Κι αν έρθει κάποτε η στιγμή να χωριστούμε, αγάπη μου, μη χάσεις το θάρρος σου. Η πιο μεγάλη αρετή του ανθρώπου, είναι να 'χει καρδιά. Μα η πιο μεγάλη ακόμα, είναι όταν χρειάζεται να παραμερίσει την καρδιά του.
Την αγάπη μας αύριο, θα τη διαβάζουν τα παιδιά στα σχολικά βιβλία, πλάι στα ονόματα των άστρων.. Τάσος Λειβαδίτης
ΟΣΚΑΡ ΟΥΑΙΛΝΤ Η ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΤΗΣ ΦΥΛΑΚΗΣ ΤΟΥ ΡΕΝΤΙΝΓΚ (ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ)
Το βήμα του ήταν ελαφρό και χαρούμενο. Όμως ποτέ μου δεν είδα άνθρωπο να κοιτά με τόση λαχτάρα το φως. Ποτέ μου δεν είδα άνθρωπο με τέτοιο πόθο να κοιτά το μικρό γαλάζιο κομμάτι..
Πολύ μακριά στα βάθη τ΄ουρανού Ζούνε δυο μικρά χαριτωμένα άστρα.
Που αιώνια απομακρύνονται το ένα από το άλλο. Κι αιώνια προσπαθούνε να πλησιάσουν.
Απλώνουν τα φτερά τους τα αραχνούφαντα Για νάρθουνε το ένα δίπλα στο άλλο.
Αλλά και τα δυο τους φεύγουν προς τα πίσω Κάθε φορά που πρόκειται ν΄αγγίξουν.
Τζένη γνωρίζεις Αυτά τ΄αστέρια ? Ή θα πρέπει μήπως να σου πω την αλήθεια Ότι δε μας μοιάζουν
Γιατί είμαστε πάντα μαζί. Εκεί πέρα στο άπειρο Σύμπαν Μέσα από τον πόλεμο των φυσικών στοιχείων Φτάνει στην καρδιά σου το ρέμα της αγάπης μου Της ανυπομονησίας μου και της θλίψης.
ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ
ΑΥΤΟ ΤΟ ΑΣΤΕΡΙ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΜΑΣ (ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ)
Δώσ' μου τα χέρια σου να κρατήσω τη ζωή μου. Σ' όλους τους τοίχους απόψε ντουφεκίζεται η ζωή.
Aνάμεσά μας ρίχναν οι άνθρωποι το μεγάλον ίσκιο τους. Tί θα απογίνουμε, αγαπημένη; ...μια φέτα ψωμί που δε θα τη μοιραζόμαστε πως να την αγγίξω;
Πως θ' άνοιγα μια πόρτα όταν δε θα 'τανε για να σε συναντήσω πως να διαβώ ένα κατώφλι αφού δε θα 'ναι για να σε βρω. Ήταν σα να 'χε πεθάνει κι η τελευταία ανάμνηση πάνω στη γη.
Που είναι λοιπόν ένα χαμόγελο να μας βεβαιώσει πως υπάρχουμε... ...ένιωσες ξαφνικά ένα χέρι να ψαχουλεύει στο σκοτάδι και να σφίγγει το δικό σου χέρι. Kι ήταν σα να 'χε γεννηθεί η πρώτη ελπίδα πάνω στη γη.
...έτσι λέει ο Hλίας: "εγώ θα βρω τον τρόπο να παίζω φυσαρμόνικα" κι ας τού χουν κόψει και τα δυο του χέρια.
Kι έτσι κάθε βράδυ η λάμπα έσβηνε τη μέρα μας. Kι όταν ήτανε να πεθάνουμε αυτοί μας μίλησαν για τη ζωή. Tότε κι εμείς μπορέσαμε να πεθάνουμε.
Σ' εύρισκα, αγαπημένη, στο χαμόγελο όλων των αυριανών ανθρώπων. Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωή μου είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρά μου αγαπημένη μου.
Mα και τι να πει κανείς όταν ο κόσμος είναι τόσο φωτεινός και τα μάτια σου τόσο μεγάλα.
Ύστερα ερχόταν η βροχή. Mα έγραφα σ' όλα μας τα χνωτισμένα τζάμια τ' όνομα σου κι έτσι είχε ξαστεριά στη κάμαρά μας. Kράταγα τα χέρια σου κι έτσι είχε πάντοτε η ζωή ουρανό κι εμπιστοσύνη.
Όλα μπορούσανε να γίνουνε στον κόσμο, αγάπη μου τότε που μου χαμογελούσες. Στην πιο μικρή στιγμή μαζί σου, έζησα όλη τη ζωή.
Η ρίζα ενός δέντρου μου τρώει το σχήμα Μια πέτρα μου αγκυλώνει το δάχτυλο Και μου γδέρνει το μυαλό Τα μάτια μου γίνονται παρανάλωμα των φύλλων Κουκουβάγιες τρυπώνουν μες στα ματόκλαδά μου Τα βήματά μου αυτοκαταλύονται κατασταλάζουν Γίνονται στόματα μες στα μνημεία των θάμνων Μια πεταλούδα απομυζάει όλο μου το είναι Τα ρουθούνια μου βγάζουν σπίθες και καπνούς Όπως οι δράκοι που ήταν κοράλλια τον παλιό καιρό Είναι όπως το γαϊδουράγκαθο μέσα στα χόρτα Οι στρόβιλοι με ξεχνούν και μ΄ απαρνιούνται Τα λουλούδια μου βγάζουν τη γλώσσα Τα πεζούλια με υποσκελίζουν Μισώ τα ελατήρια και εξαργυρώνω τη θέλησή τους Είμαι ο χαϊδεμένος των κυμάτων όπως τα βότσαλα Αρνήθηκα να υποχωρήσω μπροστά στον άνεμο Να λιώσω μες στα καμίνια των λουτρών της ζέστης Να καώ με τα κάρβουνα σαν καβούρι Κάνω υπεράνθρωπες προσπάθειες να μιλήσω Να σώσω τον εαυτό μου Από την πυρκαγιά που μόνος μου άναψα Λάμπω σαν το διαμάντι αλλά δεν είμαι άστρο Τι είμαι λοιπόν αν δεν είμαι αυτό που είμαι Ουράνιο σώμα ή γήινο, στερεό, υγρό ή αέρινο;
Άγραφη γραφή
Άκουσα να μιλάν με τόνους τραγωδίας σε σαλόνια του1880 Ν΄ αναστενάζουν σ΄ ένα υπνοδωμάτιο ξενοδοχείου αριθμ. 12 Είδα να τρέχει μια γυμνή στο τρίτο πάτωμα του μυαλού μου Να μουγκρίζουνε δυο τέρατα ανθρωπόμορφα Να την προκαλούνε – καθώς περνούσε – αδιάντροπα Χτυπώντας ρυθμικά το πάτωμα με τις ουρές τους Όταν έπεφτε ψιλή ψιλή βροχή Στάχτη από ηφαίστειο στόμα γυναικείο Κράτησα το χέρι ενός τρελόπαιδου που ξεψυχούσε Στεφάνωσα το αγαπημένο μέτωπο Με λίγα ξερά και άδεια λόγια παρηγοριάς (Δε θυμάμαι αν ήταν κορίτσι ή αγόρι Ο αδικοσκοτωμένος σ’ ένα κομμάτι γης 2×1 ½ μ.) Τρεις αιώνες πέρασαν πριν γίνουν όλα αυτά Πριν ν’ αντιγράψω σ’ ένα τετράδιο καθαρό Τους θρήνους μιας απαρνημένης Το κλάμα ενός νεογέννητου παιδιού Ταφές ανθρώπων ζωντανών – νεκρών που ξαναζωντανεύουν Σχήματα μεταξωτά που αναδιπλώνονται Ένα πλάσμα που φοβόταν ν’ αγαπήσει Κομμάτι μάρμαρο από σάρκα Και τη γραφή την άγραφη Που είδα γραμμένη στ’ όνειρό μου Με γράμματα φωτιάς που καίγαν το χαρτί
Το ‘να μέσα στ’ άλλο
Τα πάντα αλλάζουνε γίνονται το ‘να τ’ άλλο Τα ξύλα γίνονται πέτρες τα δέντρα σύννεφα Οι γυναίκες άντρες τα φύλλα θάλασσες Τα φτερά πηγάδια τα μάτια αέρας Τα σερτάρια μέταλλα τα λουλούδια νους Τα γράμματα και οι γραφές γίνονται Αναλφάβητα τ΄ ωραίο γίνεται κτήνος Τ’ αρσενικό ουδέτερο το μυστήριο φανερώνεται Η ελπίδα τυφλώνεται όπως ο πλούτος Τα πάντα είναι τηλεσκόπια και τίποτα δεν είναι Σίγουρο ότι θα γίνει ή δε θα γίνει Όλα είναι το ένα μέσα στ΄ άλλο πέτρες Ποτάμια τρέχουνε από τα δάχτυλά του Οι λέξεις τους είναι τουλίπες Η αγάπη του είναι στέρνα είναι τραπέζι Μια πολυθρόνα κάθεται μες στο δεξί του μάτι Το περιβόλι του παραθυριού είναι ένα Κοιμητήριο φύλλων η αγορά είναι παρθένα Και η δροσιά του δειλινού μια στραβοτιμονιά Μια βελόνα τεντώνει την κλωστή της ώσπου να σπάσει Ένα πόδι μασάει την αλυσίδα του ένας χαρταετός Γίνεται σκύλος και δαγκώνει όποιον έτυχε να περάσει Ένα παιδί ορφανό γίνεται η μητέρα ενός άλλου Ένας τίτλος γίνεται άπορος και παντρεύεται Ό,τι υπάρχει ζει, τα μέταλλα μέσα στη γη Οι πέτρες μες στο χώμα, απόδειξη πως μαραίνονται Άμα τα ξεριζώσεις ο κόσμος είναι τρομερός Δανείζει και δανείζεται αλλάζει χρώμα Δε λέγεται πια όπως λέγεται είναι Τέρας χελώνα ντιβάνι καναπές μπούτι γκαζιέρα Και μαλλί ξανθό γύρω από ένα γυναικείο φύλο
Τα τρία τέταρτα της ζωής μου
Στον Τάσο Δενέγρη
Μέσα στης γης τα χάσματα και την επιδερμίδα Άγνωστες ποσότητες σπανίων ορυκτών Τοποθετημένα σαν κεφάλαια σ’ επίκαιρα σημεία Μια γενειάδα ακολουθεί την άλλη αστραπιαία Χώρες αλλάζουν χέρια εμβαδόν υψόμετρο Ονόματα πόλεως γίνονται χερσόνησοι Τοποθεσίες πολυάνθρωπες γίνονται θάλασσες Ποτάμια δανείζονται τις κοίτες των άλλων ποταμών Λόφοι παραμερίζονται από ζηλότυπα βουνά Πολυτελή ανάκτορα ερημώνονται και καταντούν υπόγεια Άνθρωποι σοφοί ξαναμωραίνονται Και το μυαλό τους εξατμίζεται στο χάος το απληροφόρητο Ξύλινα σπίτια τοποθετημένα σε νέες διασταυρώσεις Γίνονται θύματα της πυρκαγιάς ερωτικών διαθέσεων Γέφυρες υποτάσσονται στους πεζούς Φέρετρα στοιβάζονται γιατί όλοι τώρα Καίνε τους « πρώην» τους με αρώματα Σε κλίβανους ατομικούς Κατεψυγμένοι εγκέφαλοι σκέπτονται στις βιβλιοθήκες Κύριοι φρακοφόροι μελετούν τις αντιδράσεις τους Σεξουαλικές ανωμαλίες Γίνονται «Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου» Όργανα της τάξης αλλάζουν φύλο καθημερινά Όργια σε ρωμαϊκές βίλες Παίρνουν τον χαρακτήρα Μιας σφαγής συνειδήσεων Εξαγορασμένη τρυφερότητα φτάνει ως τα πεζοδρόμια Στο μεταξύ τα πόδια μου Είναι από άμμο κι από μαργαρίνη Τα χέρια μου είναι από φτερά πουλιών Το κεφάλι μου είναι βιδωτό Το στόμα μου αναβοσβήνει Όπως τα φώτα της κυκλοφορίας Κόκκινο πράσινο κίτρινο κόκκινο καφέ… Τα λόγια μου ταχυδρομούνται Σε στοίβες εκατομμυρίων Κλείνω τ΄ αυτιά μου για να μην ακούγονται Τα παράπονα των ταχυδρόμων Ένας ταμίας που κατάκλεψε μια Τράπεζα Ομολογεί τα πάντα σ΄ ένα μέντιουμ Που πάει να τον καταγγείλει στην αστυνομία Μια νεράιδα ντύνεται στο σεληνόφως Μια γυναίκα στου Dior – εγώ δεν ντύνομαι Πουθενά – μένω γυμνός – Το σπίτι μου είναι ο παράδεισος των ανωμάλων έλξεων Μόνο στραβόξυλα περνούν για διαβατήρια Μόνο χαμόγελα έχουν μια γεύση υπόξινη Μόνον οι βάσεις και τα οξέα Ξέρουν τι σημαίνουν οι συνθέσεις Που μοιράζονται τα ηλεκτρόνιά τους με άλλα άτομα
Όλο το 24ωρο
Μισός αιώνας απογεύματα με τη γιαγιά μου Σύννεφα σαύρες παρδαλές και άλλα τέρατα Κορίτσια ελαφρόμυαλα σαν τα σπουργίτια Με βάδισμα ενοχοποιητικό μες στα παλτά τους Ένα σεντόνι ερημιάς πάνω στο πρόσωπό μου Συναντήσεις καθημερινές σαν γκρεμισμένες εκκλησίες Λιμουζίνες με περίεργες βλοσυρές εκφράσεις στο τιμόνι Άγνωστοι στις γωνίες των δρόμων περιμένοντας Άγνωστες που περνάνε στον πληθυντικό Ζαχαροπλαστεία γεμάτα ερωτηματικές ματιές Φάρμακα αντίδοτα για αισθήματα ασφυξίας Ώρες που δεν ξανάρχονται και καφενεία φαντάσματα Ξύπνημα πρωινό βαρύ ασήκωτο ή ευδιάθετο Ξεκίνημα για μιας καρδιάς την πόρτα τη στενή Αλλά κανείς στο σπίτι που είπανε πως έμενε Τρελή Σουηδέζα με μάτια σα φανάρια Αγώνες για τη Δημοκρατία αγώνες δρόμου και αγωνία Μισός αιώνας παρά τέταρτο και κάτι ακόμα παραλίγο επάνω μου.
*Η συλλογή τελικά κυκλοφόρησε πρώτα στο San Francisco το 1977
Ο ΝΑΝΟΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ ΜΙΛΑΕΙ ΣΤΗΝ ΕΛΠΙΔΑ ΠΑΣΑΜΙΧΑΛΗ
«Εγώ διαισθανόμουν ότι θα έχουμε ταραχές. Το πίστευα από καιρό και το είχα πεί ότι δεν θα περάσουμε τον χειμώνα ήρεμα . Διότι υπάρχει οικονομική δυσπραγία, από μία απερίσκεπτη ένωση με το ευρώ που έγινε πιο νωρίς από ό,τι έπρεπε. Αυτά είναι μηνύματα που τα εισπράττει κανείς όχι μόνο στο συνειδητό αλλά και συναισθηματικά. Τα αισθάνεται στην ατμόσφαιρα. Η ατμόσφαιρα μετατρέπεται σε γλώσσα. Το ποίημα λειτουργεί σαν βαρόμετρο. Αυτή είναι η λειτουργία της ποίησης.»
Μέσα σε μία φράση ο ποιητής και συγγραφέας Νάνος Βαλαωρίτης, δισέγγονος του ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, συμπυκνώνει, μιλώντας στον «Ε.Τ.» τη δική του εικόνα για τα πρόσφατα δραματικά γεγονότα και την αντίδραση των νέων. Ο διακεκριμένος στην Ελλάδα και στο εξωτερικό λογοτέχνης που έχει τιμηθεί δύο φορές με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης αλλά και το Βραβείο της Αμερικανικής National Poetry Association (1996) συζήτησε μαζί μας για τον πολυσυζητημένο ρόλο των πνευματικών ανθρώπων στις κοινωνικές κρίσεις, για την εσωστρέφεια της λογοτεχνίας, για τον μηδενισμό των νέων, αλλά και για τον Μάη του ΄68 τον οποίο ο ίδιος έζησε αφού την περίοδο εκείνη ήταν στη Γαλλία.
-Υπάρχει η αίσθηση ότι ο πνευματικός κόσμος κωφεύει στα κοινωνικά μηνύματα. Την συμμερίζεσθε;
Κωφεύει διότι μη νομίζετε ότι οι συγγραφείς ασχολούνται με τα κοινά και τα δημόσια. Ιδιωτεύουν. Είναι στραμένοι στον εαυτό τους. Ναρκισεύονται και τα λοιπά,. Δεν ενδιαφέρονται και πολύ για το τι συμβαίνει γύρω τους. Ενδιαφέρονται μόνο για τις ασχολίες και αυτά που αφορούν τους ίδιους. Οι ποιητές είναι μία μικρή μειοψηφία η οποία επειδή η ποίηση έχει πιο δημόσια λειτουργία, εμπλέκονται περισσότερο στα τρέχοντα γεγονότα.
-Σήμερα η ποίηση έχει κοινωνικές ευαισθησίες;
Σήμερα η στρατευμένη ποίηση έχει καταργηθεί, δεν πρέπει όμως και να πέσουμε στον τέλειο ναρκισσισμό που βλέπω σε αρκετούς από αυτούς που θέλουν να γίνουν ποιητές. Ένας αυθεντικός ποιητής πρέπει να έχει τις κεραίες του τεντωμένες στα πράγματα και στα γεγονότα.
-Γιατί η λογοτεχνία έχει γίνει εσωστρεφής;
Πρόκειται για μία μεγάλη παρεξήγηση ότι κάθεσαι και γράφεις για τα εσώτερά σου. Δεν είναι αυτό η ποίηση. Η ποίηση είναι ένα πράγμα που υπάρχει ήδη ανάμεσα σε σένα και στον κόσμο. Δεν εκφράζεις μόνο τον εαυτό σου με την ποίηση. Εκφράζεις την ικανότητά σου να χρησιμοποιείς τη γλώσσας. Μετά το μοντερνισμό ο καθένας θεωρεί ότι μπορεί να γράψει ποίηση, γιατί δεν υπάρχουν κανόνες. Ο καθένας βγάζει ποιητικές συλλογές. Όμως αυτά δεν είναι ποιήματα, είναι εσωστρεφείς σκέψεις που δεν έχουν και μεγάλο ενδιαφέρον. Δυστυχώς πολλοί εκδότες βγάζουν κατά σειρά τέτοιες συλλογές.
-Η ποίηση θα μπορούσε να δώσει διεξόδους στις ανησυχίες και τα αδιέξοδα των νέων;
Σίγουρα. Σήμερα υπάρχει άγχος και ένα είδος απελπισίας που καταλήγει στο μηδενισμό. Αυτό είναι επικίνδυνο.. Οφείλει να ενισχύσει κανείς την πίστη στο ιδεώδες και στην ουτοπία που έστω κι αν δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί πρέπει να μείνει ζωντανή στη καρδιά ενός νέου για να μην πέσει στην κατάθλιψη. Αυτό κατακτάται δύσκολα. Η ποίηση δίνει τη δυνατότητα να δει κανείς πιο πέρα από την μύτη του. Να κοιτάξει στον κόσμο της, που μπορεί να είναι ιδανικός, αλλά υπάρχει μέσα μας. Από μας εξαρτάται να πλουτίσουμε τη ζωή μας. Η δημιουργικότητα είναι φυσική στο παιδί και στο νεαρό έφηβο αν δεν του την χαλάσουν από πολύ νωρίς οι μεγάλοι.
-Στον Μάη του ’68 ήσασταν στη Γαλλία. Υπάρχουν ομοιότητες με αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα;
Στη Γαλλία επειδή η εξέγερση πήρε έμπνευση από τις μικρές ποιητικές ομάδες των υπερρεαλιστών, το καλλιτεχνικό επίπεδο ήταν αρκετά υψηλό ώστε να μην περιπέσουν σε άγνοια και σε χυδαιότητα συνθημάτων. Τα συνθήματα ήταν πολύ εμπνευσμένα, με χιούμορ, με δημιουργικότητα. Επίσης δεν είχαν το μονοπώλιο οι βίαιες ομάδες, που υπήρχαν και τότε. Οι Γάλλοι αναρχικοί δεν βάλανε φωτιές, δεν σπάσανε έπιπλα, δεν κάνανε κατοχές που δεν είχαν διδακτικό χαρακτήρα. Αφήσαν τους ανθρώπους ελεύθερους να συζητήσουν.
-Υπάρχει κάτι που σας δίδαξε ο υπερρεαλισμός σε προσωπικό επίπεδο; Ο υπερρεαλισμός με στήριξε μετά τον Εμφύλιο. Οι υπερρεαλιστές με δίδαξαν ότι δεν πρέπει κανείς να αφήνει ακόμη και ένα ανεκπλήρωτο ιδανικό για να μην κατακρημνισθεί και ο ίδιος..
(Η Ελπίδα Πασαμιχάλη είναι δημοσιογράφος του “Ελεύθερου Τύπου”) http://www.poiein.gr
Νάνος Βαλαωρίτης:Ο ευπατρίδης των γραμμάτων και των τεχνών
Της Ντόρας Ηλιοπούλου-Ρογκάν
Χαρισματικός και πολυτάλαντος δημιουργός, ο Νάνος Βαλαωρίτης, εμπνευσμένος ποιητής και συγγραφέας, έξοχος μεταφραστής αλλά και ταλαντούχος ζωγράφος, τιμημένος –κατ’ επανάληψη – με κρατικά βραβεία και διακρίσεις, έλαβε το Δεκέμβρη του 2009 το μεγάλο κρατικό βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο της προσφοράς του στον τομέα των γραμμάτων και των τεχνών. Τιμή που υπενθύμισε σε όλους μας τη σημαντική συμβολή του στον πνευματικό χώρο της πατρίδας μας αλλά και στο εξωτερικό.
Προσωπικότητα από εκείνες που, δυστυχώς, έχουν προ πολλού εκλείψει, όχι μόνο από την Ελλάδα αλλά και διεθνώς, ο Βαλαωρίτης είναι ουμανιστής με την πιο ακραιφνή έννοια του όρου. Και αυτό, γιατί πέρα από το προσωπικό ποιητικό και λογοτεχνικό του έργο, προσέφερε πολλά στην Ελληνική λογοτεχνία συμβάλλοντας, π.χ, δυναμικά και αποτελεσματικά στο να γίνουν διεθνώς γνωστοί, χάρη στις μεταφράσεις του στην αγγλική γλώσσα και τα άρθρα που τους αφιέρωσε στη διάρκεια της παραμονής του στο Λονδίνο (1944-1953), οι Έλληνες ποιητές της δεκαετίας του τριάντα. Ομοίως, παρουσίασε την ελληνική ποίηση σε εξειδικευμένα περιοδικά στη Γαλλία (Lettres Nouvelles), ενώ σε όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του αφιερώθηκε με όλες του τις δυνάμεις στην προβολή του ελληνικού πνεύματος, είτε μέσα από το διεθνή και τον ελληνικό τύπο (Πάλι, Συντέλεια και Νέα Συντέλεια) είτε μέσα από τη φωτισμένη διδασκαλία του σε Πανεπιστήμια του εξωτερικού.
Γεννημένος το 1921 στη Λοζάνη της Ελβετίας, ο 89χρονος σήμερα και πάντοτε ακμαίος και θαλερός δημιουργός, σπούδασε αρχικά κλασσική φιλολογία και νομικά στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών, αγγλική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου και, τέλος, μυκηναϊκή φιλολογία στην Ecole Pratique des Hautes Etudes στο Παρίσι. Eιδικότερα, στα εννέα χρόνια της διαμονής του στο μεταπολεμικό Λονδίνο (1944-1953), ο Βαλαωρίτης έκανε γνωστή στην αγγλική πρωτεύουσα την ποίηση των Σεφέρη, Ελύτη, Εμπειρίκου, Εγγονόπουλου, Γκάτσου, ενώ συγχρόνως γνώρισε και συναναστράφηκε τους: T.S. Eliot, St. Spender, Th. Dylan, W.H. Auden κ.ά. Τέλος, στο Λονδίνο τύπωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή «H τιμωρία των Μάγων» (1947).
Σπουδαίος σταθμός στο έργο και τη σταδιοδρομία του στάθηκε το Παρίσι όπου γνώρισε τον Αντρέ Μπρετόν και τους υπερρεαλιστές, από τους οποίους επηρεάστηκε δημιουργικά, σαν απόλυτα ισάξιος δημιουργός. Όμως, πάνω απ’ όλα, συνδέθηκε με στενή φιλία μαζί τους. Φιλία, στην οποία παρέμεινε πιστός και μετά το θάνατο του Μπρετόν, το 1966. Ιδρυτής του πρωτοποριακού περιοδικού «Πάλι» (1963-1967) στην Ελλάδα, χάρη στο οποίο έγινε ευρύτερα γνωστός ο υπερρεαλισμός στη χώρα μας, δίδαξε από το 1968 μέχρι την επιστροφή του στο Παρίσι, στα τέλη της δεκαετίας του εβδομήντα, συγκριτική λογοτεχνία και γραφή στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο. Στη συνέχεια, συνεργάστηκε με τον Ζακ Λαριέρ στην παρουσίαση της ελληνικής λογοτεχνίας στο περιοδικό Lettres Nouvelles, ενώ από τότε μέχρι σήμερα, έχει δημοσιεύσει σε πολλά ξένα λογοτεχνικά περιοδικά μονογραφίες και άρθρα ανάμεσα στα οποία σημειώνουμε εκείνα που αναφέρονται στους: Καβάφη, Σικελιανό, Σολωμό, Εμπειρίκο, Κάλα, Εγγονόπουλο, Σεφέρη, κ.ά. Ο ίδιος έχει στο ενεργητικό του 15 ποιητικές συλλογές και τέσσερις συλλογές με ποιητικές πρόζες.
Ενορχηστρώνοντας μια εμπνευσμένη όσμωση ανάμεσα στην ποίηση και τη ζωγραφική, ο Βαλαωρίτης έφερε με παρρησία σε πέρας το 1991 στο Κέντρο Πομπιντού την ΄Εκθεση ζωγραφικής Ελλήνων Υπερρεαλιστών, με τη συμμετοχή εννέα ποιητών (Εμπειρίκος, Γκάτσος, Σαχτούρης, Κακναβάτος, Βαλαωρίτης, Παπαδίτσας).
Χαρισματικός ποιητής αλλά και ζωγράφος, ο ίδιος αποτελεί ένα πρότυπο ιδιόμορφης υπερρεαλιστικής έκφρασης τόσο στην ποίηση όσο και τη ζωγραφική του επειδή, ακριβώς, είναι προικισμένος με μια πολύ έντονη προσωπικότητα. Προσωπικότητα ανήσυχη και συνάμα νηφάλια, κατεξοχήν καλλιεργημένη, εγκυκλοπαιδικά μορφωμένη και συνάμα τόσο ανθρώπινη. Προικισμένος με ένα ακατάβλητο και πολύ λεπτό χιούμορ, που το απολαμβάνει κανείς σε κάθε συνομιλία μαζί του, ο Βαλαωρίτης θέλγει σε πολλά μήκη κυμάτων και πεδία. Η κατεξοχήν «ατμοσφαιρική» ποίησή του, σε μια δημιουργική αντιπαραβολή με τη ζωγραφική του, προκαλεί στον αναγνώστη και το θεατή αστείρευτους σε φάσμα συνειρμούς και κυρίως: την εντύπωση ότι είναι συνεργός και συμπρωταγωνιστής σε ένα ατελεύτητο ανάπτυγμα κόσμων και «δράσεων».
Και στις τρεις ατομικές εκθέσεις με ζωγραφική και κολλάζ που ο Βαλαωρίτης έχει πραγματοποιήσει στον «Αστρολάβο» επισημαίνουμε το χαρισματικό ρυθμό με τον οποίο το εξαιρετικά κινητικό ίχνος συνευρίσκεται με το χρώμα, σε πρωτόφαντες συνθέσεις, στο μεταίχμιο παραστατικότητας, αφαίρεσης .
Εμπνευσμένο μεταίχμιο που απαλλαγμένο από κάθε ίχνος αφηγηματικότητας ή και επιφανειακού εντυπωσιασμού, μας υποβάλλει, χάρη σε μια ξεχωριστή στο Βαλαωρίτη δυναμική, σε άγνωστους, γνωστούς κόσμους αποσπασματικά δοσμένους, έτσι ώστε να διεγείρουν σε βάθος – δίχως να πολώνουν – τη φαντασία μας. Θα έλεγε κανείς, ανεπιφύλαχτα, ότι ο Βαλαωρίτης γράφει με τα σχέδιά του και ζωγραφίζει με τους στίχους του, για να μας προσφέρει ένα ιδιοφυές δίπτυχο-μονόπτυχο της αυθεντικής υπερρεαλιστικής του προσωπικότητας σε πρώτο βαθμό. Προσωπικότητα της οποίας η έκφραση αποτελεί μια διαχρονική, ουσιαστική προσφορά στο χώρο του υπερρεαλισμού γενικότερα. Ακόμη, στα σχέδιά του είναι ενορχηστρωμένος ένας, σχεδόν στην κυριολεξία, μουσικός ρυθμός που τα προβάλλει σχεδόν τρισδιάστατα στο χώρο ολόγυρα, προκαλώντας μύριες όσες αναγνώσεις και ερμηνείες. Ιδίωμα που αποτελεί την υπέρτατη εγγύηση για την αυθεντικότητα και το έρμα της προσφοράς του δημιουργού. Και αυτό επειδή ακριβώς διττή είναι εδώ η δημιουργία, αφού ο Νάνος Βαλαωρίτης όντως κάνει ποίηση μέσα από τη ζωγραφική, ενώ, αντίστροφα, ο ποιητικός του λόγος υποβάλλει σε ευρηματικές εικόνες.
Και από μια ουσιαστική όσμωση λειτουργεί κάθε φορά εδώ, καθώς ζωγραφική και γραπτός λόγος συνυφασμένα στον ψυχικό κόσμο του καλλιτέχνη, δείχνουν να τροφοδοτούνται από αυτήν καθαυτή την ενέργεια που διέπει το σύμπαν. Και αυτό, ώστε να αποδειχθεί ότι πνεύμα και ύλη δεν αποτελούν παρά τις δύο διαφορετικές όψεις μιας και της αυτής υπέρτατης Αλήθειας.
Ο Νάνος Βαλαωρίτης γεννήθηκε το 1921 στη Λωζάνη της Ελβετίας. Είναι ποιητής και συγγραφέας, δισέγγονος του ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη. Σπούδασε νομικά, φιλολογία (Αγγλική και Γαλλική) στα πανεπιστήμια των Αθηνών, Λονδίνου, και Σορβόνης.
Βίος Γεννήθηκε στην Λωζάννη της Ελβετίας και ήταν γιος του διπλωμάτη Κωνσταντίνου Βαλαωρίτη, γιου του Ιωάννη Βαλαωρίτη. Γράφει από νέος — πρωτοδημοσιεύει στα Νέα Γράμματα το 1939. Το 1944 δραπετεύει απ' την γερμανοκρατούμενη Ελλάδα μέσω του Αιγαίου στην Τουρκία, από εκεί στη Μέση Ανατολή και τελικά στην Αίγυπτο όπου συναντάει τον Σεφέρη ο οποίος υπηρετούσε την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση ως γραμματέας της ελληνικής πρεσβείας στο Κάιρο. Το 1944 μετά από προτροπή του Σεφέρη ο Βαλαωρίτης ταξιδεύει στο Λονδίνο για να βοηθήσει στην ανάπτυξη λογοτεχνικών δεσμών μεταξύ Ελλάδας και Βρετανίας. Συναντά τους Τ.Σ. Έλιοτ, Γ.Χ. Όντεν, Ντύλαν Τόμας και εργάζεται για τον Λούις Μακ Νις στο BBC. Εκτός από τη μελέτη αγγλικής λογοτεχνίας στο πανεπιστήμιο του Λονδίνου, κάνει και μεταφράσεις (στα αγγλικά) Ελλήνων μοντερνιστών ποιητών, μεταξύ των οποίων του Ελύτη και του Εμπειρίκου. Το 1947 εκδίδει την Τιμωρία των Μάγων, την πρώτη του ποιητική συλλογή, στο Λονδίνο. Από το 1954 μέχρι το 1960 συμμετέχει στην ομάδα των σουρεαλιστών του Παρισιού.
Το 1960 επιστρέφει στην Ελλάδα, και ανάμεσα 1963 και 1967 είναι ο εκδότης και διευθυντής του λογοτεχνικού περιοδικού Πάλι. Όταν η χούντα έρχεται στην εξουσία το 1967, νιώθει πως δεν έχει άλλη επιλογή παρά να αυτοεξοριστεί, έτσι το 1968 ταξιδεύει στις ΗΠΑ όπου και διδάσκει συγκριτική λογοτεχνία και δημιουργικό γράψιμο στο πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο, μια θέση που κράτησε για 25 χρόνια. Το 1983 βραβεύεται με το Α' Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή του Μερικές γυναίκες (ενώ είχε αρνηθεί ανάλογη βράβευση το 1958. Το 1976 είχε, επίσης, αρνηθεί την πρόταση να γίνει αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών).
Το Δεκέμβριο του 2009 του απονεμήθηκε το Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολo του έργου του.
Θεατρικά του έργα έχουν παιχτεί σε Παρίσι, Σπολέτο, Άαρους, και Αθήνα. Έχει συνεργαστεί με τα λογοτεχνικά περιοδικά Τετράδιο, Σήμα, Horizon, New Writing και Daylight.
ΈργαΠοίηση * Η Τιμωρία των Μάγων, ιδιωτική έκδοση 1947 * Κεντρική Στοά, ιδιωτική έκδοση 1958 * Terre de Diamant, ιδιωτική έκδοση 1958 * Κάποιος 1963 * Hired Hieroglyrhs 1970 * Dipomatic Relations 1971 * Ανώνυμο Ποίημα του Φωτεινού Αηγιάννη 1977 * Εστίες Μικροβίων 1977 * Ο Ήρωας του Τυχαίου 1979 * Flash Bloom 1980 * Η Πουπουλένια Εξομολόγηση 1982 * Μερικές Γυναίκες, Α' Κρατικό Βραβείο Ποίησης 1983 * Ο Διαμαντένιος Γαληνευτής 1981 * Ποιήματα 1 1983 * Στο Κάτω Κάτω της Γραφής 1984 * Ο Έγχρωμος Στυλογράφος 1986 * Ποιήματα 2 1987 * Ανιδεογράμματα 1996 * Ήλιος, ο δήμιος μιας πράσινης σκέψης 1996 * Αλληγορική Κασσάνδρα 1998
Πεζά * Ο Προδότης του Γραπτού Λόγου, διηγήματα 1980 * Απ' τα Κόκκαλα Βγαλμένη, μυθιστόρημα 1982 * Ο Θησαυρός του Ξέρξη, μυθιστόρημα 1984 * Η Δολοφονία, νουβέλα 1984 * Ο Ομιλών Πίθηκος ή Παραμυθολογία 1986 * My Afterlife Quaranteed, διηγήματα 1990 * Η Ζωή μου Μετά Θάνατον Εγγυημένη, διηγήματα 1993 * Παραμυθολογία 1996 * Ο Σκύλος του Θεού 1998 * Τα Σπασμένα Χέρια της Αφροδίτης της Μήλου 2002 * Γνωρίζετε την Ελπινίκη;, διηγήματα 2005
Δοκίμια * Ανδρέας Εμπειρικός 1989 * Για μια Θεωρία της Γραφής 1990 * Μοντερνισμός, Πρωτοπορία και Πάλι 1997 * Αριστοτέλης Βαλαωρίτης, Ένας Ρομαντικός 1998
πηγή: Βικιπαίδεια
Κάποιος κοιτάει μέσα μου και βλέπει ότι με βλέπει κάποιος ακούει μέσα μου κι ακούει ότι μ' ακούει με συναντάει το απόγευμα σε μια γωνιά του δρόμου μαντεύοντας ποιος θα 'ναι κει κι όσα θα μου συμβούνε
Κάποιος που είναι μέσα μου μου χτίζει ένα σπιτάκι και το γκρεμίζει γρήγορα πριν να το κατοικήσω κάποιος που είναι πάντοτε μπροστά και δε μ' αφήνει κλείνοντας και φράζοντας το δρόμο να περάσω
Κάποιος κινείται μέσα μου και ξεκινάει σαν τρένο γεμάτος ανυπόμονους κι ωραίους ταξιδιώτες κάποιος μου λέει πως είν' αργά και δε θα αρθούν εγκαίρως να μας γλιτώσουν οι καλοί απ' τις κακές διαθέσεις
Κάποιος μου λέει για στάσου ένα λεπτό περίμενε στάσου να δω ποιος είσαι συ ποιος είν' αυτός πού πάμε μα ήταν άλλος απ' αυτό που νόμιζα πως ήταν και που' ναι πάντα μακριά από εκείνου που είναι
Κάποιος θυμάται μέσα μου έναν παλιό του φίλο τότε που πέφταν κανονιές η μια πάνω στην άλλη κάποιος μου λέει δεν είμαι γω που γράφω αυτήν την ώρα μα ένα χέρι ελαστικό που σπρώχνει το δικό μου
Κάποιος μιλάει μέσα μου όταν μιλάω με κάποιον και του εξηγεί πως γίνεται το κάθε τι στον κόσμο πως γίνεται το ανώμαλο απ' το κανονικό και ο καπνός απ' τη φωτιά πως βγαίνει γαλανόλευκος
Κι απ' τη βροχή το σύννεφο πως χαμηλώνει αθόρυβα κι αδειάζοντας πως πέθαινε επάνω από τα σπίτια κι από την πόρτα του μυαλού μια σκέψη πως μπαινόβγαινε αλείβοντας τα λόγια της με της μιλιάς το μέλι
Ένας σκορπιός τρυπήθηκε απ' το κεντρί του μόνος κάποιο ρολόι αδέσποτο μπερδεύοντας τις ώρες χτυπούσε οκτώ στις έντεκα και δώδεκα στις μία απάνω στο καμπαναριό ή μέσα στην καρδιά μου
Ανοίξτε αμέσως για να μπει αυτός ο κάποιος άλλος να μπει απ' το παράθυρο όπως μια πεταλούδα που με κοιτάει όταν κοιτώ μέσα στον εαυτό μου μες το δικό μου πρόσωπο το πρόσωπο ενός άλλου
Την ομορφιά που κλείνω μέσα μου κανείς ποτέ δε θα τη νιώσει. Κι αν την πληγώσει θά ΄ναι ανίδεος κι ούτε γι΄αυτό θα μετανιώσει.
Μαρία Πολυδούρη
Τρία πάθη, απλά, αλλά κατακλυσμιαία, εξουσιάζουν τη ζωή μου: Η λαχτάρα για αγάπη, η αναζήτηση της γνώσης και η ανυπόφορη θλίψη για τα βάσανα του ανθρώπινου είδους. Bertrand Russell
Το ζήτημα είναι από πού βλέπει κανείς τον ουρανό. Εγώ τον έχω δει από καταμεσίς της θάλασσας...
Οδυσσέας Ελύτης
.."Βέβαια υπάρχει το αίνιγμα. Βέβαια υπάρχει το μυστήριο. Αλλά το μυστήριο δεν είναι μια σκηνοθεσία που επωφελείται από τα παιχνίδια της σκιάς και του σκότους για να μας εντυπωσιάσει απλώς. Είναι αυτό που εξακολουθεί να παραμένει μυστήριο και μέσα στο απόλυτο φως. Είναι τότε που προσλαμβάνει την αίγλη εκείνη που ελκύει και που την ονομάζουμε Ομορφιά. Την Ομορφιά που είναι μια οδός - η μόνη ίσως οδός προς το άγνωστο μέρος του εαυτού μας, προς αυτό που μας υπερβαίνει. Επειδή αυτό είναι στο βάθος η ποίηση: η τέχνη να οδηγείσαι και να φτάνεις προς αυτό που σε υπερβαίνει".. Ελύτης
Μεταρσίωση
Το πνεύμα μου, σαν ουρανός, σαν ωκεανός, σαν θάλασσα, λύνεται απόψε στο άπειρο χωρίς να βρίσκει αναπαμό. Τις ζώνες γύρω του έσπασε και ανατινάζεται θερμό το πνεύμα μου σαν ουρανός, σαν ωκεανός, σαν θάλασσα. Σαν γαλαξίας απέραντος το σύμπαν σέρνω στο χορό. Ήλιο τον ήλιο γκρέμισα, θόλο το θόλο χάλασα, κι είμαι σαν μιαν απέραντη, πλατιά γαλάζια θάλασσα, που οι στενοί πάνω μου ουρανοί δε μου σκεπάζουν το νερό.
Ν.Βρεττάκος
Γλυκειά μου αγάπη No Pasaran!!!!
Syntagma Square 20110925
Την ομορφιά που κλείνω μέσα μου κανείς ποτέ δε θα τη νιώσει. Κι αν την πληγώσει θά ΄ναι ανίδεος κι ούτε γι΄αυτό θα μετανιώσει
Μαρία Πολυδούρη
«Δεν είμαι διανοούμενος, είμαι μόνο μια ευαισθησία» είχε πει κάποτε ο Σάμιουελ Μπέκετ
Για ν' ακούς μόνο εμένα τρυφερεύουν ώρες ώρες τα λόγια μου και γίνονται σαν τις πατημασιές των γλάρων στην άμμο του γιαλού...
Είναι θύελλες ζαλωμένο το πρωινό μες στο κατακαλόκαιρο. Σαν άσπρα μαντηλάκια αποχαιρετισμών σαλπάρουν τα σύννεφα, και, εκεί, τ' αρπάζει ο άνεμος και τα σηκώνει με τα χέρια του τα ταξιδιάρικα. Αρίφνητη η καρδιά του ανέμου που χτυπάει μες στην ερωτοδέσμια σιωπή μας...
Ω πευκώνα μου, εσύ, απέραντε, φλοίσβε των παρόχθιων κυμάτων, σιγανό πηγαινέλα των φώτων, της εκκλησιάς καμπάνα κατάμονη, στάλα εσπερινή που ραντίζεις τα δικά σου τα μάτια, παναγιά μου, κουκλί μου πεντάμορφο, της στεριάς αχιβάδα, μάσα σου εσένα τραγουδάει το χώμα!..
Από τ' αμπέλια του ήλιου πέφτει μια ρώγα στο σκούρο φουστάνι σου. Της νύχτας οι πελώριες ρίζες θρασεύουν απότομα και βγαίνουν από την ψυχή σου, κι έτσι επιστρέφεις στον έξω κόσμο ότι είχες μέσα σου κρυμμένο, κι έρχονται σμάρια εκεί, σμάρια γαλαζωπά, που εσύ εγέννησες κι εσύ τα τρέφεις...
Στη στερνή αναλαμπή του το φως σε τυλίγει...
Gracias!!
Άρης Αλεξάνδρου
..Κοιμήσου μέρα κόκκινη της άνοιξης αχείλι πόχεις τον ήλιο στην καρδιά τη λευτεριά στα μάτια και σε παινάει το δειλινό και σε ζουλεύει η αυγούλα..
..Όλο μιλάω για γραμμές επίπεδα και πέτρες Για να μην τύχει και προσέξεις Πόσο διστάζω να σε αγγίξω..
Με τις λέξεις σου να είσαι πολύ προσεκτικός, όπως είσαι ακριβώς μ’ έναν βαριά τραυματισμένο που κουβαλάς στον ώμο.
..Βάδιζε πάντα σταθερά σαν να πιστεύεις πως θα φτάσεις πριν σταματήσει η καρδιά του..
Επιταγές και δέματα Τα κανονίζεις όπως όπως Τριάντα τα εκατό πενήντα τα εκατό Μα ποιος θα πάρει την μισή μου ξενιτειά; Ποιος θα δεχτεί να πάρει Τριάντα τα εκατό απ’ τη μισή μου ξενιτειά
Πλάι στη θάλασσα μαζί σου Είχα μπορέσει να πετάξω Δυο βότσαλα στην άκρη του γιαλού Και μας πιτσίλισαν λιακάδα..
...Όσο υπάρχεις Ταξιδεύω Θα σε βρω Όπου πατάς Πέφτουν πράσινα φύλλα
Ίσως και να’ναι πρόφαση Όπως προφασίζουμε τα φύλλα Κι έχω κατά νου μου το νερό Όπως μιλάω για γεράνια Και βλέπω εκεί που αγγίξανε Τα χείλη σου το φως
Τις νύχτες σκάβαμε κρυφά Μια υπόγεια σήραγγα Μ΄ένα σουγιά μ΄ένα πιρούνι με τα νύχια Σκάβαμε τις πέτρες Ξέροντας πως θα φτάσουμε το πολύ ως τη θάλασσα..
Μας παίρνουν τον Κωστή για το στρατοδικείο Τα δάχτυλά του Μπερδεύονται και δένονται στους κόμπους.. ..Ήθελε να ζήσει Όσο θέλουμε κι εμείς Κι όμως τον σκοτώσαμε Είχε ένα χαμόγελο Σαν τη στιγμή που στρίβω τη γωνιά Και βλέπω φως Στο παράθυρό σου Κι όμως τον σκοτώσανε Μπόρεσε και δέχτηκε πως θα τον ξεχάσουμε Όπως ξεχνάς μια πέτρα που κρατάει το σπίτι σου Κι όμως τον σκοτώσανε..
Σύντροφε κοιμάσαι; Ήθελα να μου πεις, ξέρεις καμιά σελίδα μαρξισμού Που να βουλιάζουνε οι λέξεις στο χαρτί Σαν τη σιωπή μου Στις κόρες των ματιών της; Ο Πέτρος που κοιμάται στο τσιμέντο Δίχως φόδρα στο σακάκι Κάθε πρωί μου έκανε τράκα μια καλημέρα στα κλεφτά Γιατί τον είχαν για προδότη..
«Για την ομάδα ήμουν ύποπτος πάντα σαν την αλήθεια»
Ο ποιητής ολάκερος μπαίνει στα προβλήματα, ο ποιηματογράφος περνά πλάι απ’ τα προβλήματα. Γι’ αυτό διατυπώθηκε μια μέρα ο καημός: «Έχετε την ιδέα πως κάνετε ποίηση, όταν το αίμα σας είναι καλά σιγουρεμένο στις φλέβες;»..
Ο ποιηματογράφος ενδιαφέρεται για τη διάρκεια στη χρονική προέκταση. Ο ποιητής είναι διαρκής χωρίς την παραμικρή χρονική προέκταση. Ο ένας βλέπει τον ήλιο και νιώθει τη ζέστη. Ο άλλος βλέπει τον ήλιο και νιώθει το φως.
Ο ποιητής έχει στα μάτια του το αρχέτυπο και ξέρει πως η φύση δεν οργίζεται πραγματικά ούτε με την όποια καταιγίδα. Ο ποιηματογράφος έχει στα μάτια του το εγώ του και παίρνει στα σοβαρά τα δάκρυα του. Φυσικό να φοβάται, λοιπόν, το βρυχηθμό των ερωτημάτων, την ίδια στιγμή που ο ποιητής ποιμαίνει τα ερωτήματα, με την απόκριση που είναι ο ίδιος.
Ο ποιητής είναι σαλός. Ο ποιηματογράφος είναι σάλος. Ο πρώτος είναι θέαμα της θεότητας. Ο δεύτερος είναι θεατής της θεότητας.
Είπε κάποτε το αηδόνι: «Θα γίνω πίθηκος». Κ’ έγινε. Είπε κάποτε ο πίθηκος: «Θα γίνω αηδόνι». Και δεν έγινε, γιατί το κλαδί έσπασε απ’ τα πολλά του χοροπηδήματα.
Κατακίτρινος άγγελος, εκτυφλωτικά πορτοκάλια, χρησιμότητα των κορυφογραμμών – η ποίηση. Και ύψιστο σκουλήκι – ο ποιητής.
Κράτα το άλογο, μου είπε και βάζοντας το σκούφο του στην αμασχάλη έσκυψε στο νερό να πιει και τόνα μάτι του με κοίταζε απ’ το πλάι. Κοίταζε τα κουρέλια μου τα πόδια μου μες στις λινάτσες τις ξόβεργες στα ξυλιασμένα χέρια μου και πώς του χαμογέλαγα κρατώντας τ’ άλογο με περηφάνια.
Λοιπόν, ιδού ο Άγγελος, το πηγάδι και η βάρκα. Ο ποιητής και, φυσικά, το φεγγάρι. Το όνειρο και ο έρωτας. Όλοι χωράμε οι ζωντανοί κι οι νεκροί σ' ένα ποίημα
Ο Γιώργης Παυλόπουλος είναι ένας ποιητής υποδειγματικής λιτότητας… Τα αντικλείδια μας προσφέρουν ματιές μέσα σε κείνο το φευγαλέο εσωτερικό άδυτο της ποίησης που σε μια στιγμή είναι ερμητικά κλειστό και σε μιαν άλλη, σαν από θαύμα, διάπλατα ανοιχτό.
Γιώργος Δανιήλ Πανεπιστήμιο του Τορόντο WORLD LITERATURE TODAY, 64,1 (1990), 170-1
… Ο Παυλόπουλος πέρασε τα παιδικά του χρόνια στον Πύργο, κοντά στην Ολυμπία, κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής, και μετά από λίγα χρόνια στην Αθήνα, έχει τώρα επιστρέψει στη Επαρχιακή του Πατρίδα. Η εκφραστική έκταση και δύναμη της ποίησής του κάθε άλλο παρά Επαρχιακή είναι. Το κέντρο του "Κατωγιού" είναι μια τρομακτική νεανική εμπειρία πολέμου, εμπειρία που έχει απορροφηθεί από την ευρυνόμενη φαντασία του οριμάζοντος ποιητή.
Alan Υoung Κριτικός λογοτεχνίας Εφημ. TIMES (Λονδίνου), TLS, 18-8-1978
…Ο Παυλόπουλος γράφει από το υφάδι της ζωής του, είναι Έλληνας όπως ο Προύστ είναι Γάλλος. Σιγά-σιγά τ' όνομά του ακούστηκε στην Ελλάδα ακόμη και στις θλιβερές ημέρες της δικτατορίας. Δεν είναι όμως φημισμένος ποιητής, είναι απλώς πολύ καλός ποιητής. Τα ποιήματα αυτά έχουν εκείνη τη ποιότητα και τη γερή φτιαξιά που βρίσκονται στα θεμέλια της μεγαλοσύνης. Έχουν μια προσωπική αυθεντία. Περνούν την κρίσιμη δοκιμασία - αν δεν είχαν γραφτεί ο κόσμος και η Ελληνική γλώσσα θα φαίνονταν αλλιώτικα. Είναι δύσκολο να διδαχθείς απ' ένα μεγάλο ποιητή πώς να γράφεις και μολονότι ο Γιώργος Σεφέρης στάθηκε κατά κάποιο τρόπο ο δάσκαλος αυτών των ποιημάτων δεν βλέπω τη συντριπτική επίδρασή του είτε στη μορφή τους είτε στον εσωτερικό ρυθμό της γλώσσας τους που χαρίζει την πλαστικότητα στις μορφές. Εδώ κι εκεί στον Γιώργη Παυλόπουλο υπάρχουν κάποια σπιθίσματα υπερρεαλισμού αλλά τούτο είναι μόνο μια μαρμαρυγή στην επιδερμίδα των ποιημάτων του. Ο Παυλόπουλος είναι απόλυτα προσωπικός πιο προσωπικός ίσως από τους περισσότερους ποιητές και τούτο είναι αρκετός λόγος για να τον μεταφράσει κανείς…
Πήτερ Λήβι Μεταφραστής Εφημ. Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 5-5-1977
Μ' ενδιαφέρει η ποίηση του Γιώργη Παυλόπουλου γιατί είναι αποτελεσματική χωρίς ψιμύθια. Λέγοντας "ψιμύθια", εννοώ: χωρίς γλωσσικούς κορδακισμούς, που συνήθως είναι επιφανειακά σχήματα χωρίς ν' αγγίζουν τίποτε στο βάθος - και η ποίηση είναι, αν μπορώ να πω, έκφραση βάθους. Σε τι προχωρεί, μ' αυτόν, η ποίηση; Δεν ξέρω, άλλοι θα το πουν. αλλά στα χρόνια που ζούμε, το να κρατά κανείς την τέχνη σε μια ορισμένη στάθμη, είναι πρόοδος.
Γιώργος Σεφέρης Ποιητής Από το βιβλίο του Γ.Π. Σαββίδη: "Πάνω νερά" (Αθήνα, Ερμής 1973)
Οσο θα κοιτάζεις τον άλλο στα μάτια και κάτι θα συμβαίνει μέσα σου... Γιώργος Δουατζής
Θυμάμαι τώρα καθαρά, που είπες, πως αν η αλήθεια είναι άσπρο ή μαύρο δε θέλω να τη μάθω ποτέ.
Σταύρο των πολύτιμων στιγμών της ευαισθησίας, της ανημποριάς και της υπέρτατης δύναμης. Χαίρε τα ερέβη.
Πολύτιμε, ησυχία. Τώρα η νύχτα είναι βαθειά.
Ομως... Για να υψώνεις το χέρι, γροθιά ή παλάμη ανοιχτή πάνω από τους ανθρώπους και τα ερείπια, θα πει ότι είδες ορίζοντες και το σύμπαν δεν άδειασε - γιατί χωρίς φως πώς θα φανούν γραμμές των οριζόντων - κι έπειτα, μαζί με το χέρι απλωμένο ή γροθιά, υψώνεσαι και συ αδερφέ μου. Τι κι αν κάτω είναι ερείπια ή ναοί. Υψώνεσαι κι αυτό μετράει σ αυτή την καταραμένη συνομοταξία μας. Κι αν όχι, πώς και γιατί αιωρούμαστε;
Γιώργος Δουατζής
Οταν άρχισα που λές Σταύρο τα τραγούδια μου παιδί, ήξερα ότι δεν θα σταματούσα. Μόνο κάτι ανάπαυλες μεγάλες, με ενοχές για τον αποχωρισμό από τα χαρτιά μου και πάλι από την αρχή τραγούδι. Ξέρεις εσύ γιατί ομότεχνε. Το τραγούδι ήταν και είναι τόσο ζωογόνο, σαν νερό, σαν οξυγόνο, σαν αίμα, σαν φωτιά, σαν γή. Ως έρωτας. Μεγάλος κι ασίγαστος.. Γιώργος Δουατζής
Ελπίδα
Σαν την ποίηση, τον ποιητή, εσένα, το τραγούδι, τον μαύρο ουρανό, τον ήλιο, τη θάλασσα, τα κυκλαδίτικα βράχια, τον άνεμο, τον ήχο, το σούρουπο, τα χρώματα της οικουμένης, τη μεταρσίωση εκείνου, του μόνου και μοναδικού.. Γιώργος Δουατζής
Τάσος Λειβαδίτης
Και να που φτάσαμε εδώ Χωρίς αποσκευές Μα μ ένα τόσο ωραίο φεγγάρι Και εγώ ονειρεύτηκα έναν καλύτερο κόσμο Φτωχή ανθρωπότητα, δεν μπόρεσες ούτε ένα κεφαλαίο να γράψεις ακόμα Σα σανίδα από θλιβερό ναυάγιο ταξιδεύει η γηραιά μας ήπειρος.
Αλλά τα βράδια τι όμορφα που μυρίζει η γη
Βέβαια αγάπησε τα ιδανικά της ανθρωπότητας, αλλά τα πουλιά πετούσαν πιο πέρα
Σκληρός, άκαρδος κόσμος, που δεν άνοιξε ποτέ μιαν ομπρέλα πάνω απ το δέντρο που βρέχεται.
Αλλά τα βράδια τι όμορφα που μυρίζει η γη
Ύστερα ανακάλυψαν την πυξίδα για να πεθαίνουν κι αλλού και την απληστία για να μένουν νεκροί για πάντα
Αλλά καθώς βραδιάζει ένα φλάουτο κάπου ή ένα άστρο συνηγορεί για όλη την ανθρωπότητα
Αλλά τα βράδια τι όμορφα που μυρίζει η γη
Καθώς μένω στο δωμάτιο μου, μου ρχονται άξαφνα φαεινές ιδέες. Φοράω το σακάκι του πατέρα κι έτσι είμαστε δυο, κι αν κάποτε μ άκουσαν να γαβγίζω ήταν για να δώσω έναν αέρα εξοχής στο δωμάτιο
Αλλά τα βράδια τι όμορφα που μυρίζει η γη
Κάποτε θα αποδίδουμε δικαιοσύνη μ ένα άστρο ή μ ένα γιασεμί σαν ένα τραγούδι που καθώς βρέχει παίρνει το μέρος των φτωχών.
Αλλά τα βράδια τι όμορφα που μυρίζει η γη!
Δος μου το χέρι σου.. Δος μου το χέρι σου..
Την ομορφιά ποτές μου δεν την πρόδωσα
«Να με θυμόσαστε - είπε. Χιλιάδες χιλιόμετρα περπάτησα χωρίς ψωμί, χωρίς νερό, πάνω σε πέτρες κι αγκάθια,
για να σας φέρω ψωμί και νερό και τριαντάφυλλα. Την ομορφιά
ποτές μου δεν την πρόδωσα. Όλο το βιος μου το μοίρασα δίκαια.
Μερτικό εγώ δεν κράτησα. Πάμπτωχος. Μ' ένα κρινάκι του αγρού
τις πιο άγριες νύχτες μας φώτισα. Να με θυμάστε»
Ricardo Eliécer Neftalí Reyes Basoalto
Έχω για τη ζωή μιαν αντίληψη δραματική και ρομαντική. Ο,τι δεν αγγίζει βαθιά την ευαισθησία μου δεν με ενδιαφέρει. Όσον αφορά την ποίηση, στην πραγματικότητα καταλαβαίνω πολύ λίγα πράγματα. Γι' αυτό συνεχίζω με τις αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας. Ίσως απ' αυτά τα φυτά, τη μοναξιά, τη σκληρή ζωή, βγαίνουν οι μυστικές, αληθινά βαθιές "Ποιητικές Πραμάτειες" που κανείς δεν μπορεί να διαβάσει, γιατί κανείς δεν τις έγραψε. Η ποίηση διδάσκεται βήμα βήμα ανάμεσα στα πράγματα και στις υπάρξεις, χωρίς να τα χωρίσουμε, αλλά ενώνοντάς τα με την ανιδιοτελή απλωσιά της αγάπης.
Pablo Neruda
ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΠΟΙΗΣΗ
Ανάσκαψα όλη τη γη να σε βρω. Κοσκίνισα μες την καρδιά μου την έρημο· ήξερα πως δίχως τον άνθρωπο δεν είναι πλήρες του ήλιου το φως. Ενώ, τώρα, κοιτάζοντας μές από τόση διαύγεια τον κόσμο, μες από σένα - πλησιάζουν τα πράγματα, γίνονται ευδιάκριτα, γίνονται διάφανα - τώρα μπορώ ν' αρθρώσω την τάξη του σ' ένα μου ποίημα. Παίρνοντας μια σελίδα θα βάλω σ' ευθείες το φως.
Luis García Montero
Resumen
No existe libertad que no conozca, ni humillación o miedo a los que no me haya doblegado. por eso sé de amor, por eso no medito el cuerpo que te doy, por eso cuido tanto las cosas que te digo.
Σύνοψη
Δεν υπάρχει ελευθερία που να μη γνωρίζω, ούτε ταπείνωση ή φόβος που να μη μ' έχουν υποτάξει. Γι΄αυτό και ξέρω από αγάπη, γι' αυτό δεν συλλογίζομαι το σώμα που σου δίνω, γι' αυτό προσέχω τόσο τα λόγια που σου λέω.
La Poesia es un arma cargada de Futuro Gabriel Celaya
«Πρώτα απ’ όλα λοιπόν Ηρόδοτε, πρέπει να ορίσουμε με ακρίβεια τα νοήματα που αντιστοιχούν στις λέξεις, για να μπορούμε να κρίνουμε τις θέσεις ή τα ζητούμενα ή τις απορίες κάνοντας αναγωγή σ’ αυτά και να μην άκριτα αποδεικνύουμε τα πάντα στο άπειρο, ή να χρησιμοποιούμε κενές λέξεις. Γιατί είναι ανάγκη το πρωταρχικό νόημα κάθε λέξης να είναι φανερό και να μη χρειαζόμαστε να το αποδείξουμε».
ΠΡΩΤΟΝ ΜΕΝ ΟΥΝ ΤΑ ΥΠΟΤΕΤΑΓΜΕΝΑ ΤΟΙΣ ΦΘΟΓΓΟΙΣ, Ω ΗΡΟΔΟΤΕ, ΔΕΙ ΕΙΛΗΦΕΝΑΙ, ΟΠΩΣ ΑΝ ΤΑ ΔΟΞΑΖΟΜΕΝΑ Η ΖΗΤΟΥΜΕΝΑ Η ΑΠΟΡΟΥΜΕΝΑ ΕΧΩΜΕΝ ΕΙΣ ΤΑΥΤΑ ΑΝΑΓΑΓΟΝΤΕΣ ΕΠΙΚΡΙΝΕΙΝ, ΚΑΙ ΜΗ ΑΚΡΙΤΑ ΠΑΝΤΑ ΗΜΙΝ <η> ΕΙΣ ΑΠΕΙΡΟΝ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΟΥΣΙΝ Η ΚΕΝΟΥΣ ΦΘΟΓΓΟΥΣ ΕΧΩΜΕΝ, ΑΝΑΓΚΗ ΓΑΡ ΤΟ ΠΡΩΤΟΝ ΕΝΝΟΗΜΑ ΚΑΘ’ ΕΚΑΣΤΟΝ ΦΘΟΓΓΟΝ ΒΛΕΠΕΣΘΑΙ ΚΑΙ ΜΗΘΕΝ ΑΠΟΔΕΙΞΕΩΣ ΠΡΟΣΔΕΙΣΘΑΙ. (Επίκουρος, επιστολή προς Ηρόδοτο). η>
Η θάλασσα είναι η μόνη μου αγάπη. Γιατί έχει την όψη του ιδανικού. Και τ' όνομά της είναι ένα θαυμαστικό! Καρυωτάκης
«Αν θες να κάνεις τους ανθρώπους να κατασκευάσουν καράβια, μη κάνεις φασαρία προσπαθώντας να τους συγκεντρώσεις, να τους αναθέσεις εργασίες και να τους βάλεις να κόβουν ξύλα. Το μόνο που χρειάζεται είναι να τους κάνεις να ποθήσουν το μεγαλείο και την απεραντοσύνη της θάλασσας»Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ
Αρθούρος Ρεμπώ
«Ο ποιητής κάνει τον εαυτό του οραματιστή μέσα από μια μακριά , απεριόριστη και συστηματική αποδιοργάνωση όλων των αισθήσεων . Όλες οι μορφές έρωτα , πόνου , τρέλας . Διερευνά τον εαυτό του , εξαντλεί μέσα του όλα τα δηλητήρια και διατηρεί την πεμπτουσία τους . Δοκιμασία ακατανόμαστη , όπου θα χρειαστεί τη μεγαλύτερη πίστη , την υπεράνθρωπη δύναμη , όπου θα γίνει αυτός μέσα απ’όλους , ο μέγας σακάτης , ο μέγας αφορισμένος και ο υπέρτατος επιστήμων . Γιατί φτάνει το ΑΓΝΩΣΤΟ ! ‘Ετσι λοιπόν , τι κι αν καταστραφεί στην εκστατική πτήση του μέσα από πράγματα πρωτάκουστα , ακατανόμαστα ;»
Τα λουλούδια προσφορά των φίλων Forest και Kim από τη Χαβάη
Γεννήθηκα τότε που "Στήνει ο Έρωτας χορό με τον ξανθόν Απρίλη". Ο πατέρας μου, με έδειξε στην Ανατολή, μου 'ριξε τον Ήλιο στα μαλλιά μου και με πέταξε στο Μαΐστρο... "Και πολλά τα λιόδεντρα που να κρησάρουν στα χέρια τους το φως κι ελαφρό ν' απλώνεται στον ύπνο σου"...