αυτά που έχουν πει οι προφήτες.

17. Κείνος που θα σκοτώσει κινημένος απ’ το δίκιο, ή από κείνο που πιστεύει για δίκιο, δεν είναι ένοχος.

18. Οι ανθρώπινες πράξεις δεν αξίζουν ούτε για την κόλαση, ούτε για τους ουρανούς.

19. Να μη μισείς τον εχθρό σου, γιατί αν το κάνεις, γίνεσαι κατά κάποιον τρόπο σκλάβος του. Το μίσος σου, δε θα σε ικανοποιήσει περισσότερο από τη γαλήνη σου.

20. Αν σε βάλει σε πειρασμό το δεξί σου χέρι, συγχώρεσέ το, είσαι και σώμα και ψυχή και είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να καθορίσεις το όριο που τα διαχωρίζει.

24. Να μη μεγαλοποιείς τη λατρεία της αλήθειας, δεν υπάρχει άνθρωπος που μέσα σε μια μονάχα μέρα, να μην είπε ψέματα φορές πολλές, έχοντας κάθε δίκιο.

25. Να μην ορκίζεσαι, γιατί ο όρκος είναι μονάχα έμφαση.

26. Να αντιστέκεσαι στο κακό, αλλά χωρίς φόβο και χωρίς πάθος. Σ’ αυτόν που θα σου χτυπήσει το δεξί μάγουλο, μπορείς να του γυρίσεις και τ’ άλλο, φτάνει να μην είναι ο φόβος που στο γυρίζει.

27. Εγώ δε μιλώ ούτε για εκδίκηση, ούτε για συγνώμη, η λησμονιά είναι η μόνη εκδίκηση και η μοναδική συγνώμη.

28. Το να κάνεις καλό στον εχθρό σου, μπορεί να είναι πράξη δικαιοσύνης και δεν είναι δύσκολο: να τον αγαπάς όμως, δεν είναι πράξη ανθρώπου, αλλά πράξη αγγέλου.

29. Κάνοντας καλό στον εχθρό σου, έχεις βρει τον καλύτερο τρόπο να ικανοποιήσεις τη ματαιοδοξία σου.

30. Να μη μαζεύεις πλούτη εδώ στη γη, γιατί τα πλούτη γεννούν την απραξία, κι η απραξία τη θλίψη και την ανία.

31. Σκέψου ότι οι άλλοι είναι δίκαιοι, ή ότι θα μπορούσαν να είναι και, αν αυτό δεν ισχύει, το λάθος δεν είναι δικό σου.

32. Ο Θεός είναι πιο γενναιόδωρος από τους ανθρώπους, και θα τους μετρήσει μ’ άλλα μέτρα.

33. Δώσε τα άγια στα σκυλιά και ρίξε τα μαργαριτάρια σου στους χοίρους, αυτό που έχει σημασία είναι να δίνεις.

34. Ψάχνε, μόνο για νά ’χεις τη χαρά να ψάχνεις και όχι για τη χαρά πως βρίσκεις…

39. Η πύλη είναι εκείνη που διαλέγει, όχι ο άνθρωπος.

40. Μην κρινεις το δέντρο από τους καρπούς του, ούτε τον άνθρωπο από τα έργα του, μπορούσαν νά ’ναι και καλύτερα ή χειρότερα.

41. Τίποτα δεν χτίζεται πάνω στην πέτρα, όλα πάνω στην άμμο χτίζονται, όμως το χρέος μας είναι να χτίζουμε σα νά ’τανε η άμμος πέτρα…

47. Ευτυχισμένος όποιος είναι φτωχός δίχως πίκρα και όποιος είναι πλούσιος δίχως αλαζονία.

48. Ευτυχισμένοι οι γενναίοι, αυτοί που δέχονται με τον ίδιο τρόπο τη συμφορά ή τις δάφνες.

49. Ευτυχισμένοι όσοι συγκρατούν στη μνήμη τους τα λόγια του Βιργίλιου ή του Χριστού, γιατί τα λόγια αυτά θα φωτίζουν τη ζωή τους.

50. Ευτυχισμένοι όσοι αγαπιούνται κι όσοι αγαπούν κι όσοι μπορούν να ξεπεράσουν την αγάπη.

51. Ευτυχισμένοι οι ευτυχισμένοι.

Από το βιβλίο: Χορχε Λουις Μπορχες, Ποιήματα,
Μτφ. Καλομοίρης Δ., Ελληνικά Γράμματα, 1995
Οι στίχοι του Μπόρχες είναι απο τις “Περικοπές από ένα απόκρυφο ευαγγέλιο” απο τη συλλογή “Το εγκώμιο της σκιάς”.








Περικοπες ενος αποκρυφου ευαγγελιου

Κανείς δεν είναι της γης το αλάτι
κι όμως όλοι μας μες στη ζωή
κρύβουμε αυτό το ανεκτίμητο κάτι
που είναι το αλάτι της για μια στιγμή

Δεν είναι ένοχοι όλοι οι δολοφόνοι
Ούτε αθώοι όλοι οι δικαστές
Μα θά 'ταν όμορφο καθώς ξημερώνει
κι οι δύο τους να ανήκαν στο χθες

Τίποτα δεν χτίζεται πάνω στην πέτρα
Όλα πάνω στην άμμο χτίζονται
Μα εγώ θα χτίζω πάνω στην άμμο
Σαν να ήταν η άμμος πέτρα

Μη την λατρέψεις τυφλά την αλήθεια
γιατί ο καθένας μας την έχει αρνηθεί
μέσα σε μια μέρα μονάχα
χίλιες φορές για να σωθεί

Κι αν θα σε βάλει σε πειρασμό το κορμί σου
συγχώρεσέ το κι άκου τι λέει
τι κρύβει το σώμα, τι κρύβει η ψυχή σου
αυτό μπορεί να μην το μάθεις ποτέ

Τίποτα δεν χτίζεται πάνω στην πέτρα
Όλα πάνω στην άμμο χτίζονται
Μα εγώ θα χτίζω πάνω στην άμμο
Σαν να ήταν η άμμος πέτρα

Ούτε η εκδίκηση ούτε η συγνώμη
βρήκανε μέσα μου κάποια γωνιά
Η λησμονιά είναι η μόνη συγνώμη
και η μόνη εκδίκηση η λησμονιά

Ρίξε τα μαργαριτάρια στ' αγρίμια
Δως την καρδιά σου εκεί στα σκυλιά
όσοι αγαπάνε τη ζωή ξοδεύονται
Δίνονται, δίνονται κι είναι αυτό που μετράει

Τίποτα δεν χτίζεται πάνω στην πέτρα
Όλα πάνω στην άμμο χτίζονται
Μα εγώ θα χτίζω πάνω στην άμμο
Σαν να ήταν η άμμος πέτρα

Ευτυχισμένοι, τέλος, όσοι αγαπάνε
κι όσοι αγαπιόνται δεμένοι σφιχτά
ευτυχισμένοι κι όλοι όσοι μπορεσαν
να ξεπεράσουνε αυτά τα δεσμά

Τίποτα δεν χτίζεται πάνω στην πέτρα
Όλα πάνω στην άμμο χτίζονται
Μα εγώ θα χτίζω πάνω στην άμμο
Σαν να ήταν η άμμος πέτρα






Fragmentos de un evangelio apócrifo

3. Desdichado el pobre en espíritu, porque bajo la tierra será lo que ahora es en la tierra.

4. Desdichado el que llora, porque ya tiene el hábito miserable del llanto.

5. Dichosos los que saben que el sufrimiento no es una corona de gloria.

6. No basta ser el último para ser alguna vez el primero.

7. Feliz el que no insiste en tener razón, porque nadie la tiene o todos la tienen.

8. Feliz el que perdona a los otros y el que se perdona a sí mismo.

9. Bienaventurados los mansos, porque no condescienden a la discordia.

10. Bienaventurados los que no tienen hambre de justicia, porque saben que nuestra suerte, adversa o piadosa, es obra del azar, que es inescrutable.

11. Bienaventurados los misericordiosos, porque su dicha está en el ejercicio de la misericordia y no en la esperanza de un premio.

12. Bienaventurados los de limpio corazón, porque ven a Dios.

13. Bienaventurados los que padecen persecución por causa de la justicia, porque les importa más la justicia que su destino humano.

14. Nadie es la sal de la tierra, nadie, en algún momento de su vida, no lo es.

15. Que la luz de una lámpara se encienda, aunque ningún hombre la vea. Dios la verá.

16. No hay mandamiento que no pueda ser infringido, y también los que digo y los que los profetas dijeron.

17. El que matare por la causa de la justicia, o por la causa que él cree justa, no tiene culpa.

18. Los actos de los hombres no merecen ni el fuego ni los cielos.

19. No odies a tu enemigo, porque si lo haces, eres de algún modo su esclavo. Tu odio nunca será mejor que tu paz.

20. Si te ofendiere tu mano derecha, perdónala; eres tu cuerpo y eres tu alma y es arduo, o imposible, fijar la frontera que los divide…

24. No exageres el culto de la verdad; no hay hombre que al cabo de un día, no haya mentido con razón muchas veces.

25. No jures, porque todo juramento es un énfasis.

26. Resiste al mal, pero sin asombro y sin ira. A quien te hiriere en la mejilla derecha, puedes volverle la otra, siempre que no te mueva el temor.

27. Yo no hablo de venganza ni de perdones; el olvido es la única venganza y el único perdón. Hacer el bien a tu enemigo puede ser obra de justicia y no es arduo; amarlo, tarea de ángeles y no de hombres.

29. Hacer el bien a tu enemigo es el mejor modo de complacer tu vanidad.

30. No acumules oro en la tierra, porque el oro es padre del ocio, y éste, de la tristeza y el tedio.

31. Piensa que los otros son justos o lo serán, y si no es así, no es tuyo el error.

32. Dios es más generoso que los hombres y los medirá con otra medida.

33. Da lo santo a los perros, echa tus perlas a los puercos; lo que importa es dar.

34. Busca por el agrado de buscar, no por el de encontrar…

39. La puerta es la que elige, no el hombre.

40. No juzgues al árbol por sus frutos ni al hombre por sus obras; pueden ser peores o mejores.

41. Nada se edifica sobre la piedra, todo sobre la arena, pero nuestro deber es edificar como si fuera piedra la arena…

47. Feliz el pobre sin amargura o el rico sin soberbia.

48. Felices los valientes, los que aceptan con ánimo parejo la derrota o las palmas.

49.Felices los que guardan en la memoria palabras de Virgilio o de Cristo, porque éstas darán a luz a sus días.

50. Felices los amados y los amantes y los que pueden prescindir del amor.

51. Felices los felices.



Fragments of an Apocryphal Gospel
Jorge Luis Borges
(Translated by Mark D Larsen)

3. Wretched are the poor in spirit, for under the earth they shall be what they now
are upon the earth.

4. Wretched are they that mourn, for they already have the miserable habit of
mourning.

5. Fortunate are they that know that suffering is not a crown of glory.

6. It sufficeth not to be the last in order to someday be the first.

7. Happy are they that do not insist they are right, for no man is or all men are.


8. Happy are they that forgive others and they that forgive themselves.

9. Blessed are the meek, for they do not condescend to disagreement.

10. Blessed are they that do not hunger and thirst after righteousness, for they know
that our fortune, adverse or merciful, is a matter of chance, which is inscrutable.

11. Blessed are the merciful, for their happiness lies in the exercise of mercy and
not in the hope of a reward.

12. Blessed are the pure in heart, for they see God.

13. Blessed are they that suffer persecution for the sake of righteousness, for
righteousness matters more to them than their human destiny.

14. Nobody is the salt of the earth; no one, at some moment in life, is not the salt of
the earth.

15. Let thy light so shine, even if men cannot see it. God shall see it.

16. There is no commandment which cannot be broken, neither those that I say nor
those that the prophets have said.
17. He that kills for a just cause, or for a cause which he believes just, is guiltless.


18. The acts of men deserve neither hell fire nor heaven.

19. Hate not thine enemy, for upon doing so, thou art in some way his slave. Thy
hate shall never be better than thy peace.

20. If thy right hand offend thee, forgive it; thou art thy body and thou art thy soul
and it is difficult, if not impossible, to determine the boundary that divides
them…

24. Exaggerate not the cult of truth; there is no man that at the end of the day has

not lied with good reason many times.

25. Swear not, for all swearing is an emphasis.

26. Resist evil, but without awe or anger. To whomsoever smite thee on thy right
cheek, thou mayest turn the other also, as long as thou art not moved by fear.

27. I speak not of vengeance nor of forgiveness; to forget is the only vengeance and
the only forgiveness.

28. Doing good to thine enemies can be an act of righteousness and it is not
difficult; loving them, a task for angels and not for men.

29. Doing good to thine enemies is the best way to placate thy vanity.

30. Lay not up gold upon earth, because gold is the father of idleness, and the latter,
of sadness and of boredom.31. Judge that others are or shall be righteous, and if they are not, it is not thy error.

32. God is more generous than men and shall mete to them with a different
measure.

33. Give that which is holy to dogs, cast thy pearls before swine; what is most
important is to give.

34. Seek for the pleasure of seeking, not for that of finding…

39. The gate is the one that chooses, not the man.

40. Judge not a tree by its fruits, neither a man by his works; they could be better or
worse.

41. Nothing is built upon the rock, everything upon the sand, but our duty is to
build as though the sand were rock…

47. Happy are the poor without bitterness or the rich without pride.

48. Happy are the valiant, they that accept with equal spirit failure or applause.

49. Happy are they that retain in their memory the words of Virgil or Christ, for
these shall give light to their days.

50. Happy are they that are loved and they that love and they that can do without
love.

51. Happy are the happy