Οδύσσεια ραψωδία ι,
στ. 11-20
Και πρώτα τ' όνομά μου ας πω, κι εσείς να το γνωρίστε,
κι εγώ κατόπι, το σκληρό το χάρο σαν ξεφύγω,
να μείνω πάντα φίλος σας, κι ας κατοικώ μακριά σας.
Είμ' ο Δυσσέας, του Λαέρτη ο γιός, που ξέρουν όλοι οι ανθρώποι
τους δόλους μου, κι η δόξα μου στον ουρανό ανεβαίνει.
Και κατοικώ στο λιόλουστο το Θιάκι, που έχει απάνω
το Νήριτο, τρανό βουνό που σειεί αψηλά τα φύλλα,
κι ολόγυρα πολλά νησιά τό 'να κοντά 'ναι στ' άλλο,
η Σάμη και το Δουλιχιό, κι η Ζάκυνθο η δεντράτη.
Ετούτη χάμου απλώνεται στα πέλαγα της Δύσης,
τ' άλλα νησιά 'ναι ξέχωρα, στ' ανάβλεμμα του ήλιου.
Πέτρες γεμάτο, μα καλό λεβέντες για να βγάζη.
Άλλο απ' τη γης μου πιο γλυκό δεν ξέρω εγώ στον κόσμο.
Κι αυτός τραβάει καημούς αβάσταγους σ᾿ ένα νησί κλεισμένος
η Καλυψώ η ξωθιά στο σπίτι της τόνε κρατεί δικό της
αθέλητα του, και δε δύνεται να ιδεί ξανά πατρίδα᾿
δεν έχει πια μαθές πολύκουπα καράβια και συντρόφους,
στη ράχη την πλατιά της θάλασσας μαζί τους να τον πάρουν.
«Θεά σεβάσμια, μη μου οργίζεσαι᾿ κι εγώ καλά το ξέρω᾿
αλήθεια, η Πηνελόπη η φρόνιμη δε δύνεται ποτέ της
στην ομορφιά και στο παράστημα να παραβγεί μαζί σου᾿
τι είναι θνητή, μα εσύ κι αθάνατη κι αγέραστη λογιέσαι.
Μα κι έτσι θέλω κι ακατάπαυτα με δέρνει ο πόθος, πίσω
να στρέψω, την ημέρα κάποτε να ιδώ του γυρισμού μου.
Κι αν τύχει πάλε και με τσάκιζε θεός στο πέλαο μέσα,
βασταγερή καρδιά στα στήθια μου κρατώ και θα βαστάξω.
Πολλά έχω πάθει ως τώρα βάσανα κι έχω πολύ μοχτήσει
και σε πολέμους και σε θάλασσες ας πάει κι αυτό με τ᾿ άλλα!»
1 σχόλιο:
συμφωνώ απολύτως! ο καιρός ήταν τόσο πολύ ποιο ευνοικος και οι συγκομιδές άφθονες τοτε!!!!!!!!!!!
Δημοσίευση σχολίου