Η ρίζα ενός δέντρου μου τρώει το σχήμα
Μια πέτρα μου αγκυλώνει το δάχτυλο
Και μου γδέρνει το μυαλό
Τα μάτια μου γίνονται παρανάλωμα των φύλλων
Κουκουβάγιες τρυπώνουν μες στα ματόκλαδά μου
Τα βήματά μου αυτοκαταλύονται κατασταλάζουν
Γίνονται στόματα μες στα μνημεία των θάμνων
Μια πεταλούδα απομυζάει όλο μου το είναι
Τα ρουθούνια μου βγάζουν σπίθες και καπνούς
Όπως οι δράκοι που ήταν κοράλλια τον παλιό καιρό
Είναι όπως το γαϊδουράγκαθο μέσα στα χόρτα
Οι στρόβιλοι με ξεχνούν και μ΄ απαρνιούνται
Τα λουλούδια μου βγάζουν τη γλώσσα
Τα πεζούλια με υποσκελίζουν
Μισώ τα ελατήρια και εξαργυρώνω τη θέλησή τους
Είμαι ο χαϊδεμένος των κυμάτων όπως τα βότσαλα
Αρνήθηκα να υποχωρήσω μπροστά στον άνεμο
Να λιώσω μες στα καμίνια των λουτρών της ζέστης
Να καώ με τα κάρβουνα σαν καβούρι
Κάνω υπεράνθρωπες προσπάθειες να μιλήσω
Να σώσω τον εαυτό μου
Από την πυρκαγιά που μόνος μου άναψα
Λάμπω σαν το διαμάντι αλλά δεν είμαι άστρο
Τι είμαι λοιπόν αν δεν είμαι αυτό που είμαι
Ουράνιο σώμα ή γήινο, στερεό, υγρό ή αέρινο;
Άγραφη γραφή
Άκουσα να μιλάν με τόνους τραγωδίας σε σαλόνια του1880
Ν΄ αναστενάζουν σ΄ ένα υπνοδωμάτιο ξενοδοχείου αριθμ. 12
Είδα να τρέχει μια γυμνή στο τρίτο πάτωμα του μυαλού μου
Να μουγκρίζουνε δυο τέρατα ανθρωπόμορφα
Να την προκαλούνε – καθώς περνούσε – αδιάντροπα
Χτυπώντας ρυθμικά το πάτωμα με τις ουρές τους
Όταν έπεφτε ψιλή ψιλή βροχή
Στάχτη από ηφαίστειο στόμα γυναικείο
Κράτησα το χέρι ενός τρελόπαιδου που ξεψυχούσε
Στεφάνωσα το αγαπημένο μέτωπο
Με λίγα ξερά και άδεια λόγια παρηγοριάς
(Δε θυμάμαι αν ήταν κορίτσι ή αγόρι
Ο αδικοσκοτωμένος σ’ ένα κομμάτι γης 2×1 ½ μ.)
Τρεις αιώνες πέρασαν πριν γίνουν όλα αυτά
Πριν ν’ αντιγράψω σ’ ένα τετράδιο καθαρό
Τους θρήνους μιας απαρνημένης
Το κλάμα ενός νεογέννητου παιδιού
Ταφές ανθρώπων ζωντανών – νεκρών που ξαναζωντανεύουν
Σχήματα μεταξωτά που αναδιπλώνονται
Ένα πλάσμα που φοβόταν ν’ αγαπήσει
Κομμάτι μάρμαρο από σάρκα
Και τη γραφή την άγραφη
Που είδα γραμμένη στ’ όνειρό μου
Με γράμματα φωτιάς που καίγαν το χαρτί
Το ‘να μέσα στ’ άλλο
Τα πάντα αλλάζουνε γίνονται το ‘να τ’ άλλο
Τα ξύλα γίνονται πέτρες τα δέντρα σύννεφα
Οι γυναίκες άντρες τα φύλλα θάλασσες
Τα φτερά πηγάδια τα μάτια αέρας
Τα σερτάρια μέταλλα τα λουλούδια νους
Τα γράμματα και οι γραφές γίνονται
Αναλφάβητα τ΄ ωραίο γίνεται κτήνος
Τ’ αρσενικό ουδέτερο το μυστήριο φανερώνεται
Η ελπίδα τυφλώνεται όπως ο πλούτος
Τα πάντα είναι τηλεσκόπια και τίποτα δεν είναι
Σίγουρο ότι θα γίνει ή δε θα γίνει
Όλα είναι το ένα μέσα στ΄ άλλο πέτρες
Ποτάμια τρέχουνε από τα δάχτυλά του
Οι λέξεις τους είναι τουλίπες
Η αγάπη του είναι στέρνα είναι τραπέζι
Μια πολυθρόνα κάθεται μες στο δεξί του μάτι
Το περιβόλι του παραθυριού είναι ένα
Κοιμητήριο φύλλων η αγορά είναι παρθένα
Και η δροσιά του δειλινού μια στραβοτιμονιά
Μια βελόνα τεντώνει την κλωστή της ώσπου να σπάσει
Ένα πόδι μασάει την αλυσίδα του ένας χαρταετός
Γίνεται σκύλος και δαγκώνει όποιον έτυχε να περάσει
Ένα παιδί ορφανό γίνεται η μητέρα ενός άλλου
Ένας τίτλος γίνεται άπορος και παντρεύεται
Ό,τι υπάρχει ζει, τα μέταλλα μέσα στη γη
Οι πέτρες μες στο χώμα, απόδειξη πως μαραίνονται
Άμα τα ξεριζώσεις ο κόσμος είναι τρομερός
Δανείζει και δανείζεται αλλάζει χρώμα
Δε λέγεται πια όπως λέγεται είναι
Τέρας χελώνα ντιβάνι καναπές μπούτι γκαζιέρα
Και μαλλί ξανθό γύρω από ένα γυναικείο φύλο
Στον Τάσο Δενέγρη
Μέσα στης γης τα χάσματα και την επιδερμίδα
Άγνωστες ποσότητες σπανίων ορυκτών
Τοποθετημένα σαν κεφάλαια σ’ επίκαιρα σημεία
Μια γενειάδα ακολουθεί την άλλη αστραπιαία
Χώρες αλλάζουν χέρια εμβαδόν υψόμετρο
Ονόματα πόλεως γίνονται χερσόνησοι
Τοποθεσίες πολυάνθρωπες γίνονται θάλασσες
Ποτάμια δανείζονται τις κοίτες των άλλων ποταμών
Λόφοι παραμερίζονται από ζηλότυπα βουνά
Πολυτελή ανάκτορα ερημώνονται και καταντούν υπόγεια
Άνθρωποι σοφοί ξαναμωραίνονται
Και το μυαλό τους εξατμίζεται στο χάος το απληροφόρητο
Ξύλινα σπίτια τοποθετημένα σε νέες διασταυρώσεις
Γίνονται θύματα της πυρκαγιάς ερωτικών διαθέσεων
Γέφυρες υποτάσσονται στους πεζούς
Φέρετρα στοιβάζονται γιατί όλοι τώρα
Καίνε τους « πρώην» τους με αρώματα
Σε κλίβανους ατομικούς
Κατεψυγμένοι εγκέφαλοι σκέπτονται στις βιβλιοθήκες
Κύριοι φρακοφόροι μελετούν τις αντιδράσεις τους
Σεξουαλικές ανωμαλίες
Γίνονται «Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου»
Όργανα της τάξης αλλάζουν φύλο καθημερινά
Όργια σε ρωμαϊκές βίλες
Παίρνουν τον χαρακτήρα
Μιας σφαγής συνειδήσεων
Εξαγορασμένη τρυφερότητα φτάνει ως τα πεζοδρόμια
Στο μεταξύ τα πόδια μου
Είναι από άμμο κι από μαργαρίνη
Τα χέρια μου είναι από φτερά πουλιών
Το κεφάλι μου είναι βιδωτό
Το στόμα μου αναβοσβήνει
Όπως τα φώτα της κυκλοφορίας
Κόκκινο πράσινο κίτρινο κόκκινο καφέ…
Τα λόγια μου ταχυδρομούνται
Σε στοίβες εκατομμυρίων
Κλείνω τ΄ αυτιά μου για να μην ακούγονται
Τα παράπονα των ταχυδρόμων
Ένας ταμίας που κατάκλεψε μια Τράπεζα
Ομολογεί τα πάντα σ΄ ένα μέντιουμ
Που πάει να τον καταγγείλει στην αστυνομία
Μια νεράιδα ντύνεται στο σεληνόφως
Μια γυναίκα στου Dior – εγώ δεν ντύνομαι
Πουθενά – μένω γυμνός –
Το σπίτι μου είναι ο παράδεισος των ανωμάλων έλξεων
Μόνο στραβόξυλα περνούν για διαβατήρια
Μόνο χαμόγελα έχουν μια γεύση υπόξινη
Μόνον οι βάσεις και τα οξέα
Ξέρουν τι σημαίνουν οι συνθέσεις
Που μοιράζονται τα ηλεκτρόνιά τους με άλλα άτομα
Όλο το 24ωρο
Μισός αιώνας απογεύματα με τη γιαγιά μου
Σύννεφα σαύρες παρδαλές και άλλα τέρατα
Κορίτσια ελαφρόμυαλα σαν τα σπουργίτια
Με βάδισμα ενοχοποιητικό μες στα παλτά τους
Ένα σεντόνι ερημιάς πάνω στο πρόσωπό μου
Συναντήσεις καθημερινές σαν γκρεμισμένες εκκλησίες
Λιμουζίνες με περίεργες βλοσυρές εκφράσεις στο τιμόνι
Άγνωστοι στις γωνίες των δρόμων περιμένοντας
Άγνωστες που περνάνε στον πληθυντικό
Ζαχαροπλαστεία γεμάτα ερωτηματικές ματιές
Φάρμακα αντίδοτα για αισθήματα ασφυξίας
Ώρες που δεν ξανάρχονται και καφενεία φαντάσματα
Ξύπνημα πρωινό βαρύ ασήκωτο ή ευδιάθετο
Ξεκίνημα για μιας καρδιάς την πόρτα τη στενή
Αλλά κανείς στο σπίτι που είπανε πως έμενε
Τρελή Σουηδέζα με μάτια σα φανάρια
Αγώνες για τη Δημοκρατία αγώνες δρόμου και αγωνία
Μισός αιώνας παρά τέταρτο και κάτι ακόμα παραλίγο επάνω μου.
ΜΙΛΑΕΙ ΣΤΗΝ ΕΛΠΙΔΑ ΠΑΣΑΜΙΧΑΛΗ
«Εγώ διαισθανόμουν ότι θα έχουμε ταραχές. Το πίστευα από καιρό και το είχα πεί ότι δεν θα περάσουμε τον χειμώνα ήρεμα . Διότι υπάρχει οικονομική δυσπραγία, από μία απερίσκεπτη ένωση με το ευρώ που έγινε πιο νωρίς από ό,τι έπρεπε. Αυτά είναι μηνύματα που τα εισπράττει κανείς όχι μόνο στο συνειδητό αλλά και συναισθηματικά. Τα αισθάνεται στην ατμόσφαιρα. Η ατμόσφαιρα μετατρέπεται σε γλώσσα. Το ποίημα λειτουργεί σαν βαρόμετρο. Αυτή είναι η λειτουργία της ποίησης.»
Μέσα σε μία φράση ο ποιητής και συγγραφέας Νάνος Βαλαωρίτης, δισέγγονος του ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, συμπυκνώνει, μιλώντας στον «Ε.Τ.» τη δική του εικόνα για τα πρόσφατα δραματικά γεγονότα και την αντίδραση των νέων.
Ο διακεκριμένος στην Ελλάδα και στο εξωτερικό λογοτέχνης που έχει τιμηθεί δύο φορές με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης αλλά και το Βραβείο της Αμερικανικής National Poetry Association (1996) συζήτησε μαζί μας για τον πολυσυζητημένο ρόλο των πνευματικών ανθρώπων στις κοινωνικές κρίσεις, για την εσωστρέφεια της λογοτεχνίας, για τον μηδενισμό των νέων, αλλά και για τον Μάη του ΄68 τον οποίο ο ίδιος έζησε αφού την περίοδο εκείνη ήταν στη Γαλλία.
-Υπάρχει η αίσθηση ότι ο πνευματικός κόσμος κωφεύει στα κοινωνικά μηνύματα. Την συμμερίζεσθε;
Κωφεύει διότι μη νομίζετε ότι οι συγγραφείς ασχολούνται με τα κοινά και τα δημόσια. Ιδιωτεύουν. Είναι στραμένοι στον εαυτό τους. Ναρκισεύονται και τα λοιπά,. Δεν ενδιαφέρονται και πολύ για το τι συμβαίνει γύρω τους. Ενδιαφέρονται μόνο για τις ασχολίες και αυτά που αφορούν τους ίδιους. Οι ποιητές είναι μία μικρή μειοψηφία η οποία επειδή η ποίηση έχει πιο δημόσια λειτουργία, εμπλέκονται περισσότερο στα τρέχοντα γεγονότα.
-Σήμερα η ποίηση έχει κοινωνικές ευαισθησίες;
Σήμερα η στρατευμένη ποίηση έχει καταργηθεί, δεν πρέπει όμως και να πέσουμε στον τέλειο ναρκισσισμό που βλέπω σε αρκετούς από αυτούς που θέλουν να γίνουν ποιητές. Ένας αυθεντικός ποιητής πρέπει να έχει τις κεραίες του τεντωμένες στα πράγματα και στα γεγονότα.
-Γιατί η λογοτεχνία έχει γίνει εσωστρεφής;
Πρόκειται για μία μεγάλη παρεξήγηση ότι κάθεσαι και γράφεις για τα εσώτερά σου. Δεν είναι αυτό η ποίηση. Η ποίηση είναι ένα πράγμα που υπάρχει ήδη ανάμεσα σε σένα και στον κόσμο. Δεν εκφράζεις μόνο τον εαυτό σου με την ποίηση. Εκφράζεις την ικανότητά σου να χρησιμοποιείς τη γλώσσας. Μετά το μοντερνισμό ο καθένας θεωρεί ότι μπορεί να γράψει ποίηση, γιατί δεν υπάρχουν κανόνες. Ο καθένας βγάζει ποιητικές συλλογές. Όμως αυτά δεν είναι ποιήματα, είναι εσωστρεφείς σκέψεις που δεν έχουν και μεγάλο ενδιαφέρον. Δυστυχώς πολλοί εκδότες βγάζουν κατά σειρά τέτοιες συλλογές.
-Η ποίηση θα μπορούσε να δώσει διεξόδους στις ανησυχίες και τα αδιέξοδα των νέων;
Σίγουρα. Σήμερα υπάρχει άγχος και ένα είδος απελπισίας που καταλήγει στο μηδενισμό. Αυτό είναι επικίνδυνο.. Οφείλει να ενισχύσει κανείς την πίστη στο ιδεώδες και στην ουτοπία που έστω κι αν δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί πρέπει να μείνει ζωντανή στη καρδιά ενός νέου για να μην πέσει στην κατάθλιψη. Αυτό κατακτάται δύσκολα. Η ποίηση δίνει τη δυνατότητα να δει κανείς πιο πέρα από την μύτη του. Να κοιτάξει στον κόσμο της, που μπορεί να είναι ιδανικός, αλλά υπάρχει μέσα μας. Από μας εξαρτάται να πλουτίσουμε τη ζωή μας. Η δημιουργικότητα είναι φυσική στο παιδί και στο νεαρό έφηβο αν δεν του την χαλάσουν από πολύ νωρίς οι μεγάλοι.
-Στον Μάη του ’68 ήσασταν στη Γαλλία. Υπάρχουν ομοιότητες με αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα;
Στη Γαλλία επειδή η εξέγερση πήρε έμπνευση από τις μικρές ποιητικές ομάδες των υπερρεαλιστών, το καλλιτεχνικό επίπεδο ήταν αρκετά υψηλό ώστε να μην περιπέσουν σε άγνοια και σε χυδαιότητα συνθημάτων. Τα συνθήματα ήταν πολύ εμπνευσμένα, με χιούμορ, με δημιουργικότητα. Επίσης δεν είχαν το μονοπώλιο οι βίαιες ομάδες, που υπήρχαν και τότε. Οι Γάλλοι αναρχικοί δεν βάλανε φωτιές, δεν σπάσανε έπιπλα, δεν κάνανε κατοχές που δεν είχαν διδακτικό χαρακτήρα. Αφήσαν τους ανθρώπους ελεύθερους να συζητήσουν.
-Υπάρχει κάτι που σας δίδαξε ο υπερρεαλισμός σε προσωπικό επίπεδο;
Ο υπερρεαλισμός με στήριξε μετά τον Εμφύλιο. Οι υπερρεαλιστές με δίδαξαν ότι δεν πρέπει κανείς να αφήνει ακόμη και ένα ανεκπλήρωτο ιδανικό για να μην κατακρημνισθεί και ο ίδιος..
(Η Ελπίδα Πασαμιχάλη είναι δημοσιογράφος του “Ελεύθερου Τύπου”)
http://www.poiein.gr
Νάνος Βαλαωρίτης:Ο ευπατρίδης των γραμμάτων και των τεχνών
Της Ντόρας Ηλιοπούλου-Ρογκάν
Χαρισματικός και πολυτάλαντος δημιουργός, ο Νάνος Βαλαωρίτης, εμπνευσμένος ποιητής και συγγραφέας, έξοχος μεταφραστής αλλά και ταλαντούχος ζωγράφος, τιμημένος –κατ’ επανάληψη – με κρατικά βραβεία και διακρίσεις, έλαβε το Δεκέμβρη του 2009 το μεγάλο κρατικό βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο της προσφοράς του στον τομέα των γραμμάτων και των τεχνών. Τιμή που υπενθύμισε σε όλους μας τη σημαντική συμβολή του στον πνευματικό χώρο της πατρίδας μας αλλά και στο εξωτερικό.
Προσωπικότητα από εκείνες που, δυστυχώς, έχουν προ πολλού εκλείψει, όχι μόνο από την Ελλάδα αλλά και διεθνώς, ο Βαλαωρίτης είναι ουμανιστής με την πιο ακραιφνή έννοια του όρου. Και αυτό, γιατί πέρα από το προσωπικό ποιητικό και λογοτεχνικό του έργο, προσέφερε πολλά στην Ελληνική λογοτεχνία συμβάλλοντας, π.χ, δυναμικά και αποτελεσματικά στο να γίνουν διεθνώς γνωστοί, χάρη στις μεταφράσεις του στην αγγλική γλώσσα και τα άρθρα που τους αφιέρωσε στη διάρκεια της παραμονής του στο Λονδίνο (1944-1953), οι Έλληνες ποιητές της δεκαετίας του τριάντα. Ομοίως, παρουσίασε την ελληνική ποίηση σε εξειδικευμένα περιοδικά στη Γαλλία (Lettres Nouvelles), ενώ σε όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του αφιερώθηκε με όλες του τις δυνάμεις στην προβολή του ελληνικού πνεύματος, είτε μέσα από το διεθνή και τον ελληνικό τύπο (Πάλι, Συντέλεια και Νέα Συντέλεια) είτε μέσα από τη φωτισμένη διδασκαλία του σε Πανεπιστήμια του εξωτερικού.
Γεννημένος το 1921 στη Λοζάνη της Ελβετίας, ο 89χρονος σήμερα και πάντοτε ακμαίος και θαλερός δημιουργός, σπούδασε αρχικά κλασσική φιλολογία και νομικά στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών, αγγλική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου και, τέλος, μυκηναϊκή φιλολογία στην Ecole Pratique des Hautes Etudes στο Παρίσι. Eιδικότερα, στα εννέα χρόνια της διαμονής του στο μεταπολεμικό Λονδίνο (1944-1953), ο Βαλαωρίτης έκανε γνωστή στην αγγλική πρωτεύουσα την ποίηση των Σεφέρη, Ελύτη, Εμπειρίκου, Εγγονόπουλου, Γκάτσου, ενώ συγχρόνως γνώρισε και συναναστράφηκε τους: T.S. Eliot, St. Spender, Th. Dylan, W.H. Auden κ.ά. Τέλος, στο Λονδίνο τύπωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή «H τιμωρία των Μάγων» (1947).
Σπουδαίος σταθμός στο έργο και τη σταδιοδρομία του στάθηκε το Παρίσι όπου γνώρισε τον Αντρέ Μπρετόν και τους υπερρεαλιστές, από τους οποίους επηρεάστηκε δημιουργικά, σαν απόλυτα ισάξιος δημιουργός. Όμως, πάνω απ’ όλα, συνδέθηκε με στενή φιλία μαζί τους. Φιλία, στην οποία παρέμεινε πιστός και μετά το θάνατο του Μπρετόν, το 1966. Ιδρυτής του πρωτοποριακού περιοδικού «Πάλι» (1963-1967) στην Ελλάδα, χάρη στο οποίο έγινε ευρύτερα γνωστός ο υπερρεαλισμός στη χώρα μας, δίδαξε από το 1968 μέχρι την επιστροφή του στο Παρίσι, στα τέλη της δεκαετίας του εβδομήντα, συγκριτική λογοτεχνία και γραφή στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο. Στη συνέχεια, συνεργάστηκε με τον Ζακ Λαριέρ στην παρουσίαση της ελληνικής λογοτεχνίας στο περιοδικό Lettres Nouvelles, ενώ από τότε μέχρι σήμερα, έχει δημοσιεύσει σε πολλά ξένα λογοτεχνικά περιοδικά μονογραφίες και άρθρα ανάμεσα στα οποία σημειώνουμε εκείνα που αναφέρονται στους: Καβάφη, Σικελιανό, Σολωμό, Εμπειρίκο, Κάλα, Εγγονόπουλο, Σεφέρη, κ.ά. Ο ίδιος έχει στο ενεργητικό του 15 ποιητικές συλλογές και τέσσερις συλλογές με ποιητικές πρόζες.
Ενορχηστρώνοντας μια εμπνευσμένη όσμωση ανάμεσα στην ποίηση και τη ζωγραφική, ο Βαλαωρίτης έφερε με παρρησία σε πέρας το 1991 στο Κέντρο Πομπιντού την ΄Εκθεση ζωγραφικής Ελλήνων Υπερρεαλιστών, με τη συμμετοχή εννέα ποιητών (Εμπειρίκος, Γκάτσος, Σαχτούρης, Κακναβάτος, Βαλαωρίτης, Παπαδίτσας).
Χαρισματικός ποιητής αλλά και ζωγράφος, ο ίδιος αποτελεί ένα πρότυπο ιδιόμορφης υπερρεαλιστικής έκφρασης τόσο στην ποίηση όσο και τη ζωγραφική του επειδή, ακριβώς, είναι προικισμένος με μια πολύ έντονη προσωπικότητα. Προσωπικότητα ανήσυχη και συνάμα νηφάλια, κατεξοχήν καλλιεργημένη, εγκυκλοπαιδικά μορφωμένη και συνάμα τόσο ανθρώπινη. Προικισμένος με ένα ακατάβλητο και πολύ λεπτό χιούμορ, που το απολαμβάνει κανείς σε κάθε συνομιλία μαζί του, ο Βαλαωρίτης θέλγει σε πολλά μήκη κυμάτων και πεδία. Η κατεξοχήν «ατμοσφαιρική» ποίησή του, σε μια δημιουργική αντιπαραβολή με τη ζωγραφική του, προκαλεί στον αναγνώστη και το θεατή αστείρευτους σε φάσμα συνειρμούς και κυρίως: την εντύπωση ότι είναι συνεργός και συμπρωταγωνιστής σε ένα ατελεύτητο ανάπτυγμα κόσμων και «δράσεων».
Και στις τρεις ατομικές εκθέσεις με ζωγραφική και κολλάζ που ο Βαλαωρίτης έχει πραγματοποιήσει στον «Αστρολάβο» επισημαίνουμε το χαρισματικό ρυθμό με τον οποίο το εξαιρετικά κινητικό ίχνος συνευρίσκεται με το χρώμα, σε πρωτόφαντες συνθέσεις, στο μεταίχμιο παραστατικότητας, αφαίρεσης .
Εμπνευσμένο μεταίχμιο που απαλλαγμένο από κάθε ίχνος αφηγηματικότητας ή και επιφανειακού εντυπωσιασμού, μας υποβάλλει, χάρη σε μια ξεχωριστή στο Βαλαωρίτη δυναμική, σε άγνωστους, γνωστούς κόσμους αποσπασματικά δοσμένους, έτσι ώστε να διεγείρουν σε βάθος – δίχως να πολώνουν – τη φαντασία μας. Θα έλεγε κανείς, ανεπιφύλαχτα, ότι ο Βαλαωρίτης γράφει με τα σχέδιά του και ζωγραφίζει με τους στίχους του, για να μας προσφέρει ένα ιδιοφυές δίπτυχο-μονόπτυχο της αυθεντικής υπερρεαλιστικής του προσωπικότητας σε πρώτο βαθμό. Προσωπικότητα της οποίας η έκφραση αποτελεί μια διαχρονική, ουσιαστική προσφορά στο χώρο του υπερρεαλισμού γενικότερα. Ακόμη, στα σχέδιά του είναι ενορχηστρωμένος ένας, σχεδόν στην κυριολεξία, μουσικός ρυθμός που τα προβάλλει σχεδόν τρισδιάστατα στο χώρο ολόγυρα, προκαλώντας μύριες όσες αναγνώσεις και ερμηνείες. Ιδίωμα που αποτελεί την υπέρτατη εγγύηση για την αυθεντικότητα και το έρμα της προσφοράς του δημιουργού. Και αυτό επειδή ακριβώς διττή είναι εδώ η δημιουργία, αφού ο Νάνος Βαλαωρίτης όντως κάνει ποίηση μέσα από τη ζωγραφική, ενώ, αντίστροφα, ο ποιητικός του λόγος υποβάλλει σε ευρηματικές εικόνες.
Και από μια ουσιαστική όσμωση λειτουργεί κάθε φορά εδώ, καθώς ζωγραφική και γραπτός λόγος συνυφασμένα στον ψυχικό κόσμο του καλλιτέχνη, δείχνουν να τροφοδοτούνται από αυτήν καθαυτή την ενέργεια που διέπει το σύμπαν. Και αυτό, ώστε να αποδειχθεί ότι πνεύμα και ύλη δεν αποτελούν παρά τις δύο διαφορετικές όψεις μιας και της αυτής υπέρτατης Αλήθειας.
Ο Νάνος Βαλαωρίτης γεννήθηκε το 1921 στη Λωζάνη της Ελβετίας.
Είναι ποιητής και συγγραφέας, δισέγγονος του ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη.
Σπούδασε νομικά, φιλολογία (Αγγλική και Γαλλική)
στα πανεπιστήμια των Αθηνών, Λονδίνου, και Σορβόνης.
Βίος
Γεννήθηκε στην Λωζάννη της Ελβετίας και ήταν γιος του διπλωμάτη Κωνσταντίνου Βαλαωρίτη, γιου του Ιωάννη Βαλαωρίτη.
Γράφει από νέος — πρωτοδημοσιεύει στα Νέα Γράμματα το 1939.
Το 1944 δραπετεύει απ' την γερμανοκρατούμενη Ελλάδα μέσω του Αιγαίου στην Τουρκία, από εκεί στη Μέση Ανατολή και τελικά στην Αίγυπτο όπου συναντάει τον Σεφέρη ο οποίος υπηρετούσε την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση ως γραμματέας της ελληνικής πρεσβείας στο Κάιρο.
Το 1944 μετά από προτροπή του Σεφέρη ο Βαλαωρίτης ταξιδεύει στο Λονδίνο για να βοηθήσει στην ανάπτυξη λογοτεχνικών δεσμών μεταξύ Ελλάδας και Βρετανίας. Συναντά τους Τ.Σ. Έλιοτ, Γ.Χ. Όντεν, Ντύλαν Τόμας και εργάζεται για τον Λούις Μακ Νις στο BBC.
Εκτός από τη μελέτη αγγλικής λογοτεχνίας στο πανεπιστήμιο του Λονδίνου, κάνει και μεταφράσεις (στα αγγλικά) Ελλήνων μοντερνιστών ποιητών, μεταξύ των οποίων του Ελύτη και του Εμπειρίκου.
Το 1947 εκδίδει την Τιμωρία των Μάγων, την πρώτη του ποιητική συλλογή, στο Λονδίνο.
Από το 1954 μέχρι το 1960 συμμετέχει στην ομάδα των σουρεαλιστών του Παρισιού.
Το 1960 επιστρέφει στην Ελλάδα, και ανάμεσα 1963 και 1967 είναι ο εκδότης και διευθυντής του λογοτεχνικού περιοδικού Πάλι.
Όταν η χούντα έρχεται στην εξουσία το 1967, νιώθει πως δεν έχει άλλη επιλογή παρά να αυτοεξοριστεί, έτσι το 1968 ταξιδεύει στις ΗΠΑ όπου και διδάσκει συγκριτική λογοτεχνία και δημιουργικό γράψιμο στο πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο, μια θέση που κράτησε για 25 χρόνια.
Το 1983 βραβεύεται με το Α' Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή του Μερικές γυναίκες (ενώ είχε αρνηθεί ανάλογη βράβευση το 1958. Το 1976 είχε, επίσης, αρνηθεί την πρόταση να γίνει αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών).
Το Δεκέμβριο του 2009 του απονεμήθηκε το Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολo του έργου του.
Θεατρικά του έργα έχουν παιχτεί σε Παρίσι, Σπολέτο, Άαρους, και Αθήνα.
Έχει συνεργαστεί με τα λογοτεχνικά περιοδικά Τετράδιο, Σήμα, Horizon, New Writing και Daylight.
* Η Τιμωρία των Μάγων, ιδιωτική έκδοση 1947
* Κεντρική Στοά, ιδιωτική έκδοση 1958
* Terre de Diamant, ιδιωτική έκδοση 1958
* Κάποιος 1963
* Hired Hieroglyrhs 1970
* Dipomatic Relations 1971
* Ανώνυμο Ποίημα του Φωτεινού Αηγιάννη 1977
* Εστίες Μικροβίων 1977
* Ο Ήρωας του Τυχαίου 1979
* Flash Bloom 1980
* Η Πουπουλένια Εξομολόγηση 1982
* Μερικές Γυναίκες, Α' Κρατικό Βραβείο Ποίησης 1983
* Ο Διαμαντένιος Γαληνευτής 1981
* Ποιήματα 1 1983
* Στο Κάτω Κάτω της Γραφής 1984
* Ο Έγχρωμος Στυλογράφος 1986
* Ποιήματα 2 1987
* Ανιδεογράμματα 1996
* Ήλιος, ο δήμιος μιας πράσινης σκέψης 1996
* Αλληγορική Κασσάνδρα 1998
Πεζά
* Ο Προδότης του Γραπτού Λόγου, διηγήματα 1980
* Απ' τα Κόκκαλα Βγαλμένη, μυθιστόρημα 1982
* Ο Θησαυρός του Ξέρξη, μυθιστόρημα 1984
* Η Δολοφονία, νουβέλα 1984
* Ο Ομιλών Πίθηκος ή Παραμυθολογία 1986
* My Afterlife Quaranteed, διηγήματα 1990
* Η Ζωή μου Μετά Θάνατον Εγγυημένη, διηγήματα 1993
* Παραμυθολογία 1996
* Ο Σκύλος του Θεού 1998
* Τα Σπασμένα Χέρια της Αφροδίτης της Μήλου 2002
* Γνωρίζετε την Ελπινίκη;, διηγήματα 2005
Δοκίμια
* Ανδρέας Εμπειρικός 1989
* Για μια Θεωρία της Γραφής 1990
* Μοντερνισμός, Πρωτοπορία και Πάλι 1997
* Αριστοτέλης Βαλαωρίτης, Ένας Ρομαντικός 1998
Κάποιος κοιτάει μέσα μου και βλέπει ότι με βλέπει
κάποιος ακούει μέσα μου κι ακούει ότι μ' ακούει
με συναντάει το απόγευμα σε μια γωνιά του δρόμου
μαντεύοντας ποιος θα 'ναι κει κι όσα θα μου συμβούνε
Κάποιος που είναι μέσα μου μου χτίζει ένα σπιτάκι
και το γκρεμίζει γρήγορα πριν να το κατοικήσω
κάποιος που είναι πάντοτε μπροστά και δε μ' αφήνει
κλείνοντας και φράζοντας το δρόμο να περάσω
Κάποιος κινείται μέσα μου και ξεκινάει σαν τρένο
γεμάτος ανυπόμονους κι ωραίους ταξιδιώτες
κάποιος μου λέει πως είν' αργά και δε θα αρθούν εγκαίρως
να μας γλιτώσουν οι καλοί απ' τις κακές διαθέσεις
Κάποιος μου λέει για στάσου ένα λεπτό περίμενε
στάσου να δω ποιος είσαι συ ποιος είν' αυτός πού πάμε
μα ήταν άλλος απ' αυτό που νόμιζα πως ήταν
και που' ναι πάντα μακριά από εκείνου που είναι
Κάποιος θυμάται μέσα μου έναν παλιό του φίλο
τότε που πέφταν κανονιές η μια πάνω στην άλλη
κάποιος μου λέει δεν είμαι γω που γράφω αυτήν την ώρα
μα ένα χέρι ελαστικό που σπρώχνει το δικό μου
Κάποιος μιλάει μέσα μου όταν μιλάω με κάποιον
και του εξηγεί πως γίνεται το κάθε τι στον κόσμο
πως γίνεται το ανώμαλο απ' το κανονικό
και ο καπνός απ' τη φωτιά πως βγαίνει γαλανόλευκος
Κι απ' τη βροχή το σύννεφο πως χαμηλώνει αθόρυβα
κι αδειάζοντας πως πέθαινε επάνω από τα σπίτια
κι από την πόρτα του μυαλού μια σκέψη πως μπαινόβγαινε
αλείβοντας τα λόγια της με της μιλιάς το μέλι
Ένας σκορπιός τρυπήθηκε απ' το κεντρί του μόνος
κάποιο ρολόι αδέσποτο μπερδεύοντας τις ώρες
χτυπούσε οκτώ στις έντεκα και δώδεκα στις μία
απάνω στο καμπαναριό ή μέσα στην καρδιά μου
Ανοίξτε αμέσως για να μπει αυτός ο κάποιος άλλος
να μπει απ' το παράθυρο όπως μια πεταλούδα
που με κοιτάει όταν κοιτώ μέσα στον εαυτό μου
μες το δικό μου πρόσωπο το πρόσωπο ενός άλλου
1 σχόλιο:
Κατάσταση πολιορκίας
ΠΟΛΙΟΡΚΟΥΜΕΘΑ ΛΟΙΠΟΝ Πολιορκούμεθα από ποιον Από σένα κι από μένα απ’ τον τάδε και τον δείνα Πολιορκούμεθα στενά Από σύνορα, τελωνεία, ελέγχους διαβατηρίων, την Ιντερπόλ, τη στρατιωτική Αστυνομία, τα τανκς, τη ρητορεία, τη βλακεία, Απ’ τα παράσημα, τις στολές, τους εκφωνηθέντας λόγους Τις υποσχέσεις, τις ψευτιές, την κουτοπονηριά Τη δήθεν αγανάκτηση των ιθυνόντων, την υποκρισία Την τηλεόραση, τη ραδιοφωνία, τα σαπούνια, τ’ απορρυπαντικά Τις διαφημίσεις, τον τουρισμό, τα οργανωμένα ταξίδια, τις κρουαζιέρες Τις γκαζιέρες, τα ψυγεία, τις κατασκηνώσεις, τους προσκόπους, Τ’ άρθρα για την εκπαίδευση, την πολυκοσμία, τη σκόνη, τις ποιητικές συλλογές Την έλλειψη ύδατος, τα λιπάσματα, τα νεύρα, την κακή χώνεψη, τη φαλάκρα, Τους εφοπλιστές, το ποδόσφαιρο, τα λεωφορεία, την ακρίβεια, τις παθήσεις Της σπονδυλικής στήλης, τη γραφειοκρατία, την καθυστέρηση, τις διαβεβαιώσεις, Τις κριτικές, την εκκλησία, τα βασανιστήρια, τους καιροσκόπους, Την υποψία, τους κατατρεγμούς, το φόβο, τη θρασύτητα, τους διαγωνισμούς Καλλονής, την έλλειψη χρημάτων, την έλλειψη δικαιωμάτων, πολιορκούμεθα από τους βάναυσους Τους άναρθρους, από τις μαύρες σκέψεις μας. Από τον εαυτό μας Κι απ’ ό,τι άλλο βάλει ο νους σας πολιορκούμεθα στενά.
Ν Β
Δημοσίευση σχολίου