Κι αν έρθει κάποτε η στιγμή να χωριστούμε, αγάπη μου,
μη χάσεις το θάρρος σου.
Η πιο μεγάλη αρετή του ανθρώπου, είναι να 'χει καρδιά.
Μα η πιο μεγάλη ακόμα, είναι όταν χρειάζεται
να παραμερίσει την καρδιά του.

Την αγάπη μας αύριο, θα τη διαβάζουν τα παιδιά
στα σχολικά βιβλία, πλάι στα ονόματα των άστρων..
Τάσος Λειβαδίτης


Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2008

..Περπατῶ καὶ νυχτώνει. Ἀποφασίζω καὶ νυχτώνει. Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη..Κικὴ Δημουλᾶ






Στο φίλο μου Π.Κ από το nostalgia




Κικὴ Δημουλᾶ - Ἡ ἐφηβεία τῆς λήθης

Ποιητικὴ Συλλογή, Γ´ ἔκδ. Στιγμή, 1994


PASSÉ-PARTOUT

Ἀνοίγω τὰ παράθυρα τῆς φωτογραφίας
ν᾿ ἀεριστεῖ. Ἔμεινε καιρὸ κλεισμένη
ὅπως πολλὰ ἐξοχικὰ παρελθόντα.

Εἶσαι στὸ μπαλκόνι. Μὲ τὴν καλὴ παλιά σου
στάση· ὄρθιος· φορᾷς τὴν ἔγχρωμη ἐπίγεια
ἐφαρμοστὴ στολὴ τῶν ἐπιπέδων: μιὰ κεραμιδένια
στέγη τὸ φουσκωτὸ μπουφὰν τοῦ πεύκου,
μπαλωμένο μ᾿ ἐνδιάμεση θάλασσα
στὰ μέρη ποὺ σκίστηκαν τὰ κλαδιὰ
παίζοντας μὲ δυνατοὺς ἀνέμους.
Εἶναι σὲ παλίρροια τὰ περιβόλια
Ἔχουν ἀνέβει ὡς τὰ τηλεγραφόξυλα
καὶ κρέμονται λεμόνια στὰ καλῴδια
ἄγουρα ἑορταστικὰ γλομπάκια.

Κάνεις ὑποστολὴ ἡλίου.
Ἀνεβάζεις τὴν τέντα συνθλίβοντας
πάνινα λουλούδια. Ἀνυπόμονος περιστρέφεις
τὴν κίνηση σὰ νά ῾ναι ὁ ἴσκιος τὸ δυσεύρετο.

Ὡς ἐδῶ λογικὰ συμπεριφέρεται ἡ φωτογραφία.
Ὥσπου ἐμφανίζομαι ἐγώ, παρανοϊκὰ νεόφερτη
στὴν εἰκόνα σὰν μὲ πλαστικὴν ἀφαίρεση.

Ἐνῷ ἤμουν μαζί σου ἐξ ἀρχῆς
κοινοκτήμων τῆς παλίρροιας καὶ τῶν περιβολιῶν
λίγο πιὸ πίσω ἀπὸ σένα καθισμένη
σ᾿ ἕνα πολὺ ἀναπαυτικὸ pliant μειδίαμά μου
μοιάζει τώρα
σὰν μόλις νὰ προστέθηκα στὴ φωτογραφία.
Μὲ σημερινὸ τὸ πρόσωπό μου, μαῦρο βλέμμα
μακρὺ σέρνεται ἡ οὐρά του χάμω στὸ μπαλκόνι
λὲς πῶς κάλεσε ἐμένα τὸ ἐπίσημο σκοτάδι.
Τείνομαι ἄπνους σὰ νὰ θέλω
νὰ σὲ ἀπομακρύνω ἀπὸ τὴν τέντα
μὴ σοῦ πέσει κι ἄλλο
νταμάρι ἴσκιου ἀπάνω σου.
Ἀρκετὰ ἀνήλιος ἔγινες.

Πῶς ἐνημερώθηκε ἡ φωτογραφία.
Χρόνος ἀληθινός σε χρόνο χάρτινο πῶς μπῆκε.
Μὲ ποιὰν οἰκειότητα ἡ ὀδύνη
μίλησε στὴν ἀπάθεια τῶν ἀψύχων.
Ἄραγε τί βαθύτερο νὰ εἶναι αὐτὰ τὰ ἄψυχα.
Μήπως τίποτα ζωὲς προηγούμενες ἐμψύχων
ποὺ μὲ τὴν πρώτη ἐπώδυνη εὐκαιρία
ὑποτροπιάζουν;





ΑΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ


Θεέ μου τί δὲν μᾶς περιμένει ἀκόμα.

Κάθομαι ἐδῶ καὶ βρέχομαι.
Βρέχει χωρὶς νὰ βρέχει
ὅπως ὅταν σκιὰ
μᾶς ἐπιστρέφει σῶμα.

Κάθομαι ἐδῶ καὶ κάθομαι.
Ἐγὼ ἐδῶ, ἀπέναντι ἡ καρδιά μου
καὶ πιὸ μακριὰ
ἡ κουρασμένη σχέση μου μαζί της.
Ἔτσι γιὰ νὰ φαινόμαστε πολλοὶ
κάθε ποὺ μᾶς μετράει τὸ ἄδειο.

Φυσάει ἄδειο δωμάτιο.
Πιάνομαι γερὰ ἀπὸ τὸν τρόπο μου
ποὺ ἔχω νὰ σαρώνομαι.

Νέα σου δὲν ἔχω.
Ἡ φωτογραφία σου στάσιμη.
Κοιτάζεις σὰν ἐρχόμενος
χαμογελᾷς σὰν ὄχι.
Ἄνθη ἀποξηραμένα στὸ πλάι
σοῦ ἐπαναλαμβάνουν ἀσταμάτητα
τὸ ἀκράτητο ὄνομα τοὺς semprevives

semprevives - αἰώνιες, αἰώνιες
μὴν τύχεις καὶ ξεχάσεις τί δὲν εἶσαι.

Μὲ ρωτάει ὁ καιρὸς
Ἀπὸ ποὺ θέλω νὰ περάσει
ποῦ ἀκριβῶς τονίζομαι
στὸ γέρνω ἢ στὸ γερνώ.
Ἀστειότητες.
Κανένα τέλος δὲν γνωρίζει ὀρθογραφία.

Νέα σου δὲν ἔχω.
Ἡ φωτογραφία σου στάσιμη.
Ὅπως βρέχει χωρὶς νὰ βρέχει.

Ὅπως σκιά μου ἐπιστρέφει σῶμα.
Κι ὅπως θὰ συναντηθοῦμε μία μέρα
ἐκεῖ πάνω.
Σὲ κάποιαν ἀραιότητα κατάφυτη
μὲ σκιερὲς ἀπροσδοκίες
καὶ ἀειθαλεῖς περιστροφές.
Τὸν διερμηνέα τῆς σφοδρῆς
σιωπῆς ποὺ θὰ αἰσθανθοῦμε
—μορφὴ ἐξελιγμένη τῆς σφοδρῆς
μέθης ποὺ προκαλεῖ μία συνάντηση
ἐδῶ κάτω— θά ῾ρθει νὰ κάνει ἕνα κενό.
Καὶ θὰ μᾶς συνεπάρει τότε
μιὰ ἀγνωρισιὰ παράφορη
—μορφὴ ἐξελιγμένη τοῦ ἀγκαλιάσματος
ποῦ ἐφαρμόζει ἡ συνάντηση ἐδῶ κάτω.

Ναὶ θὰ συναντηθοῦμε. Εὐανάπνευστα, κρυφὰ
ἀπὸ τὴν ἕλξη. Κάτω ἀπὸ δυνατὴ βροχὴ
ραγδαίας ἔλλειψης βαρύτητας. Σὲ κάποιαν
ἴσως ἐκδρομὴ τοῦ ἀπείρου στὸ ἐπ᾿ ἄπειρον·
στὴν τελετὴ ἀπονομῆς ἀπωλειῶν στὸ γνωστό,
γιὰ τὴ μεγάλη προσφορά του στὸ ἄγνωστο·
καλεσμένοι σὲ ἀστροφεγγιὰ προορισμοῦ,
σὲ διασκεδάσεις παύσεων γιὰ φιλευδιάλυτους
σκοποὺς καὶ ἀποχαιρετιστήριες οὐρανῶν
πρώην μεγάλες σημασίες.

Μόνο ποὺ ἐτούτη ἡ συντροφιὰ τῶν ἀποστάσεων
θὰ εἶναι κάπως ἄκεφη, ἀνεύθυμη
κι ἂς εὐθυμεῖ ἐκ τοῦ μηδενὸς ἡ ἀνυπαρξία.
Ἴσως γιατὶ θὰ λείπει ἡ ψυχὴ τῆς παρέας.

Ἡ σάρκα. Φωνάζω τὴ στάχτη νὰ μὲ ξαρματώσει.
Καλῶ τὴ στάχτη μὲ τὸ συνθηματικό της ὄνομα: Ὅλα.
Θὰ συναντιέστε ὑποθέτω τακτικὰ ἐσὺ
κι ὁ θάνατος ἐκείνου τοῦ ὀνείρου.
Τὸ στερνοπαίδι ὄνειρο.

Ἀπ᾿ ὅσα εἶχα τὸ πιὸ φρόνιμο.
Ξεθολωμένο, πρᾶο, συνεννοητικό.
Ὄχι καὶ τόσο βέβαια ὀνειροπόλο
Ἀλλὰ οὔτε καὶ φτηνὰ χαμηλωμένο,
Ὄχι σουδάριο κάθε γῆς.

Πολὺ οἰκονόμο ὄνειρο,
σὲ ἔνταση καὶ λάθη.
Ἀπὸ τὰ ὄνειρα ποὺ ἀνάθρεψα
τὸ πιὸ πονετικό μου: νὰ μὴ
γερνάω μόνη.

Θὰ συναντιέστε ὑποθέτω τακτικὰ
ἐσὺ κι ὁ θάνατός του.
Δίνε του χαιρετίσματα, πές του νὰ ῾ρθεῖ
κι αὐτὸ μαζὶ ἐξάπαντος ὅταν συναντηθοῦμε
ἐκεῖ, στὴν τελετὴ ἀπονομῆς ἀπωλειῶν.

Ὅσο δὲ ζεῖς νὰ μ᾿ ἀγαπᾶς.
Ναὶ ναὶ μοῦ φτάνει τὸ ἀδύνατον.
Κι ἄλλοτε ἀγαπήθηκα ἀπ᾿ αὐτό.
Ὅσο δὲ ζεῖς νὰ μ᾿ ἀγαπᾶς.
Διότι νέα σου δὲν ἔχω.
Καὶ ἀλίμονο ἂν δὲ δώσει
σημεῖα ζωῆς τὸ παράλογο.





ΜΟΝΟΚΛΙΝΟ ΣΥΜΠΤΩΜΑ


Ἀποροῦν κάθε φορὰ οἱ ξενοδόχοι
ποὺ ζητῶ μονόκλινο δωμάτιο στὴν πρόσοψη.
Μὲ κοιτάζουν σὰν ν᾿ ἀπαιτῶ θάνατο μὲ θέα.

Ἔβαλα ἐνέχυρο τὴ θάλασσα
κι εἶπα νὰ κάνω φέτος διακοπὲς σὲ βουνὸ
μὴ καὶ ξορκίσουν τὰ θροΐσματα τοῦ δάσους
ἐκεῖνο τὸ δαιμονισμένο σύνδρομο ἐπιστροφῆς
ποὺ κυριεύει αὐτοστιγμεὶ κάθε διαφυγή μου.
Ἂν μ᾿ ἀγκαλιάσει σκέφτηκα ἑνὸς δέντρου
ὁ σάτυρος κορμὸς μπορεῖ καὶ νὰ ριζώσω.

Καὶ στὸ βουνὸ τὰ ἴδια.
Σὰν νά ῾ταν σιδερένιο τὸ δωμάτιο
κι ὁ καθαρὸς ἀνάλαφρος ἀέρας ἀπέπνεε κλειδαριά.
Νὰ ξεκλειδώσω πάλευα μὲ τὰ ἠρεμιστικά μου
ἀλλὰ ἐκεῖνα ἤτανε πιὸ ἄρρωστα ἀπὸ μένα.
Τὰ ἴδια ποὺ ἔγιναν στὴν Πύλο
ἡ ἴδια ἄτακτος φυγὴ πρόπερσι ἀπὸ τὴ Σύρο
στὴν Καλαμάτα πέρσι τρισχειρότερα
γεμάτο τὸ τραῖνο καὶ θέλανε τὰ κλάματα
νὰ πᾶμε πίσω στὴν Ἀθήνα μὲ τὰ πόδια.
Τέτοια μανία καταδιώξεως μοῦ κυριεύει τοὺς τόπους.

Νὰ μοῦ λείπει ἡ ἀπουσία σου;
Δὲν ἔρχεται μαζί μου τὴν ἀφήνω σπίτι.
Ὅρος ρητός της ἀλλαγῆς νὰ μὴν ἀκολουθήσει.

Ἄπληστο ποὺ εἶσαι Ἀνεξήγητο.
Τόση διαφάνεια καταπάτησες γιὰ τὴ διασφάλισή σου
κι ἔκανες θέρετρό σου τώρα
αὐτὸ τὸ ἀνεξήγητο σύμπτωμα ἐχθρικό μου.
Νὰ ἐπιστρέφω ἀμέσως. Μὲ λεωφορεῖο ταξὶ
ἂν πετύχω κανένα φεγγάρι ποὺ ἐπιστρέφει κι ἐκεῖνο
στὴν πιάτσα του ἀδειανό.

Ὀλέθρια συνήθεια. Ὄχι τίποτ᾿ ἄλλο
μὰ ἂν δὲν μ᾿ ἀρέσει νὰ δοῦμε πῶς θὰ ἐπιστρέψω
ἀπὸ τὸν κάτω κόσμο σου Ἀνεξήγητο.





ΣΑΝ ΝΑ ΔΙΑΛΕΞΕΣ


Παρασκευὴ εἶναι σήμερα θὰ πάω στὴ λαϊκὴ
νὰ κάνω ἕναν περίπατο στ᾿ ἀποκεφαλισμένα περιβόλια
νὰ δῶ τὴν εὐωδιὰ τῆς ρίγανης
σκλάβα σὲ ματσάκια.

Πάω μεσημεράκι ποὺ πέφτουν οἱ τιμὲς τῶν ἀξιώσεων
βρίσκεις τὸ πράσινο εὔκολο
σὲ φασολάκια κολοκύθια μολόχες καὶ κρινάκια.
Ἀκούω ἐκεῖ τί θαρρετὰ ἐκφράζονται τὰ δέντρα
μὲ τὴν κομμένη γλῶσσα τῶν καρπῶν
ρήτορες σωροὶ τὰ πορτοκάλια καὶ τὰ μῆλα
καὶ παίρνει νὰ ροδίζει λίγη ἀνάρρωση
στὶς κιτρινιάρικες παρειὲς
μιᾶς μέσα βουβαμάρας.

Σπάνια νὰ ψωνίσω. Γιατὶ ἐκεῖ σοῦ λένε διάλεξε.
Εἶναι εὐκολία αὐτὴ ἢ πρόβλημα; Διαλέγεις καὶ μετὰ
πῶς τὸ σηκώνεις τὸ βάρος τὸ ἀσήκωτο
ποὺ ἔχει ἡ ἐκλογή σου.
Ἐνῷ ἐκεῖνο τὸ ἔτυχε τί πούπουλο. Στὴν ἀρχή.
Γιατὶ μετὰ σὲ γονατίζουν οἱ συνέπειες.
Ἀσήκωτες κι αὐτές. Κατὰ βάθος εἶναι σὰν νὰ διάλεξες.

Τὸ πολὺ ν᾿ ἀγοράσω λίγο χῶμα. Ὄχι γιὰ λουλούδια.
Γιὰ ἐξοικείωση.
Ἐκεῖ δὲν ἔχει διάλεξε. Ἐκεῖ μὲ κλειστὰ τὰ μάτια.





ΤΟ ΣΠΑΝΙΟ ΔΩΡΟ


Καινούργιες θεωρίες.
Τὰ μωρὰ δὲν πρέπει νὰ τ᾿ ἀφήνετε νὰ κλαῖνε.
Ἀμέσως νὰ τὰ παίρνετε ἀγκαλιά. Ἀλλιῶς
ὑπόκειται σὲ πρόωρη ἀνάπτυξη
τὸ αἴσθημα ἐγκατάλειψης ἐνηλικιώνεται
ἀφύσικα τὸ παιδικό τους τραῦμα
βγάζει δόντια μαλλιὰ νύχια γαμψὰ μαχαίρια.

Γιὰ τοὺς μεγάλους, οὕτως εἰπεῖν τοὺς γέροντες
«ὅ,τι δὲν εἶναι ἄνοιξη εἶναι γερόντιο πιά»
ἰσχύουν πάντα οἱ παμπάλαιες ἀπόψεις.
Ποτὲ ἀγκαλιά. Ἀφῆστε τους νὰ σκάσουνε στὸ κλάμα
μέχρι νὰ τοὺς κοπεῖ ἡ ἀνάσα
δυναμώνουν ἔτσι τὰ ἀποσιωπητικά τους.
Ἂς κλαῖνε οἱ μεγάλοι. Δὲν ἔχει ἀγκαλιά.
Γεμίστε μοναχὰ τὸ μπιμπερό τους
μὲ ἄγλυκην ὑπόσχεση «δὲν κάνει νὰ παχαίνουν
οἱ στερήσεις» πὼς θά ῾ρθει μία καὶ καλὴ
νὰ τοὺς ἐπικοιμήσει λιπόσαρκα
ἡ ἀγκαλιὰ τῆς μάνας τους.
Βάλτε κοντά τους τὸ μηχάνημα ἐκεῖνο
ποὺ καταγράφει τοὺς θορύβους τοῦ μωροῦ
ὥστε ν᾿ ἀκοῦτε ἀπὸ μακριὰ
ἂν εἶναι ρυθμικὰ μοναχικὴ ἡ ἀναπνοή τους.
Ποτὲ μὴ γελαστεῖτε νὰ τοὺς πάρετε ἀγκαλιά.
Τυλίγονται ἄγρια
γύρω ἀπ᾿ τὸν σπάνιο λαιμὸ αὐτοῦ τοῦ δώρου,
θὰ σᾶς πνίξουν.

Τίποτα. Ὅταν σᾶς ζητᾶνε ἀγκαλιὰ
μολὼν λαβὲ μωρό μου, μολὼν λαβὲ νὰ ἀπαντᾶτε.





Η ΕΦΗΒΕΙΑ ΤΗΣ ΛΗΘΗΣ


Περιμένω λίγο
νὰ σκουρήνουν οἱ διαφορὲς καί τ᾿ ἀδιάφορα
κι ἀνοίγω τὰ παράθυρα. Δἐν ἐπείγει
ἀλλὰ τὸ κάνω ἔτσι γιὰ νὰ μὴ σκεβρώσει ἡ κίνηση,
Δανείζομαι τὸ κεφάλι τῆς πρώην περιέργειάς μου
καί τὸ περιστρἐφω. ῎Οχι ἀκριβῶς περιστρέφω.
Καλησπερίζω δουλικὰ ὅλους αὐτοὺς τοὺς κόλακες
τῶν φόβων, τὰ ἀστέρια.῎Οχι ἀκριβῶς καλησπερίζω.
Στερεώνω μὲ βλεμμάτινη κλωστὴ
τ᾿ ἀσημένια κουμπάκια τῆς ἀπόστασης
κάποια ποὺ ἔχουν ξηλωθεῖ τρέμουνε καὶ θὰ πέσουν.
Δὲν ἐπείγει. Τὸ κάνω μόνο γιὰ νὰ δείξω στὴν ἀπόσταση
πόσο εὐγνωμονῶ τὴν προσφορά της.

Ἂν δὲν ὑπῆρχε ἡ ἀπόσταση
θὰ μαραζώνανε τὰ μακρινὰ ταξίδια
μὲ μηχανάκι θὰ μᾶς ἔφερναν στὰ σπίτια
σὰν πίτσες τὴν ὑφήλιο ποὺ ὀρέχτηκε ἡ φυγή μας.
Θὰ ἤτανε σὰν βδέλλες κολλημένα
πάνω στὰ νιάτα τὰ γεράματα
καί θὰ μὲ φώναζαν γιαγιὰ ἀπ᾽ τὰ χαράματά μου
ἐγγόνια μου καὶ ἔρως ἀδιακρίτως.
Καί τί θὰ ἦταν τ᾿ ἄστρα
δίχως τὴν ὑποστήριξη ποὺ τοὺς παρέχει ἡ ἀπόσταση,
Ἐπίγεια ἀσημικά, τίποτα κηροπήγια τασάκια
νὰ ρίχνει ἐκεῖ τίς στάχτες του ὁ ἀρειμάνιος πλοῦτος
νὰ ἐπενδύει ὁ θαυμασμὸς τὴν ὑπερτίμησή του.

Ἂν δὲν ὑπῆρχε ἡ ἀπόσταση
στὸν ἑνικὸ θὰ μᾶς μιλοῦσε ἡ νοσταλγία.
Οἱ σπάνιες τώρα ντροπαλές της συναντήσεις
μὲ τὴν πληθυντικὴ ἀνάγκη μας
μοιραῖα τότε θ᾿ ἀφομοίωναν
τὴν ἀλανιάρα γλώσσα τῆς συχνότητας.

Βέβαια, ἂν δὲν ὑπῆρχε ἡ ἀπόσταση
δὲν θά ῾τανε σὰν ἄστρο μακρινὸ ἐκεῖνος ὁ πλησίον
θὰ ῾ρχόταν στὴν πρωτεύουσα προσέγγιση
μόνο δυὸ βήματα θ᾿ ἀπέχανε τὰ ὄνειρα
ἀπὸ τὴ σκιαγράφησή του,
῞Οπως κοντά μας θὰ παρέμενε
ἡ ὕστατη φευγάλα τῆς ψυχῆς,
Πρὸς τί ἡ τόση περιπλάνηση. Χῶρος
κενὸς ὑπάρχει. Ἐμεῖς θὰ κατεβαίναμε
νὰ ζήσουμε στὸ ὑπόγειο κορμί μας
κι ἐκείνη μὲ τὸν μύθο της καὶ τὰ συμπράγκαλά του
θὰ μετεμψυχωνότανε σὶ σῶμα.

Ἂν δἐν ὑπῆρχες ἐσὺ ἀπόσταση
θὰ πέρναγε πολὺ εὐκολότερα
πιὸ γρήγορα ἑν μιᾷ νυκτὶ ἡ λήθη
τὴ δυσκολη παρατεταμενη ἐφηβεία της
αὐτὸ ποὺ χάριν εὐφωνίας ὀνομάζουμε μνήμη.

Ὄχι ἀκριβῶς μνήμη. Στερεώνω
μὲ βλεμμάτινη κλωστὴ ὁμοιώσεις
ἔχουν ξηλωθεῖ τρέμουνε καὶ θὰ πέσουν.
Ὄχι ἀκριβῶς στερεώνω. Δουλικὰ περιστρέφομαι
γύρω ἀπ᾿ αὐτοὺς τοὺς κόλακες τοῦ χρόνου ποὺ
χάριν συντομίας τοὺς όνόμασα μνήμη.
῎Οχι ἀκριβῶς μνήμη. Ἀνεφοδιάζω διάττοντες
μὲ παρατεταμένη ἐκμηδένιση. ᾽Επείγει.






ΚΟΙΝῌ ΥΠΑΙΤΙΟΤΗΤΙ


Δὲν εἶχα τίποτα γιὰ φαγητὸ ἀπόψε
κι εἶπα νὰ τσιμπήσω πρόχειρα
μιὰ σφραγισμένη λύση ποὺ ὑπῆρχε.
Μὲ ἡμερομηνία παραγωγῆς,
τῆς λήξης δυσανάγνωστη.
Κάτι γράμματα ποὺ βρέθηκαν.
Δός μου νὰ σ᾿ τὰ διαβάσω ἐγὼ
προθυμοποιήθηκε ἡ ἀπάθεια.

Κι ἔτσι εὐχαρίστως ποὺ τὸ δέχτηκα
κι ἔτσι ἀπαίσια ποὺ τὰ διάβαζε ἐκείνη
μὲ τὴ θηλυπρεπὴ φωνή της
σὰν νά ᾽χε ἀλλάξει φύλο καὶ ἡ σημασία τους
καὶ ὁ ἀποστολέας
κατάλαβα πὼς εἴχανε χαλάσει
ἔληξε ἡ ἰσχύς τους.

Μὴν τὰ πετᾶς μὲ πρόλαβε ἡ διορατικότης
θὰ τύχει νὰ περάσει ἀπὸ δῶ
καμιὰ φτωχὴ ὀνειροπόληση, τὰ δίνεις,
Τοὺς ἀρέσουνε τὰ χαλασμένα
πράγματα ποὺ ἔχουνε λήξει.






ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΜΕ ΜΙΑΝ ΑΓΝΩΣΤΗ


Τί θὰ φορᾷς συνεννόηση
νὰ σὲ γνωρίσω
ὥστε νὰ μὴ χαθοῦμε πάλι
μὲς στοὺς πολυπληθεῖς σῳσίες σου;

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΙΣ

Φυσικὰ καὶ ὀνειρεύομαι.
Ζεῖ κανεὶς μόνο μ᾿ ἕνα ξερὸ μισθό;

Πόσο συχνά;
Κάθε ποὺ ἐγκαταλείπουν συχνότατα ὄλοι.

Ἐπηρεάζουν τοὺς ἀπόντες τὰ ὄνειρά σας;
Βέβαια. Τὸ ξανασκέφτονται καλὰ
καὶ μᾶλλον μετανιώνουν ὁριστικά τους ὅλοι.

Εἶναι ἐλευθέρα ἡ εἴσοδος;
Ὄχι ἐντελῶς. Ζητάω τὴν ἄδεια τοῦ ὀνείρου
πρὶν ἐλπίσω. Μοῦ τὴν δίνει ἐν γένει
μαζὶ μὲ κάποιες ὁδηγίες αὐστηρές.
Νὰ πιστέψω δίχως ν᾿ ἀγγίξω
νὰ μὴ μιλήσω διόλου στὸν καπνὸ
γιατὶ εἶναι ὑπνοβάτης καὶ θὰ πέσει
μόνο διὰ τοῦ βλέμματος ν᾿ ἀφήσω
τὸ αἴτημά μου στὴν κρεμάστρα
ὅ,τι μοῦ δοθεῖ νὰ τὸ δεχτῶ
κι ἂς μὴν ἔχει καμιὰ ὁμοιότητα
μ᾿ αὐτὸ ποὺ ζωγραφίζει ἡ ἔκκλησή μου -
θὰ τὴν ἐπανέβρει μόλις ξαναχαθεῖ.

῞Ενα μόνο δὲ μοῦ δίνει τὸ ὄνειρο.
Τὸ ὅριο. Ὣς ποῦ νὰ κινδυψέψω.
Γιατὶ τότε πιὰ δὲν θὰ ἦταν ὄνειρο,
Θά ῾ταν γεράματα.






ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ


ΙΙ

Ἔχω νὰ δῶ τὴν ἁρπαγὴ τοῦ Δία
ἀπὸ τὴν ἅρπαγα ὀμορφιὰ τοῦ Γανυμήδη
πρὸ ἀμνημονεύτων ἀναμνήσεων
πολὺ πρὸ τῆς νίκης ποὺ ἔδρεπαν δολίως
τὰ χρόνια φιλεύοντάς μας μέρες.

Περίεργο. Σὰν νὰ μοῦ φαίνεται ἡ ἁρπαγὴ
λίγο συρρικνωμένη. Δὲν τὴν κρατάει σφιχτὰ
μὲ τὴν παλιά της περιπάθεια ἡ αἴσθησή μου.
Εἷναι ποὺ τὸ ἐπιβάλλει ἡ τέχνη καὶ παραμένει
ἡ εὐδαιμονία στὴν ἔκφραση τοῦ ζεύγους
ἀλλιῶς θὰ εἶχε φύγει.

Μὴ γίνεσαι τυραννικὸς στὶς ἀναμνήσεις.
Δὲν ζητᾶς μόνο τὴν περίμετρο
τῶν αἰσθημάτων ποὺ τοὺς ἔδωσες πρὸς φύλαξιν.
Ἐπακριβὴ τὴ διάμετρο τῆς ἔντασής τους ἀπαιτεῖς.

Τρομάζουν. Εἷναι σὰν νὰ τὶς βάζεις νὰ γδυθοῦν
μπροστὰ σὲ ξένο. Ξένος τοὺς εἷσαι ὅπως ἄλλαξες
ξένος ὁ χῶρος κι ἂς γεννήθηκαν ἐδῶ.
Ὅμως μεγάλωσαν ἀλλοῦ στὰ ξένα χέρια
τῆς ἐπισκίασής τους
ἀπ᾿ τίς νεότερες γενιὲς λησμονητέων.
Ἀπόμειναν
ἡμίεργον ἥττας ἰσχυρῶς διαρεβρωμένον.
Μόνο θελήματα τοῦ ποδαριοῦ ἀναλαμβάνουν
νὰ μεταφέρουν χαιρετίσματα καὶ χρόνια πολλὰ
ποὺ στέλνει κάποιο τέλος σὲ συμπολεμιστή του.

Ξέχασέ τες. Διαβαίνουν τὴ Στοὰ τῆς Ἠχοῦς
κι ἀπορροφῶνται ἀναστενάζοντας.
Ἀναστενάζοντας. Εἷναι τὸ μόνο ποὺ θυμοῦνται.













ΤΟ ΔΙΑΖΕΥΚΤΙΚΟΝ Η


Μ'εκλεισε μεσα η βροχη
και μενω τωρα να εξαρτιεμαι απο σταγονες

Ομως που ξερω αν αυτο ειναι βροχη
ή δακρυα απο τον μεσα ουρανο μιας μνημης?
Μεγαλωσα πολυ για να ονομαζω
τα φαινομενα χωρις επιφυλαξη,
αυτο βροχη, αυτο δακρυα.

Στεγνη στεκομαι αναμεσα
στα δυο ενδεχομενα: βροχη ή δακρυα
και αναμεσα σε τοσα διφορουμενα:
βροχη ή δακρυα,
ερωτας ή τροπος να μεγαλωνουμε,
εσυ ή μικρη αποχαιρετιστηρια αιωρηση σκιας
του τελευταιου φυλλου.
Το καθε τελευταιο,
τελευταιο τ' ονομαζω χωρις επιφυλαξη.

Και μεγαλωσα πολυ
για να ειναι αυτο αφορμη δακρυων.
Δακρυα ή βροχη, που να ξερω?
Και μενω να εξαρτιεμαι απο σταγονες.
Και μεγαλωσα πολυ
για να περιμενω αλλο μετρο οταν βρεχει
και οταν δε βρεχει αλλο.
Σταγονες για ολα.
Σταγονες βροχης ή δακρυα.
Απο τα ματια καποιας μνημης ή τα δικα μου.
Εγω ή η μνημη, που να ξερω?
Μεγαλωσα πολυ για να χωριζω τους χρονους.
Βροχη ή δακρυα.
Εσυ ή μικρη αποχαιρετιστηρια αιωρηση σκιας
του τελευταιου φυλλου.
(Το λιγο του κοσμου, 1971)







Η λιποταξία της Χιονάτης

Άφησα να μην ξέρω

Aπό τον κόσμο των γρίφων
φεύγω ήσυχη.
Δεν έχω βλάψει στη ζωή μου αίνιγμα:
δεν έλυσα κανένα.
Oύτε κι αυτά που θέλαν να πεθάνουν
πλάι στα παιδικά μου χρόνια:
έχω ένα βαρελάκι που 'χει δυο λογιών κρασάκι.
Tο κράτησα ώς τώρα
αχάλαστο ανεξήγητο,
γιατί ώς τώρα
δυο λογιών κρασάκι
έχουν λυμένα κι άλυτα που μου τυχαίνουν.
Συμβίωσα σκληρά
μ' έναν ψηλό καλόγερο που κόκαλα δεν έχει
και δεν τον ρώτησα ποτέ
ποιας φωτιάς γιος είναι,
σε ποιο θεό ανεβαίνει και μου φεύγει.

Δεν του λιγόστεψα του κόσμου
τα προσωπιδοφόρα πλάσματά του,
του ανάθρεψα του κόσμου το μυστήριο
με θυσία και με στέρηση.
Mε το αίμα που μου δόθηκε
για να τον εξηγήσω.
Ό,τι ήρθε με δεμένα μάτια
και σκεπασμένη πρόθεση
έτσι το δέχτηκα
κι έτσι τ' αποχωρίστηκα:
με δεμένα μάτια και σκεπασμένη πρόθεση.
Aίνιγμα δανείστηκα,
αίνιγμα επέστρεψα.
Άφησα να μην ξέρω
πώς λύνεται ένα χθες,
ένα εξαρτάται,
το αίνιγμα των ασυμπτώτων.
Άφησα να μην ξέρω τι αγγίζω,
ένα πρόσωπο ή ένα βιάζομαι.

Oύτε κι εσένα σε παρέσυρα στο φως
να σε διακρίνω.
Στάθηκα Πηνελόπη
στη σκοτεινή ολιγωρία σου.
Kι αν ρώτησα καμιά φορά πώς λύνεσαι,
πηγή αν είσαι ή κρήνη,
θα 'ταν κάποια καλοκαιριάτικη ημέρα
που, Πηνελόπες και όχι,
μας κυριεύει αυτός ο δαίμων του νερού
για να δοξάζεται το αίνιγμα
πώς μένουμε αξεδίψαστοι.
Aπό τον κόσμο των γρίφων
φεύγω ήσυχη.
Aναμάρτητη:
αξεδίψαστη.
Στο αίνιγμα του θανάτου
πάω ψυχωμένη.
(από Tο λίγο του κόσμου, Στιγμή 1994)



Το λίγο του κόσμου 1971





ΒΑΘΕΙΑ ΑΥΛΑΞ


Καληνύχτα...
Με κούρασε πολύ η Κυριακή.
Πολλή Κυριακή για έναν άνθρωπο.
Με κούρασε κι αυτός ο γάμος "στις οκτώ",
ο λόγος ο αμετάφραστος έσονται εις σάρκα μίαν-
κορίτσι πάλι η σκέψη, και ταξίδευε
μ' άσπρα ανοιχτά σεντόνια.

Κι ύστερα όλ' αυτά τα Κολωνάκια που κατέληξα
μεγάλωσαν την κούραση.
Μπορεί να έφταιγε ο καιρός,
κάτι σαν φθινοπωρινός
και λίγο σαν χαμένος.
Μπορεί να φταίξανε
οι νέες και οι έφηβοι.
Ως σημαιούλες υπερχρόνου εορτάζοντος
περνούσαν, όπως περνούσα κάποτε,
και με κούρασαν.
Αλλά κι αυτά των κυριών τ' άρρωστα μάτια-
τα μάτια αρρωσταίνουνε βαριά
όταν θέλουν να δούν τί είναι πίσω από άλλα μάτια.
Είδα να 'χουν πιαστεί σε κάποιο δίχτυ νοσταλγίας
που το τραβούσαν σκοτεινοί στην πρόθεση ψαράδες
-καιροί αλιείς.
Αδιέξοδες κυρίες...
Είδα, όπου πηγαίνει η ώρα τους, να βρέχει.

Εκείνο το εις σάρκα μίαν
ακόμα δεν μου επέστρεψε τη σκέψη-
κορίτσι ακόμα η σκεψη, ταξιδεύει
μ' άσπρα ανοιχτά σεντόνια.
Αλλού εγώ κι αλλού η σκέψη,
μεγάλη πάντα κούραση.
Με κούρασε πολύ αυτό το "πάντα".

Κάποιος μιλάει δίπλα μου για ασκήσεις, θαρρώ
"βαθεία αύλαξ" λέει.
Ναι. Βαθεία αύλαξ.
Καληνύχτα.

Πικρίζει ο Λυκαβητός μέσα στο βλέμμα.
Με κούρασε πολύ αυτή η γεύση,
κι αυτά τα δέντρα που βαδίζουν μόνα τους
κάτω από φυλλορροημένες συναντήσεις.

Καληνύχτα.
Πολλή Κυριακή για έναν άνθρωπο.
Ένα σκληρό χαμόγελο στο πρόσωπο του κόσμου.
Με κούρασε πολύ το πρόσωπο του κόσμου.
Κι εσύ να είσαι ένα ποτήρι
στο πάνω πάνω ράφι
που δεν φτάνω.








ΟΙ ΛΥΠΗΜΕΝΕΣ ΦΡΑΣΕΙΣ


Mε ημέρα αρχίζει η εβδομάδα,
με ημέρα τελειώνει.
Kι η Kυριακή, κόμπος σφιχτός
να μη λυθούν οι εβδομάδες.
Έρχεται πάντα από το ίδιο Σαββατόβραδο
και φέρνει λίγο ύπνο παραπάνω το πρωί
και το θεό, όσο τον δίνουν οι ορθρινές καμπάνες.
Λίγο να σταθείς στ' ανοιχτά παράθυρα
και να κοντοσταθείς σ' αυτά που δεν συμβαίνουν,
περνάει η ώρα.
Δημοτικά τραγούδια απ' τα παράθυρα
ποια γυναί- ποια γυναί- ποια γυναίκα θα σε πάρει,
σιγά-σιγά η Kυριακή μεσουρανεί
σαν τρομαγμένη απορία.

Στις γειτονιές
περνάνε γύφτισσες να πω το ριζικό σου,
ποια γυναί- ποια γυναί- ποια γυναίκα θα σε πάρει,
δημοτικά τραγούδια απ' τα παράθυρα, ριζικά.
Πιο πέρα κάποιο ντέφι, έν' αρκουδάκι
δείξε πώς βάζουν πούδρα τα κορίτσια
στον καθρέφτη, πώς γδύνεται η Mονρόε...
Mη γελάς. Bρέθηκε κάποτε νεκρή η Mονρόε.
Mε πράγματα που δεν αντέχουν μη γελάς.

Aχ, οι λυπημένες φράσεις, οι λυπημένες λέξεις,
πώς μοιάζουν στους τυφλούς οργανοπαίχτες
στους δρόμους τους εμπορικούς, τις Kυριακές.

Nα είχαμε μιαν άνοιξη.
Mη γελάς.
Mε πράγματα που δεν υπάρχουν μη γελάς.
Aς λένε τα πουλιά κι οι μυρωδιές στα πλάγια
πως είναι Aπρίλης.
Tο λένε τα πουλιά κι οι έρωτες των άλλων.
Eμένα μ' εξαπατούνε οι θεοί
κάθε που αλλάζει ο καιρός,
κάθε που δεν αλλάζει.
Mη γελάς.
Έαρ δεν γίνεταιμε ρίμες
ήλιοι-Aπρίλιοι,
ήλιοι-Aπρίλιοι,
ομοιοκατάληκτες στιγμές,
χρόνος χρωμάτων,
στρέμματα φωτός,
χαμομηλιών ανυπομονησία να μυρίσουν.
Δημοτικά τραγούδια απ' τα παράθυρα
ποια γυναί- ποια γυναί- ποια γυναίκα θα σε πάρει,
και όλα τ' άλλα τρόποι
για να πεθαίνουνε ανώδυνα τα ημερολόγια.

Tην Kυριακή τραβάει σε μάκρος
των τραγουδιών η αγωνία
ποια γυναί- ποια γυναί-

Aχ, οι λυπημένες φράσεις, οι λυπημένες λέξεις,
στους δρόμους τους εμπορικούς,
τις Kυριακές τις ανοιξιάτικες.








Ο ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ


Ὁ ἔρωτας,
ὄνομα οὐσιαστικόν,
πολὺ οὐσιαστικόν,
ἑνικοῦ ἀριθμοῦ,
γένους οὔτε θηλυκοῦ, οὔτε ἀρσενικοῦ,
γένους ἀνυπεράσπιστου.
Πληθυντικὸς ἀριθμὸς
οἱ ἀνυπεράσπιστοι ἔρωτες.

Ὁ φόβος,
ὄνομα οὐσιαστικὸν
στὴν ἀρχὴ ἑνικὸς ἀριθμὸς
καὶ μετὰ πληθυντικὸς
οἱ φόβοι.
Οἱ φόβοι
γιὰ ὅλα ἀπὸ δῶ καὶ πέρα.

Ἡ μνήμη,
κύριο ὄνομα τῶν θλίψεων,
ἑνικοῦ ἀριθμοῦ
μόνον ἑνικοῦ ἀριθμοῦ
καὶ ἄκλιτη.
Ἡ μνήμη, ἡ μνήμη, ἡ μνήμη.

Ἡ νύχτα,
Ὄνομα οὐσιαστικόν,
Γένους θηλυκοῦ,
Ἑνικὸς ἀριθμός.
Πληθυντικὸς ἀριθμὸς
Οἱ νύχτες.
Οἱ νύχτες ἀπὸ δῶ καὶ πέρα.
(ἀπὸ τὰ Ποιήματα, Ἴκαρος 1998)











ΠΕΡΑΣΑ

Περπατῶ καὶ νυχτώνει.
Ἀποφασίζω καὶ νυχτώνει.
Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη.

Ὑπῆρξα περίεργη καὶ μελετηρή.
Ξέρω ἀπ᾿ ὅλα. Λίγο ἀπ᾿ ὅλα.
Τὰ ὀνόματα τῶν λουλουδιῶν ὅταν μαραίνονται,
πότε πρασινίζουν οἱ λέξεις καὶ πότε κρυώνουμε.
Πόσο εὔκολα γυρίζει ἡ κλειδαριὰ τῶν αἰσθημάτων
μ᾿ ἕνα ὁποιοδήποτε κλειδὶ τῆς λησμονιᾶς.
Ὄχι δὲν εἶμαι λυπημένη.

Πέρασα μέρες μὲ βροχή,
ἐντάθηκα πίσω ἀπ᾿ αὐτὸ
τὸ συρματόπλεγμα τὸ ὑδάτινο
ὑπομονετικὰ κι ἀπαρατήρητα,
ὅπως ὁ πόνος τῶν δέντρων
ὅταν τὸ ὕστατο φύλλο τοὺς φεύγει
κι ὅπως ὁ φόβος τῶν γενναίων.
Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη.

Πέρασα ἀπὸ κήπους, στάθηκα σὲ συντριβάνια
καὶ εἶδα πολλὰ ἀγαλματίδια νὰ γελοῦν
σὲ ἀθέατα αἴτια χαρᾶς.
Καὶ μικροὺς ἐρωτιδεῖς, καυχησιάρηδες.
Τὰ τεντωμένα τόξα τους
βγήκανε μισοφέγγαρο σὲ νύχτες μου καὶ ρέμβασα.
Εἶδα πολλὰ καὶ ὡραῖα ὄνειρα
καὶ εἶδα νὰ ξεχνιέμαι.
Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη.

Περπάτησα πολὺ στὰ αἰσθήματα,
τὰ δικά μου καὶ τῶν ἄλλων,
κι ἔμενε πάντα χῶρος ἀνάμεσά τους
νὰ περάσει ὁ πλατὺς χρόνος.
Πέρασα ἀπὸ ταχυδρομεῖα καὶ ξαναπέρασα.
Ἔγραψα γράμματα καὶ ξαναέγραψα
καὶ στὸ θεὸ τῆς ἀπαντήσεως προσευχήθηκα ἄκοπα.
Ἔλαβα κάρτες σύντομες:
ἐγκάρδιο ἀποχαιρετιστήριο ἀπὸ τὴν Πάτρα
καὶ κάτι χαιρετίσματα
ἀπὸ τὸν Πύργο τῆς Πίζας ποὺ γέρνει.
Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη ποὺ γέρνει ἡ μέρα.

Μίλησα πολύ. Στοὺς ἀνθρώπους,
στοὺς φανοστάτες, στὶς φωτογραφίες.
Καὶ πολὺ στὶς ἁλυσίδες.
Ἔμαθα νὰ διαβάζω χέρια
καὶ νὰ χάνω χέρια.
Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη.

Ταξίδεψα μάλιστα.
Πῆγα κι ἀπὸ ἐδῶ, πῆγα καὶ ἀπὸ ἐκεῖ...
Παντοῦ ἕτοιμος νὰ γεράσει ὁ κόσμος.
Ἔχασα κι ἀπὸ ἐδῶ, ἔχασα κι ἀπὸ κεῖ.
Κι ἀπὸ τὴν προσοχή μου μέσα ἔχασα
κι ἀπὸ τὴν ἀπροσεξία μου.
Πῆγα καὶ στὴ θάλασσα.
Μοῦ ὀφειλόταν ἕνα πλάτος. Πὲς πῶς τὸ πῆρα.
Φοβήθηκα τὴ μοναξιὰ
καὶ φαντάστηκα ἀνθρώπους.
Τοὺς εἶδα νὰ πέφτουν
ἀπὸ τὸ χέρι μιᾶς ἥσυχης σκόνης,
ποὺ διέτρεχε μιὰν ἡλιαχτίδα
κι ἄλλους ἀπὸ τὸν ἦχο μιᾶς καμπάνας ἐλάχιστης.
Καὶ ἠχήθηκα σὲ κωδωνοκρουσίες
ὀρθόδοξης ἐρημιᾶς.
Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη.

Ἔπιασα καὶ φωτιὰ καὶ σιγοκάηκα.
Καὶ δὲν μοῦ ἔλειψε οὔτε τῶν φεγγαριῶν ἡ πεῖρα.
Ἡ χάση τοὺς πάνω ἀπὸ θάλασσες κι ἀπὸ μάτια,
σκοτεινή, μὲ ἀκόνισε.
Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη.

Ὅσο μπόρεσα ἔφερ᾿ ἀντίσταση σ᾿ αὐτὸ τὸ ποτάμι
ὅταν εἶχε νερὸ πολύ, νὰ μὴ μὲ πάρει,
κι ὅσο ἦταν δυνατὸν φαντάστηκα νερὸ
στὰ ξεροπόταμα
καὶ παρασύρθηκα.

Ὄχι, δὲν εἶμαι λυπημένη.
Σὲ σωστὴ ὥρα νυχτώνει.












ΠΙΚΡΟΔΑΦΝΕΣ


Εδώ δεν ήρθαμε ποτέ.
Ο λόφος δε σε ξέρει.
Το βήμα σου δεν βρίσκεται γραμμένο
σε κανένα μικρό ανηφοράκι
κι ούτε στις πράες κατηφοριές
ακούγεται το γέλιο της βιασύνης σου.
Γραμμένος δεν είσαι
ούτε και στα χλωρά ερωτολόγια:
στα σαρκώδη φύλλα των κάκτων.
Γεμάτα μικρές μαχαιριές ονομάτων
που δεν πάνε σε βάθος
κι εύκολα κλείνουν,
Έλση - Δημήτρης
και βέλος.
Κι άλλα ονόματα που πέρασαν
μ'ένα καημό διαρκείας.
Στα πιο πολλά
η ενωτική γραμμή ανάμεσά τους
έθρεψε κιόλας, έσβησε.
Κι αποσυνδέθηκε το κάποτε.

Φυσάνε όρκοι πίσω από τους θάμνους
και κυλάνε πέτρες.
Έρωτες που ανεβαίνουν,
έρωτες που γλυστράνε.

Το απόγευμα αισθάνεται
μια μυροβόλο απάθεια
κι ότι είναι λύπη
μοιάζει με ησυχασμό φυλλώματος.
Των αρωμάτων τα σώματα
βαριά ανοιγοκλείνουν τα φτερά τους,
βαρετά αγνοούν:
κανένα δε μυρίζει εξαφάνιση.
Που είσαι;
Κάτι πικραίνει πιο πολύ κι απ'τ' όνομά τους
τις πικροδάφνες.
Που είσαι;

Αλλά εδώ δεν ήρθαμε ποτέ.
Ο λόφος δε σε ξέρει.
Λοιπόν σώζομαι από συσχετίσεις.
Κι έτσι μπορώ να σταθώ
στο ύψος μιας ρεμβαστικής ουδετερότητας
για ν'απολαύσω ανενόχλητα
αυτό το κάθαρμα τη δύση.












ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ 1948

Κρατῶ λουλοῦδι μᾶλλον.
Παράξενο.
Φαίνετ᾿ ἀπ᾿ τὴ ζωή μου
πέρασε κῆπος κάποτε.

Στὸ ἄλλο χέρι
κρατῶ πέτρα.
Μὲ χάρη καὶ ἔπαρση.
Ὑπόνοια καμιὰ
ὅτι προειδοποιοῦμαι γι᾿ ἀλλοιώσεις,
προγεύομαι ἄμυνες.
Φαίνετ᾿ ἀπ᾿ τὴ ζωή μου
πέρασε ἄγνοια κάποτε.

Χαμογελῶ.
Ἡ καμπύλη του χαμόγελου,
τὸ κοῖλο αὐτῆς τῆς διαθέσεως,
μοιάζει μὲ τόξο καλὰ τεντωμένο,
ἕτοιμο.
Φαίνετ᾿ ἀπ᾿ τὴ ζωή μου
πέρασε στόχος κάποτε.
Καὶ προδιάθεση νίκης.

Τὸ βλέμμα βυθισμένο
στὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα:
τὸν ἀπαγορευμένο καρπὸ
τῆς προσδοκίας γεύεται.
Φαίνετ᾿ ἀπ᾿ τὴ ζωή μου
πέρασε πίστη κάποτε.

Ἡ σκιά μου, παιχνίδι τοῦ ἥλιου μόνο.
Φοράει στολὴ δισταγμοῦ.
Δὲν ἔχει ἀκόμα προφθάσει νὰ εἶναι
σύντροφός μου ἢ καταδότης.
Φαίνετ᾿ ἀπ᾿ τὴ ζωή μου
πέρασ᾿ ἐπάρκεια κάποτε.

Σὺ δὲν φαίνεσαι.
Ὅμως γιὰ νὰ ὑπάρχει γκρεμὸς στὸ τοπίο,
γιὰ νά ῾χω σταθεῖ στὴν ἄκρη του
κρατώντας λουλούδι
καὶ χαμογελώντας,
θὰ πεῖ πὼς ὅπου νά ῾ναι ἔρχεσαι.
Φαίνετ᾿ ἀπ᾿ τὴ ζωή μου
ζωὴ πέρασες κάποτε.
ΤΟ ΛΙΓΟ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ 1971

Wolfgang Amadeus Mozart - Piano Concerto No. 21 - Andante








Κική Δημουλά - Η Ζωή είναι Αλλού
1,2,3,4,5

Συνέντευξη στην Εύη Κυριακοπούλου.
semelicorfu

























Και να το βιογραφικό της όπως εκείνη η ίδια το έχει γράψει:

" Ένα βιογραφικό σημείωμα πρέπει , αφού γραφτεί, να μείνει επ' αρκετόν καιρό κρεμασμένο στον αέρα από ένα τσιγκέλι αυστηρότητας, ώστε να στραγγίξουν καλά τα στερεότυπα, οι ωραιοποιήσεις, η ρόδινη παραγωγικότης και ο πρόσθετος ναρκισσισμός, πέραν εκείνου που ενυπάρχει στη φύση μιας αυτοπαρουσίασης. Μόνον έτσι βγαίνει το καθαρό βάρος: το ήθος που επέβαλες να τηρεί η προσπάθειά σου.

Τα πόσα βιβλία έγραψε κανείς, πότε τα εξέδωσε, ποιες μεταφράσεις τα μεταναστεύουν σε μακρινές ξένες γλώσσες και ποιες διακρίσεις τα χειροκροτούν είναι τόσο τρέχοντα, όσο το να πεις ότι μέσα σ' έναν βαρύτατο χειμώνα υπήρξαν και κάποιες μέρες με λαμπρή λιακάδα.

Ωστόσο, επειδή αυτό είναι το υλικό της πεπατημένης, που δεν μπορεί να συνεχίσει τη χάραξή της με συνεσταλμένες καινοτόμες επιφυλάξεις,

γεννήθηκα στην Αθήνα το 1931. Η παιδική ηλικία πέρασε χωρίς να αναδείξει το "παιδί θαύμα". Το 1949, τελειώνοντας το Γυμνάσιο, υπέκυψα εύκολα στο "πρέπει να εργαστείς", και εργάστηκα στην Τράπεζα της Ελλάδος είκοσι πέντε χρόνια.

Ανώτερες σπουδές: η μακρά ζωή μου κοντά στον ποιητή Άθω Δημουλά. Χωρίς εκείνον, είμαι σίγουρη ότι θα είχα αρκεστεί σε μια ρεμβαστική, αμαθή τεμπελιά, προς την οποίαν, ίσως και σοφά, ακόμα ρέπω. Του οφείλω το λίγο έστω που της ξέφυγα, την ατελή έστω μύησή μου στο τι είναι απλώς φωνήεν στην ποίηση και τι είναι σύμφωνον με την ποίηση, του οφείλω ακόμα την πικρότατη δυνατότητα να μπορώ σήμερα, δημόσια, να τον μνημονεύω εις επήκοον της πολυπληθούς λήθης.

Αυταπαρνητική, παραχωρήθηκα στο ρόλο της μητέρας και με τρυφερή γενναιότητα άκουσα να προσφωνούμαι "γιαγιά". Κυλώ τώρα με ψυχραιμία και χωρίς βλέψεις διαιωνίσεως μέσα σ΄ αυτές τις νέες παρακαμπτήριες του αίματός μου. Κυλώ και, όσο πλησιάζω στις εκβολές, όλο και ονειρεύομαι ότι θα μου πετάξει η ποίηση ένα σωσίβιο ποίημα.

Δεν νιώθω δημιουργός. Πιστεύω ότι είμαι ένας έμπιστος στενογράφος μιας πολύ βιαστικής πάντα ανησυχίας, που κατά καιρούς με καλεί και μου υπαγορεύει κρυμμένη στο ημίφως ενός παραληρήματος, ψιθυριστά, ασύντακτα και συγκεκομμένα, τις ακολασίες της με έναν άγνωστο τρόπο ζωής. Όταν μετά αρχίζω να καθαρογράφω, τότε μόνον, παρεμβαίνω κατ' ανάγκην: όπου λείπουν λέξεις, φράσεις ολόκληρες συχνά και το νόημα του οργίου, προσθέτω εκεί δικές μου λέξεις, δικές μου φράσεις, το δικό μου όργιο στο νόημα, ότι τέλος πάντων έχει περισσέψει από δικές μου ακολασίες με έναν άλλον, άγνωστο τρόπο ζωής.

Τόσο μεταχειρισμένη και υπηρεσιακή είναι η ανάμειξή μου στη δημιουργία. Φύσει ολιγογράφος, εξέδωσα οκτώ ποιητικές συλλογές μέσα σε σαράντα πέντε χρόνια. Η σημασία τους είναι ακόμα συμβατική. Είναι γραμμένη στη λίστα αναμονής των μεγάλων επερχόμενων κυμάτων του μετα-κριτή χρόνου."

Στα γράμματα πρωτοεμφανίστηκε το 1952. Παντρεμένη από το 1954 με τον ποιητή Άθω Δημουλά (1921-1985) και μητέρα δύο παιδιών, εξέδωσε έκτοτε τα βιβλία: «Έρεβος» (1956), «Ερήμην» (1958), «Επί τα ίχνη» (1963), «Το λίγο του κόσμου» (1971), «Το τελευταίο σώμα μου» (1981), «Χαίρε ποτέ» (1988), «Η εφηβεία της λήθης» (1994), «Ενός λεπτού μαζί» (1998), «Ποιήματα» (συγκεντρωτική έκδοση, 1998), «Ήχος απομακρύνσεων» (2001), «Ο φιλοπαίγμων μύθος» (2003), «Εκτός σχεδίου» (2004), «Χλόη θερμοκηπίου» (2005). Το 2003 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.


Wolfgang Amadeus Mozart - Violin Concerto
No. 5 in A major






Η ταχεία ανάρρωση της απληστίας


Ακούω μεσημεριάτικα το λαχειοπώλη
να προσκαλεί αγοραστές στο γέλιο της τύχης.
σπρώχνω πιό πέρα την εγρήγορση
μου πιάνει όλο το χώρο και το ρίχνω
σε μιά τρελή ονειροπόληση,
αμύθητα πως θα άλλαζε η ζωή μου
άν κέρδιζα ένα
ανισόρροπο λαχείο.

Θα ξαναέχτιζα την πείρα μου με θέα
τους απέραντους κατάφυτους ξενώνες.
Επικλινείς σκεπές να μη λιμνάζουν
θέατρα και δάκρυα κακοκαιρίες ρόλων.

Στους κήπους διάχυτα αγάλματα
κομμωτές της ποικιλίας και της πρόβλεψης.
Αγάλματα νεράκια με την πετονιά ροή τους
να ψαρεύουν όσο θέλουν σιντριβάνια.
Μάκρος μυστηριώδες βουβός θαυμαστής
θα παίρνει από πίσω τις αλέες
άηχα θα τις ακολουθεί πατώντας
μέσα στον ίδιο θόρυβο βημάτων που αδειάζουν
εκείνες καθώς προχωρούν. Ώσπου
να τις χάσει ξαφνικά - θα του κρυφτούν
σε κάποιο άλλο σχέδιο περιπάτου.

Θ΄αγόραζα λιμάνια αυτοκίνητα ρολόγια ιλιγγιώδη
την κάθε ώρα μου θα ΄ρχόταν ο δικός της
σωφέρ να την παίρνει - θ΄αγόραζα
όλη την άγονη γραμμή επιπλωμένη
με καινούργιους επιβάτες
και πολυτελέστατους καπνούς - θα δρομολογούσα
το πρώτο μακρινό μου εκείνο τρένο,
νεόνυμφη που ήμουν με ταξίδι
άμαθη στα χάδια των συνόρων
στην αγρυπνία των σταθμών και ξένων τόπων
που τίναζαν απρόσεκτα της ονομασίας τους
την καύτρα στα μάτια της ταχύτητας και φεύγαν.
Wagon lit - τότε που πρωτοβλέποντας
τον καναπέ να γίνεται κρεβάτι
ταξίδεψα πως όλα μετατρέπονται
από αναπαυτικό σε αναπαυτικότερο.

Θ΄άρπαζα θα έδιωχνα θ΄ανέβαζα
θα ποδοπατούσα θα φοβέριζα θα σκόρπιζα θα νόμιζα
θα γκρέμιζα και σε τρείς μέρες θα ξανάκτιζα
θα με τρέμαν οι στερήσεις.

Γιά να μπορέσω έτσι θρασύτατα ισχυρή
ν΄αγοράσω πιά την ανάστασή σου.

Σωστά το άκουσες, μή μελαγχολείς.
την ανάστασή σου.
Είδες ποτέ του θαύμα να χάλασε χατίρι
παραμυθένιας τύχης;

Χωρίς παζάρια θα ΄δινα πίσω όσα κέρδισα
και θα γυρίζαμε πεζή, απίστευτοι στο σπίτι.

Θα ξάπλωνες εκεί, στη συνέχειά σου.
Θα ΄γερνα κι εγώ, διπλανή αμύθητα.
Κι αφού βεβαιωνόμουνα πως έχεις προσδεθεί
καλά πάνω στο σώμα σου
πως κούμπωσες καλά την ασφαλή επιστροφή σου
θα το ΄ριχνα σιγά-σιγά
σε μιά τρελή ονειροπόληση,
αμύθητα πως θ΄άλλαζε η ζωή μου
αν κέρδιζα ένα
ανισόρροπο λαχείο.

Eine kleine Nachtmusik (Wolfgang Amadeus Mozart)





ΤΑ ΠΑΘΗ ΤΗΣ ΒΡΟΧΗΣ


Εν μέσω λογισμών και παραλογισμών
άρχισε κι η βροχή να λιώνει τα μεσάνυχτα
μ'αυτόν τον νικημένο πάντα ήχο
σι, σι, σι.
Ήχος συρτός, συλλογιστικός, συνέρημος
ήχος κανονικός, κανονικής βροχής.

Όμως ο παραλογισμός
άλλη γραφή κι άλλην ανάγνωση
μου'μαθε για τους ήχους.
Κι όλη τη νύχτα ακούω και διαβάζω τη βροχή
σίγμα πλάι σε γιώτα, γιώτα κοντά στο σίγμα,
κρυστάλλινα ψηφία που τσουγκρίζουν
και μουρμουρίζουν ένα εσύ, εσύ, εσύ.

Κάθε σταγόνα κι ένα εσύ,
όλη τη νύχτα
ο ίδιος παρεξηγημένος ήχος,
αξημέρωτος ήχος,
αξημέρωτη ανάγκη εσύ,
βραδύγλωσση βροχή,
σαν πρόσθεση ναυαγισμένη
κάτι μακρύ να διηγηθεί
και λέει μόνο εσύ, εσύ,
νοσταλγία δισύλλαβη,
ένταση μονολεκτική,
το ένα εσύ σαν μνήμη,
το άλλο σαν μομφή
και σαν μοιρολατρία,
τόση βροχή για μια απουσία,
τόση αγρύπνια για μια λέξη,
πολύ με ζάλισε απόψε η βροχή
μ'αυτή της τη μεροληψία
όλο εσύ, εσύ, εσύ,
σαν όλα τ'άλλα να'ναι αμελητέα
και μόνο εσύ, εσύ, εσύ.

Η τέχνη και συγκεκριμένα η ποίηση, είναι ένας ψιθυριστός υπαινιγμός. Υποθετικές είναι πάντα οι αποκρυπτογραφήσεις του...την ποίηση δεν την εννοουμε. Πρωτίστως την νιώθουμε. Πριν μας δοθούν κατευθύνσεις και οδικοί χάρτες..
Κική Δημουλά



39 σχόλια:

mareld είπε...

Αγαπημένοι μου φίλοι!

Εύχομαι να είσαστε όλοι καλά!

Η ανάρτηση είναι δώρο στον φίλο μου Π.Κ. από το nostalgia!


Αγαπημένε μου φίλε, Παναγιώτη!

Σε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια που αφήνεις στο nostalgia και τα χαιρετίσματα από τη πατρίδα!

Να είσαι πάντα χαρούμενος!

Γλυκά φιλιά σε όλους σας!


Εδώ σκοτάδι και όχι μόνο..

mareld είπε...

ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΑ

Ὅλα τὰ ποιήματά μου γιὰ τὴν ἄνοιξη
ἀτέλειωτα μένουν.

Φταίει ποὺ πάντα βιάζεται ἡ ἄνοιξη,
φταίει ποὺ πάντα ἀργεῖ ἡ διάθεσή μου.

Γι᾿ αὐτὸ ἀναγκάζομαι
κάθε σχεδὸν ποίημά μου γιὰ τὴν ἄνοιξη
μὲ μιὰ ἐποχὴ φθινοπώρου
ν᾿ ἀποτελειώνω.
Κ Δημουλά

P. Kapodistrias είπε...

Μόλις είδα την αφιέρωση! Με συγκίνησες όσο δεν παίρνει άλλο και σ' ευχαριστώ!
Με συγκίνησες, όχι μόνον γι' αυτή καθεαυτή την αφιερωματική ανάρτηση, η οποία φανερώνει μιαν ορθάνοιχτη ψυχούλα προς την Αγάπη (αποπνέοντας μάλιστα άνθινα αρώματα), αλλά κι επειδή μού έκαμε δώρο ποιήματα πολυαγαπημένα, μιας εξαίρετης και υπερευαίσθητης Ποιήτριας, η οποία από ετών με τιμά με τη φιλία της και αγαπά τα τιποτένια μου γραφτά.
Την σέβομαι πολύ και σκιρτώ με κάθε της στίχο - καθαρτικό νυστέρι στην πληγή μας, την όποια!

Ελπίζω να είδες κι εσύ μια προχτεσινή ανάρτηση, που φαντάζομαι θα σε αγγίζει, εσένα προσωπικά!!!
Κάνε, λοιπόν, κλικ εδώ και θα σού αποκαλυφτεί το Αθέατο!!!!

mareld είπε...

Αγαπημένε μου φίλε!

Η επιλογή δεν είναι τυχαία.

Είσαι Ποιητής και μάλιστα σπουδαίος!

Είχα στο μυαλό μου τρεις επιλογές.
Σολωμό, Ελύτη, Δημουλά!

Η Δημουλά εκτός από μεγάλη Ποιήτρια είναι και στη ζωή!
Να που είναι και φίλη σου!

Ξέρω ότι είσαι ταπεινός αλλά γιατί τόσο πολύ; Δεν χρειάζεται..

Σε ευχαριστώ για το Σκοπό που τον έβλεπα τόσα χρόνια αλλά να ξέρεις δεν νιώθω καλά ούτε στο όνομά του..

Μου έκρυβε τη δύση!

Έφερνε βροχή τουλούμια ο πουνέντες!
Μαύριζε ό τόπος!

Έχω ανέβει στο Σκοπό πολλές φορές αφού τα καλοκαίρια ήμουν στις κατασκηνώσεις..

Από τότε που έγινε το έγκλημα και βάφτηκε με αίμα παιδιού που του αφαίρεσαν τη ζωή τόσο άδικα και αποτρόπαια μόνο στο όνομα ταράζομαι και αγαναχτώ!

Χάρηκα που σου άρεσε η ανάρτηση! Να είσαι πάντα καλά!

Καλό σου βράδυ!

P. Kapodistrias είπε...

Χα, χα! Πού την είδες την ταπείνωση; Αν ήμουν ταπεινός δεν θα σου αποκάλυπτα τα περί Φιλίας μου...

Ωραία τα στοιχεία για τον Σκοπό. Αν θες ανάρτησέ τα στη σχετική μου ανάρτηση ώστε να υπάρξει και αυτή η πολύ ενδιαφέρουσα εκδοχή!

mareld είπε...

Μα είναι αλήθεια και εξ άλλου με ποιούς θα έκανες παρέα αν όχι με ποιητές;

Εκεί νιώθεις όμορφα και μπορείς να εκφραστείς σε βάθος!
Και να μην μου το έλεγες, το είχα καταλάβει!
Διαθέτω "μαγικές" ικανότητες!
Τώρα γελάς..ε;

Χαίρομαι που είναι φίλη σου!
Μου είναι πολύ συμπαθής και
γι αυτό έκανα την ανάρτηση.
Ήθελα για την ίδια!
Σκεφτόμουν ότι άν την έβλεπε θα χαιρόταν, ίσως και να καμάρωνε!

Άνθρωποι είμαστε!

Όσο για το Σκοπό είναι πληγή αγιάτρευτη όπως πολλές άλλες από τη λατρευτή μας πατρίδα!

Ανώνυμος είπε...

μοναδικό βιβλίο γνώσης και ομορφιάς η σελίδα σου. να είσαι πάντα καλά

mareld είπε...

Σε ευχαριστώ!

Κι εσύ γλυκέ μου φίλε να είσαι καλά και χαρούμενος!

Φιλιά και καλό Σαββατοκύριακο!

Ερατώ είπε...

Άλλος ένας "χείμαρος" λογοτεχνίας ιδιαίτερα φροντισμένος από εσένα, Μαρέλντ...
Εγώ πάντως,από την ανάρτηση ξεχώρισα εκείνο το λουλούδι που κοιτάζει προς τον ουρανό.

Διονύσης Μάνεσης είπε...

Όπως το είπε κι η Ερατώ, mareld: χείμαρρος λογοτεχνίας.
Και ο αποψινός κατευθείαν στην αχίλλειο πτέρνα μου, τη Δημουλά.
Δε θα ξανοιχτώ, πραγματικά γιατί δεν ξέρω τι να πρωτογράψω. Είναι πράγματα που όχι απλώς τα κουβαλάς μαζί σου στη ζωή, αλλά που από ένα σημείο και μετά γίνονται σύμφυτα.

Έχω τη χαρά κάθε χρόνο να τη διδάσκω. Συναντιέμαι και ξανασυναντιέμαι με την παιχνιδιάρα, απεγνωσμένη, ολύμπια γραφή της και κάθε φορά είναι σα να είναι η πρώτη.

Όσο για το αφιέρωμα.. Τόσο χορταστικό, τόσο εύστοχες οι επιλογές, τόσο πλούσιο σε ήχους και εικόνες, ναι, ναι, εννοείται πως μπαίνει αυτούσιο στο εκπαιδευτικό βαλιτσάκι προς πάσαν χρήσιν..Κάθε φορά που θα χρησιμοποιούμε κάτι, τότε που θα σε πιάνει φτέρνισμα, να ξέρεις:κάποιοι εκπαιδευτές κι εκπαιδευόμενοι στην Αθήνα σου στέλνουν τα φιλιά τους.

Όπως και τώρα.

Μηθυμναίος είπε...

Ο ποιητικός λόγος της αγαπημένης μου ποιήτριας Κ. Δημουλά, εισχωρεί στο μέσα μας, το διαβρέχει, κάθε στίχος της γίνεται ευφρόσυνος πνευματικός οδηγός.
Αυτό έκανες εσύ τώρα προσφέροντάς μας τόσα πολλά για Εκείνη!
Το χάρηκα πραγματικά, μόνο εκείνα τα κουτάκια να έλειπαν... Εμένα μου παρουσιάζονται πολλά στο κείμενο. Το πρόσεξες;

"Δεν το 'θελα ποτέ
σε τέτοιες σκέψεις να γυρίσω.
Μα είναι νύχτες ατέλειωτες,
που από πέλαγα
όλως ακούραστα
τα παλαιά μου οράματα
τα φέρνω πίσω".

K.D.

kiki είπε...

Μαρελντίτα ευαίσθητη! Καλό μήνα!

ΦΥΡΔΗΝ-ΜΙΓΔΗΝ είπε...

Χορταστική και πλούσια η ανάρτηση αφιέρωμα για ένα ΄Αξιο ΄Αρχοντα της πένας.

Πηγή γνώσης, τρυφερότητας αγάπης και νοσταλγίας η σελίδα σου.
Πώς μπορώ να είμαι λυπημένη;....

Φιλί από την Πατρίδα που αρνείται πεισματικά να χειμωνιάσει και Γλαρένιες αγκαλιές

Διονύσης Μάνεσης είπε...

Mareld,
Πήγαινε, αν θέλεις, ΕΔΩ , να δεις, να χαρείς.
Εγώ σ' ευχαριστώ πολύ πολύ εκ των προτέρων.

mareld είπε...

Ερατώ μου!

Μα γι΄αυτό το έβαλα..
Το τριαντάφυλλο που κοιτάζει τον ουρανό είναι ακριβώς η ποίηση της Κ Δημουλά!

Στην τετράγωνη νύχτα της φωτογραφίας

Αναρωτιόμουν γιατί έχουν γραφτεί τόσο λίγα πράγματα για την ποίηση της Κικής Δημουλά. Οι περισσότεροι (κι εγώ μαζί τους) παρ' όλο τον θαυμασμό μας, έχουμε περιοριστεί σε επιφωνήματα.

Χρειάστηκα αρκετό χρόνο για να καταλάβω τον λόγο. Είναι δύσκολο να γράψεις για την ποίηση της Κικής Δημουλά διότι είναι ποίηση άνευ αντικειμένου.

Κυριολεκτώ. Η ποίηση της Κ.Δ. είναι άνευ αντικειμένου - αφού αντικείμενό της είναι το μηδέν.

Για να είμαι περισσότερο σαφής: όχι ακριβώς το μηδέν (τι να γράψει κανείς γι αυτό) όσο η παρουσία του στη ζωή μας, η σχέση μας με αυτό. Το μοναδικό θέμα της Δημουλά είναι το σταδιακό ή αιφνίδιο πέρασμα από το ον στο μη-ον. Το πέρασμα που ονομάζεται χρόνος, φθορά η θάνατος.

Μερικές φορές η Δ. αντιστρέφει το θέμα της: πρόκειται τότε για το πέρασμα από το μη-ον στο ον, δηλαδή την μνήμη. (Όταν θυμάσαι ανακαλείς μη-ον, κάτι που δεν υπάρχει πια). Τις περισσότερες φορές η μνήμη έχει την μορφή φωτογραφίας.

'Ον και μη ον. Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε συνώνυμα γι αυτό το ολέθριο ζευγάρι. Ζωή - θάνατος. Παρουσία - απουσία. Κάτι - τίποτα.

Το τίποτα, το κενό, το μηδέν είναι, βέβαια, ο κυρίαρχος πόλος. Κερδίζει πάντοτε στο τέλος. Καμιά φορά και με βρώμικο, φτηνό τρόπο:


Για σας θα κάνω μια καλύτερη τιμή
είπε το Τίποτα στο Κάτι
και κείνο, το ηλίθιο, τόχαψε.
Ν Δήμου

Σε ευχαριστώ!
Φιλιά και καλό μήνα!

mareld είπε...

Διονύση μου!

Απλά χαίρομαι..!

Εδώ στο ατέλειωτο σκοτάδι και τη μοναξιά αν δεν φτιάξεις άμυνες θα γίνεις ένα με τα φθινοπωρινά φύλλα..
Η Δημουλά δεν με συγκινεί μόνο με κομματιάζει και κατά ένα παράξενο τρόπο με ανανεώνει..με κρατάει "χλωρή μες τη φωτιά"

Για σας θα κάνω μια καλύτερη τιμή
είπε το Τίποτα στο Κάτι
και κείνο, το ηλίθιο, τόχαψε.


Το όν, η παρουσία, η ζωή, εμφανίζονται σαν παγίδα ή απάτη. "...άλλος ένας απατημένος από την διάρκειά του" έγραψε η Κ.Δ. μετά τον θάνατο του ποιητή Παπαδίτσα. 'Ο,τι άλλωστε υπάρχει, το Κάτι, είναι φενάκη. Απλό σκηνικό του Τίποτα. Η Δημουλά κάθε φορά αποκαλύπτει το Μαύρο πίσω από την σκηνογραφία. Κι ο χρόνος συνεχώς της κλέβει ό,τι νόμισε πραγματικό:



Αχ! η χήρα στιγμή, κάθε τόσο!


Στο κενό, ανάμεσα όν και μη όν. Από μια ποιήτρια που δεν πατάει ούτε στο ένα ούτε στο άλλο. Ισορροπεί ανάμεσά τους, επάνω σε ένα τεντωμένο σκοινί, που είναι η γλώσσα. Κι όπως οι σχοινοβάτες την ράβδο, η Δημουλά χρησιμοποιεί τις λέξεις για να κρατιέται όρθια στο τεντωμένο σκοινί. Ακροβατεί, τινάζει λέξεις στον αέρα, τις γυρίζει ανάποδα, πολλές μαζί, (το κοινό κρατάει την ανάσα του) και τις πιάνει την τελευταία στιγμή.

Η Δημουλά κάνει πράγματα με την γλώσσα που κανείς Έλληνας ποιητής δεν τόλμησε. Αλλάζει τα μέρη του λόγου, κάνει τα επίθετα ρήματα, τα ουσιαστικά επιρρήματα. Αναρχική των λέξεων, παίρνει εκδίκηση από την γλώσσα για κάθε απουσία, κάθε μοναξιά, κάθε φόβο της ζωής. Τρομοκρατημένη από την ύπαρξη, η Δημουλά τρομοκρατεί την γλώσσα. Άλλωστε, μόνο μια τέτοια διάλεκτος μπορεί να εκφράσει το μηδέν.

Ποίηση εκ του μη όντος. Πώς να γράψεις γι αυτήν; Όταν το μόνο που φαίνεται (φόντο σκοτάδι) είναι οι ακροβασίες των λέξεων. Πάντα εν κινήσει, ταυτόχρονα σε θέσεις πολλαπλές όπως στις στροβοσκοπικές φωτογραφίες;

Πώς να περιγράψεις πυροτεχνήματα - όταν το θέμα σου δεν είναι η λάμψη, αλλά το πίσω σκότος. Πώς να μιλήσεις για το σκοτάδι; Τι είναι το σκοτάδι; Μη φως; Αρκεί αυτός ο ορισμός;

Εκεί ακριβώς βρίσκεται το επίτευγμα της Κικής Δημουλά. Μιλάει για το σκοτάδι, το μη ον, το μηδέν, πράγματα που δεν λέγονται - κι όμως τα λέει. Ενώ οι περισσότεροι ποιητές, όταν πάνε να ασχοληθούν με το αφηρημένο συντρίβονται, η Δημουλά μπορεί και κάνει φιλοσοφική ποίηση, τόσο χειροπιαστή όσο ένας σβώλος χώμα και τόσο μεταφυσική όσο η αποφατική θεολογία.

Πρόκειται για ένα άλλο είδος ποίησης. Θα την ονόμαζα μετα-ποίηση και με τις δύο σημασίες του μετά. Αν η ποίηση οριοθετεί έναν κόσμο, αυτή καλύπτει δύο, ταυτόχρονα, μεταποιώντας τις λέξεις. Στα ελληνικά γράμματα δεν έχουμε άλλο τέτοιο δείγμα. Στα ξένα, το πιο κοντινό που μπορώ να σκεφθώ είναι οι Άγγλοι "μεταφυσικοί ποιητές" του 17ου αιώνα. Αυτοί που "έβλεπαν το κρανίο κάτω από το δέρμα" όπως έγραψε ο Eliot στους "Ψιθύρους Αθανασίας".
Ν Δήμου

Σε ευχαριστώ!
Φιλιά και καλό μήνα!

mareld είπε...

Στράτο μου!

Το ξέρω ότι η Δημουλά ανήκει στις αδυναμίες σου!
Χαίρομαι που τη συναντάς και στο νοσταλγία!


Υπάρχουν στίχοι της Κ. Δ. που θα μπορούσαν να έχουν γραφεί από τον Donne, τον Herbert, ή τον Marvell. Που συνδέουν απρόοπτα το συγκεκριμένο με το υπερβατικό, το αισθητό με το επέκεινα:

Νοτιάς. Πονούν θανάσιμα τα κόκαλα.

Εννοώ εκείνες τις ατομικές μας κρεμάστρες
να ταξιδεύει ατσαλάκωτο το σχήμα μας
πλασιέ εδώ εκεί της διάρκειάς μας.

Το ποίημα επιγράφεται "Αναλαμπές Ανυπαρξίας" και τελειώνει:

Γι αυτούς τους πόνους λένε πως υπάρχει μια πολύ θαυματουργή
σκόνη που γινόμαστε.

Στην ποίηση της Δημουλά πορσελάνινα μπιμπελό μπορούν να σημάνουν Αποκάλυψη:

πάλλονται δάκρυα, τρίζουν τζάμια
αλλόφρονα οστά αγάλλονται, σπάζουν.

Το γκροτέσκο συγκατοικεί με το τρυφερό, ο εφιάλτης με το ροζ kitsch, ο τρόμος με το κατάμαυρο χιούμορ.
Ν Δήμου

Φιλιά και καλό μήνα!

mareld είπε...

Καλώς τη Κική μου!

Οι αντοχές μου πέφτουν με τη πτώση της θερμοκρασίας, αν και θα έπρεπε να πέφτουν με τη πτώση του χρηματιστηρίου..


Υπάρχει, στο λεξικό των λογοτεχνικών όρων του Cuddon, ένας ορισμός για τους "μεταφυσικούς" ποιητές που περιγράφει ακριβέστατα την ποίηση της Δημουλά. Τον μεταφράζω: "καθηλωτικές και πρωτότυπες εικόνες και μεταφορές (που δείχνουν μιαν ενασχόληση με τις αναλογίες μακρόκοσμου και μικρόκοσμου), οξύνοια, εφευρετικότητα, δεξιοτεχνική χρήση της κοινής γλώσσας, [] κλίση προς το παράδοξο και το σοφιστικό επιχείρημα, άμεσος τρόπος, καυστικό χιούμορ, έντονη αίσθηση θνητότητας, και μια διακεκριμένη ικανότητα για ελλειπτική σκέψη και λακωνικά συμπυκνωμένη έκφραση".

Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά ανήκουν τόσο πολύ στη Δημουλά, που σχεδόν δεν χρειάζονται συμπλήρωση. Ίσως μόνο μεγαλύτερη έμφαση στην "αίσθηση θνητότητας". Ωστόσο και στους μεταφυσικούς ήταν το κυρίαρχο συναίσθημα, (ας θυμηθούν όσοι ξέρουν τους δυσμετάφραστους στίχους του Eliot για τους Webster και Donne).
Ν Δήμου

Φιλιά και καλό μήνα!

mareld είπε...

Αχ!! Μάτια μου!

Φυσικά και τιμάω το φίλο μου το Ποιητή μαζί με τη Κ. Δημουλά!

'Οχι, είμαι πολύ λυπημένη!!
Πως να μην είμαι;
Μπήκαμε στο σκοτάδι..η θερμοκρασία όλο και κατεβαίνει..

Ατέλειωτη νύχτα!

η νύχτα (το ον γίνεται μη ον)

Η νύχτα,
Όνομα ουσιαστικόν,
Γένους θηλυκού,
Ενικός αριθμός.
Πληθυντικός αριθμός
Οι νύχτες.
Οι νύχτες από δω και πέρα.

"Οι νύχτες από εδώ και πέρα". Από το "Λίγο του Κόσμου" και πέρα, αυτό είναι το μόνο θέμα της Κικής Δημουλα. Αφού δεν γίνεται το θαύμα και το όνειρο:

Δεν ήρθε κι ένα απόγευμα
που να μη γίνει βράδυ
και όνειρο σημαίνει
να έρθει κι ένα απόγευμα
που να μη γίνει βράδυ,

Ο χρόνος δεν σταματά. Το βράδυ έρχεται πάντα: "οι νύχτες από εδώ και πέρα". Το ποίημα τελειώνει:

Φύλαγέ μου, Θεέ μου,
τουλάχιστον
όσα έχουν πεθάνει.
Ν Δήμου

Σε ευχαριστώ!
Πολλά φιλιά και καλό μήνα!

mareld είπε...

Διονύση μου!

'Εμεινα άναυδη!

Τόσο ζωντανά!
Από το μαύρο σκοτάδι βρέθηκα σε ένα μπαλκόνι με μια πανέμορφη γατούλα!
Μα μου φάνηκε σαν να μπήκα σε μια σκηνή θεάτρου!

Πόσο χάρηκα που είσαι κοντά στα παιδιά!

Από το "Χαίρε Ποτέ", το

ΚΟΝΙΑΚ ΜΗΔΕΝ ΑΣΤΕΡΩΝ

Χαμένα πάνε τα λόγια των δακρύων.
Όταν μιλάει η αταξία η τάξη να σωπαίνει
- έχει μεγάλη πείρα ο χαμός.
Τώρα πρέπει να σταθούμε στο πλευρό
του ανώφελου.
Σιγά-σιγά να ξαναβρεί το λέγειν της η μνήμη
να δίνει ωραίες συνταγές μακροζωίας
σε ό,τι έχει πεθάνει.

Ας σταθούμε στο πλευρό ετούτης της μικρής φωτογραφίας
που είναι ακόμα στον ανθό του μέλλοντός της:
νέοι ανώφελα λιγάκι αγκαλιασμένοι
ενώπιον ανωνύμως ευθυμούσης παραλίας.
Ναύπλιο Εύβοια Σκόπελος;
Θα πεις
και που δεν ήταν τότε θάλασσα.

Πολλά φιλιά!

mareld είπε...

Φίλε Βαγγέλη, Φωτογράφε!

Αυτό για σένα!

Η μνήμη από εδώ και πέρα. Το σύμβολό της: η φωτογραφία.

Η φωτογραφία είναι από τα κύρια θέματα της Κ.Δ. Και πως θα γινόταν αλλιώς; Κάθε φωτογραφία, και η πιο ταπεινή, είναι η παρουσία μιας απουσίας. Και η ποίηση της Δημουλά, ως ποίηση του μη όντος, όλο γύρω στην απουσία τριγυρίζει. Τα "όσα έχουν πεθάνει" μπορεί να μην υπάρχουν όλα σε φωτογραφία - αλλά όσα υπάρχουν σε φωτογραφία, έχουν σίγουρα πεθάνει. Η στιγμή πεθαίνει στο στιγμιότυπο.

Άντε, σε συγχωρώ, στιγμή που ήμουν.

Η φωτογραφία είναι παγωμένο παρελθόν. Σύμβολο μνήμης - παραπάνω: η ίδια η μνήμη τυπωμένη στο χαρτί. Ήδη σε μία από τις παλιότερες συλλογές της, πριν ακόμα διαμορφώσει το τελείως προσωπικό της ύφος, η ποιήτρια γράφει:


από τα πέρατα μιας νοσταλγίας
παίρνω ειδήσεις σου:
κατάντησες θαμών
κάποιας παλιάς φωτογραφίας σου
διαπρέποντας στην χάρτινη έντασή της.


Αυτή η χάρτινη ένταση στα επόμενα βιβλία, θα πάρει διαστάσεις τραγικές. Γιατί μπορεί να έλεγαν οι παλιοί φωτογράφοι "απαθανατίζω", ωστόσο ξέρουμε όλοι τι είναι μια χάρτινη αθανασία. Και η Δημουλά έγραφε στο "Λίγο του Κόσμου", πολύ πριν την σκεπάσει η μεγάλη απουσία:

Κι είναι το χέρι σου μόνο
στην τετράγωνη νύχτα της φωτογραφίας.

Φιλιά και καλό μήνα!

Aθηνά Π.Κ. είπε...

Πέρασα κι εγώ πρώτη φορά και τι να δω !!
Μια ανάρτηση extra extra large !!
Και διάβαζα και διάβαζα !! Και συνέχισα να διαβάζω (πρώτη φορά μπήκα) κουράστηκαν τα μάτια μου!!
Και τι δεν είδα!! Όλα πολυαγαπημένα!!
Κική Δημουλά, Ελύτη, Μικρό Πρίγκηπα, Γλάρο Ιωνάθαν, Γκάτσο, και λουλούδια , πολλά λουλούδια , μεγάλη αδυναμία μου και τα συγκεκριμένα βιβλία & ποιήματα & να φωτογραφίζω ρόδια & λουλούδια !!!!
Μια απορία , πως αντέχεις να κάνεις τόσο μεγάλες αναρτήσεις και σε δύο μπλογκ μάλιστα ?? Θέλει μεγάλη αντοχή !!
Πάντως και οι δυο σελίδες ποιοτικές και όμορφες !!! Τα λέμε , Καλό μήνα!!

mareld είπε...

Αθηνά!

Καλώς ήρθες!

Χαίρομαι που βρήκες να κεραστείς εδώ με λόγια γλυκά!

Η νοσταλγία είναι αφιερωμένη στη Ποίηση και στην ομορφιά!

Σε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια!

Οι σελίδες έγιναν 4..και η αντοχή βρίσκεται ακριβώς στη νοσταλγία που με καίει..

Στη φωτογράφο Αθηνά!

Ο έρωτας, ο φόβος, η μνήμη, η νύχτα ("από δω και πέρα"), σε δύο στίχους. Είκοσι χρόνια μετά, η ώριμη (στον πόνο) ποιήτρια μιλάει για το Τίποτα. Σε ένα από τα αριστουργήματα (δεν φοβάμαι τη λέξη) της Δημουλά, το πρώτο ποίημα από την συλλογή "Χαίρε Ποτέ", πρωταγωνιστεί μια φωτογραφημένη απουσία:

ΑΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ

Θεέ μου τι δεν μας περιμένει ακόμα.

Στα ποιήματα της Κ.Δ. οι φωτογραφίες δεν είναι πάντα "στάσιμες". Συνήθως ζούνε μια ζωή δική τους, αυτόνομη. Σαν φυτά, έχουν ανάγκη από την φροντίδα των ανθρώπων. Ένα ποίημα απουσίας κλείνει με τους στίχους:

Τουλάχιστον
ν' αλλάζεις πότε-πότε το νερό στις φωτογραφίες μου

Δέκα χρόνια πριν έγραφε:

Ποτίζεις, φαίνεται, συχνά τους τοίχους με ρέμβη
Κι ευδοκιμούν εδώ-εκεί φωτογραφίες.

Είναι το νερό της μνήμης, αντίδοτο του νερού της Άρνας, του νερού της λησμονιάς.

Άλλες φορές (στο ποίημα "Ανάσκελος Χρόνος") η φωτογραφία γίνεται μαγικό alter ego, είδωλο που υποκαθιστά το πρόσωπο:

τετράπαχο γρασίδι στα συρτάρια μου
ρηχή μαλακωσιά σαν του βελούδου
και του πατημένου όρκου
και ρίχνει κάτι ξάπλες
μα κάτι ξάπλες η φωτογραφία σου.

Οι αναφορές στην φωτογραφία είναι περισσότερες στο πρώτο και το τρίτο από τα βιβλία της "ώριμης" Δημουλά. Μόνο τρεις εντόπισα στο "Τελευταίο Σώμα μου" ενώ έξι στο "Λίγο του Κόσμου" και επτά στο "Χαίρε Ποτέ". Μάλιστα, στα βιβλία αυτά υπάρχουν ολόκληρα ποιήματα με θέμα την φωτογραφία, ενώ στο "Σώμα" οι αναφορές είναι παρενθετικές (αλλά καίριες, σε στίχους καταληκτικούς).

Φυσικό. Τα δύο αυτά βιβλία είναι καθαρά ελεγειακά, με περισσότερη έμφαση στη μνήμη. Ιδιαίτερα στο "Χαίρε Ποτέ", βιβλίο μεγάλου αποχαιρετισμού, η φωτογραφία μοιάζει να είναι ένα από τα ελάχιστα σωσίβια στον ωκεανό του Τίποτα.


ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΑΤΟ
Αραιά και που καμιά τουφεκιά αμυδρή
μαρτυρία υπέρ σου ή λύπη
ας παραδοθεί.
Ό μόνος αξιόπιστος μάρτυρας ότι ζήσαμε
είναι ή απουσία μας.
Ν Δήμου

Φιλιά και καλό μήνα!

roadartist είπε...

Είσαι φοβερή..
Ενα φιλι και μια μεγαλη αγκαλια..
Ευχαριστω πολυ..

mareld είπε...

Καλώς το, το παιδί!

Ξέρω ότι η Δημουλά σου αρέσει και χάρηκα που ήρθες!

Ο Ουελμπέκ έλεγε πως δεν της αξίζει της εποχής μας η ποίηση. Ευφυολόγημα ή βρίσκετε αλήθειες πίσω από αυτή την άποψη;

Θα αναρωτηθώ αν οι προηγούμενες εποχές ήταν στο σύνολό τους τόσο αγγελικά πλασμένες που να τους «άξιζε» η ποίηση. Κι αν ήταν, πόσο χρειάζεται άραγε η ποίηση τους αγγέλους; Όσο η ευτυχία στην ευτυχία και ο πλούτος στον πλούτο; Πιο σωστά, στη φτώχια δεν αξίζει ένα πλούσιο όνειρο; Αν λοιπόν η ποίηση, εκτός από μια παρήγορα περίπλοκη μορφή απόγνωσης που πιστεύω ότι είναι, παράλληλα είναι και μια ωφέλιμη μεταδόσιμη αξία, τότε, πολύ περισσότερο αξίζει να αφιερώνεται σε μια εποχή σαν τη δική μας, αν αυτή διέπεται μόνο από πληκτικούς πλήττοντες και εξαντλημένους δαίμονες. Κι αυτά βέβαια ισχύουν, αν δεν παρανόησα τον απόλυτο, αυστηρό Ουελμπέκ.
απόσπασμα από συνέντευξη.

Φιλιά και καλή σου βδομάδα!

ΠΕΡΙΠΛΟΥΣ είπε...

Μια καλησπέρα.. από καρδιάς
πέρασα να ακουμπήσω ..
Κι όμως δε θέλει η καρδιά να φύγω να σ'αφήσω ...

τι να πεις κανείς πλέον.. νομίζω τα είπες όλα για την Κική Δημουλά ..


πολυαγαπημένο ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ 1948

Άλλα έμενα εξακολουθεί να με ''χαράζει'' ο ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ και ο ΝΤΙΝΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ ..

τα φιλιά μου

mareld είπε...

Καλώς το παιδί!

..τόση βροχή για μια απουσία,
τόση αγρύπνια για μια λέξη,
πολύ με ζάλισε απόψε η βροχή
μ'αυτή της τη μεροληψία
όλο εσύ, εσύ, εσύ,
σαν όλα τ'άλλα να 'ναι αμελητέα
και μόνο εσύ, εσύ, εσύ.
Κ Δ

Βρέχει..


Ο κόσμος της Δημουλά είναι κατ' εξοχήν τραγικός, με τον αρχαίο τρόπο αλλά με το σημερινό ύφος της τραγωδίας. 'Έχει την σύγκρουση, χωρίς το ηρωικό μέγεθος. Γιατί αυτό που συγκρούεται δεν είναι πια ο ήρωας με το κενό - είναι το κενό με το κενό. Οι σύγχρονοι τραγικοί ήρωες είναι άδειοι, κλόουν ή ζογκλέρ λέξεων.Βλέπω αυτόν τον κόσμο της Δημουλά, σαν μια άδεια σκηνή, σκοτεινή. Στην μαύρη κουρτίνα του φόντου, μισοφαίνονται καρφιτσωμένες φωτογραφίες. Είναι το πιο ζωντανό πράγμα σε αυτόν τον πεθαμένο κόσμο.

Μέσα στο απόλυτο κενό, με φόντο τη νύχτα, εικόνες συνοδεύουν την σιωπή των λέξεων. (Ναι, η Δημουλά κατόρθωσε κι αυτό: οι λέξεις να μην ηχούν. Να πέφτουν στην μοναξιά, σαν τσόχα σε βελούδο. Μόνον ο Μπέκετ έχει δώσει τόση σιγή στον λόγο).
Ν Δ

Στίχοι που έχουν το βάρος χρησμού, λέξεις που ηχούν σαν πυκνές σταγόνες βροχής είναι η ποίηση της Κικής Δημουλά. Μια απλή, ανεπιτήδευτη ποιητική φωνή, μια γνήσια ανθρώπινη φωνή, πικραμένη και σύγχρονη. Αφετηρία της έμπνευσής της η καθημερινότητα και ο άνθρωπος που πορεύεται μόνος. Περπατάει στους δρόμους της πόλης, ακούει τις φωνές γύρω της, νιώθει την αλλαγή των εποχών, γεύεται με όλες τις αισθήσεις της το θαύμα της ζωής και το μετατρέπει σε ποίηση. Όσα όμως κινούν την περιέργεια και τη μνήμη της αποτελούν μόνο την επιφάνεια, γιατί στο βάθος με την ποίησή της προσπαθεί να ανιχνεύσει το πάθος που τη διακατέχει για τη ζωή και να αντισταθεί στη φθορά και στο θάνατο. Η μελέτη αυτή δεν φιλοδοξεί να εξαντλήσει την ποίηση της Κικής Δημουλά· φιλοδοξεί μόνο να φωτίσει κάποιες πλευρές της και να ανοίξει το δρόμο για μια πιο ουσιαστική επαφή με μια σύγχρονη γυναικεία ποιητική φωνή. Όσο άλλωστε διαβάζει κανείς τα ποιήματά της τόσο ανακαλύπτει νέους, ανεξερεύνητους και ανεξάντλητους θησαυρούς.
Από Διαβάζοντας Κική Δημουλά

Ο θεός απόρησε
που είδε τον ήλιο
ντυμένο ρούχα παιδικά
να κατεβαίνει τρέχοντας
της φαντασίας μου τη σκάλα
και να 'ρχεται σε μένα...
Κ Δ


Μη σημαδέψεις την καρδιά μου

...................
Κι όταν σου πουν να με πυροβολήσεις
χτύπα με αλλού
μη σημαδέψεις την καρδιά μου.
Κάπου βαθιά της ζει το παιδικό σου πρόσωπο.
Δε θα ’θελα να το λαβώσεις.

ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ
Είναι στο δρόμο..

Να μου είσαι καλά!
Πολλά φιλιά σε σένα και
λίγα στον αέρα του Ηρακλείου!

Άστρια είπε...

Μετά από όλα αυτά που γράφτηκαν τί να γράψω εγώ;

Μόνο ότι είναι ξεχωριστά άγαπημένη μου και ότι την γνώρισα αργά ως ποιήτρια, από τον καταπληκτικό λόγο της όταν έγινε μέλος της Ακαδημίας. Μου είχε κάνει εντύπωση και είχα ψάξει για πληροφορίες (και ήταν λίγες, μεταξύ των οποίων και το άρθρο του Νίκου Δήμου).
Ή αφιέρωσή σου πραγματικά άξια του ποιητή (και όχι μόνο) π.κ.

Για σένα mareld επίσης τί να γράψω για αυτή την ανάρτηση ψυχής; Σπουδαία!!
Σε φιλώ γλυκά.

faraona είπε...

Φοβερη οπως παντα στις αναρτήσεις σου και ιδιαιτερη.
Πολυαγαπημενη η Δημουλα.
Αχ Μαρελντ Μαρελντ στηριξαμε ολη μας την ζωη στους ποιητες και στους λογοτεχνες,στην τεχνη και τα γραμματα.Αγαπησαμε τα ομορφα της φυσης και τα απλα των ανθρωπων.Γι αυτο και μας ποναει η ασχημια και η μιζερια οταν την συναντουμε.
Τι να κανουμε ομως...ετσι θαμαστε πιο ετοιμοι απο παντα οταν ερθει η ωρα.
Πολλα φιλια κοριτσακι

LIA είπε...

Καλή μου,mareld

Τι υπέροχη ανάρτηση!Πόσο μεγάλη η χαρά μου που συναντώ την Κική Δημουλά, στα μονοπάτια της νοσταλγίας, σε μια μοναδική , προσεγμένη ανάρτηση, στολισμένη με ήχους και εικόνες με ξεχωριστή μαεστρία, που μόνο η mareld μπορεί να κάνει.
Υποκλίνομαι, μπροστά στο μεγαλείο και την ομορφιά των στίχων, της Κικής Δημουλά.

Ξεχωρίζω:
"Μ'εκλεισε μεσα η βροχη
και μενω τωρα να εξαρτιεμαι απο σταγονες

Ομως που ξερω αν αυτο ειναι βροχη
ή δακρυα απο τον μεσα ουρανο μιας μνημης?"

Πολλά φιλιά

. είπε...

Εξαιρετική η αφιέρωσή σου σε μια κυρία της ποίησης που λατρεύω!

Τα φιλιά μου!

mareld είπε...

Άστρο μου και φεγγάρι μου!

Μια αντίσταση στη φθορά τη γενική αλλά και την ατομική είναι και οι αναρτήσεις μου..αν και δεν έχω αυταπάτες..
Άργησα μάτια μου να σου απαντήσω γιατί παλεύω κάθε στιγμή με δυνάμεις που είναι έξω από μένα και συχνά με τραβάνε στη δύνη τους και εξαντλημένη πλέον δεν έχω τη διάθεση για τίποτα..
Ζω από το 95 με σύνδρομο πόνου..απλά να το ξέρεις..για να καταλάβεις τις εξαφανίσεις μου..όταν δεν είμαι καλά μπαίνω σε άλλες διαδρομές..
Στο γλυκοχαράζει πολύ πιθανόν μετά τις γιορτές να συνεχίσω με το στρες και τη διαχείρισή του.

«Νομίζω πως δεν είναι δυνατόν να μείνουμε αμέτοχοι, να μη στρατευτούμε όταν βλέπουμε μπροστά μας αυτή την τρομερή κρίση που περνάει ο κόσμος. Η βάση για μια ελπίδα θα εμφανιστεί μέσα σ' ένα περιβάλλον στράτευσης. Δεν μπορούμε να συγκρατούμαστε ή να περιμένουμε μπροστά σε αυτό που διαφαίνεται στον ορίζοντα. Αντιθέτως. Εχω την πεποίθηση ότι πρέπει να διασχίσουμε τη νύχτα και σαν φρουροί να παραμείνουμε στο πόστο μας γι' αυτούς που είναι μόνοι και υποφέρουν από τη φρίκη του συστήματος που είναι και παγκόσμιο και διεστραμμένο. Μια κραυγή μέσα στη νύχτα μπορεί να είναι αρκετή για να μας κάνει να νιώσουμε ζωντανοί και να πειστούμε πως με κανέναν τρόπο δεν πρόκειται να παραδοθούμε. Μακάρι να μπορούσαμε να πούμε στους νέους: "Μην σας νοιάζει, ακολουθήστε αυτόν ή τον άλλο δρόμο". Αλλά τα ψέματα δεν είναι παρά εγωισμός και ατιμία. Πάνω από όλα πρέπει να ξαναβρούμε τη ράτσα μας και την ανθρωπιά μας. Εχουμε την υποχρέωση να αντισταθούμε, να συμμαχήσουμε με τη ζωή όσο βρώμικη και άθλια κι αν είναι.

Οφείλουμε να κάνουμε κάτι για να δείξουμε πως εμπιστευόμαστε τη ζωή και πως είμαστε αλληλέγγυοι με τον άλλο. Με αυτόν τον τρόπο πιστεύω πως κατορθώνουμε να χτίσουμε μια γέφυρα πάνω από την άβυσσο. Δεν έχουμε χρόνο για συζητήσεις όταν έχουμε χάσει τόσα πολλά».
Ερνέστο Σάμπατο

Φιλιά καρδιά μου!

ΥΓ
Ήμουν πολύ άσχημα ..είμαι κάπως καλύτερα..

mareld είπε...

Φαραωνίτσα μου γλυκιά!

Εσύ κάπως πήρες είδηση ότι έφυγα πάλι μακριά..είναι δύσκολα..

Τις μέρες που υποφέρω με αρπάζει ευτυχώς στιγμές η ανάγνωση..

Διαβάζοντας, παραδείγματος χάριν, ένα απόσπασμα από τους "Αδελφούς Καραμαζόφ" δεν αισθάνομαι κάποια πνευματική ευχαρίστηση, αλλά δημιουργείται μέσα μου μια δόνηση, σωματική. Κάτι που με διαπερνά και ρέει στο αίμα μου. Πιστεύω πως αυτό οφείλεται στο ότι η λογοτεχνία δεν αποτελεί για μένα ξεχωριστή δραστηριότητα από την ίδια τη ζωή. Τα βιβλία που έχω διαβάσει, οι θεωρίες που ασπάζομαι είναι αυτά που με έχουν βγάλει από αδιέξοδα κατά τη διάρκεια των υπαρξιακών μου κρίσεων. Και, όπως οι μεγάλοι έρωτες, αφήνουν τα ίχνη τους ανεξίτηλα στο μυαλό και στη σάρκα μου. Συμφωνώ πλήρως με τον Κάφκα όταν λέει πως πρέπει να διαβάζουμε μόνο εκείνα τα βιβλία που μας κάνουν να αισθανόμαστε ότι διαπερνούν το σώμα μας σαν τσεκουριές. Πρέπει να το έχουμε υπόψη μας αυτό τώρα που η λογοτεχνία και η τέχνη έχουν τόσο απομυθοποιηθεί. Θα πρέπει να σκεφτούμε σοβαρά την αξία που έχουν τα μεγάλα μυθιστορήματα στη ζωή του ανθρώπου».
Ερνέστο Σάμπατο

Αυτή τη δόνηση νιώθω με τη ποίηση της Δημουλάς!
Με ανακουφίζει και μου σπάζει τα μπλοκαρίσματα της ψυχής και του νου..

Πολλά φιλιά καρδιά μου!

mareld είπε...

Ανασαιμιά μου!

Καλώς ήρθες!

Χαίρομαι που βρήκες την αγαπημένη σου Δημουλά..
Σε ευχαριστώ για τα λόγια σου!

Έχω περάσει από το φιλόξενο σπίτι σου και αν θυμάμαι καλά ήταν σε ομίχλη που εδώ που ζω-Στοκχόλμη-την έχουμε μόνιμη..
Γράφεις όμορφα!
Σεναριακά!
Από καρδιάς!

Συνήθως λέω αν οι άνθρωποι συνειδητοποιούσαμε ότι η ζωή είναι μια ανασαιμιά θα ήταν ο κόσμος καλύτερος..
Εσύ το έχεις καταλάβει και ομολογώ με συγκινείς!

Πολλά φιλιά!

ΥΓ
Όπως ανέφερα πιο πάνω ζω με σύνδρομο πόνου..μόλις βγήκα από μια κρίση..αλλά νιώθω εξαντλημένη..
απλά το αναφέρω γιατί πολλές φορές εξαφανίζομαι..και θέλω να ξέρεις το λόγο..

Άστρια είπε...

Mareld, καλή μου ψυχή,

Ως τώρα ταύτιζα στο μυαλό μου, δεν ξέρω γιατί, το mareld με ένα μικρό ελαφάκι του δάσους. Σήμερα, από μία παληά σου ανάρτηση έμαθα το νόημά της στα σουηδικά, θάλασσα-φωτιά.
Και έτσι κατάλαβα γιατί λάμπεις τόσο και ξεχωρίζεις μέσα στα γύρω σκοτεινά νερά.

Ο απόηχος από τον πόνο σου που έμαθα, δυνατός.
Μη σε νοιάζει και αν αργείς, εγώ θα έρχομαι εκεί στο ξύλινο το μπαλκονάκι σου.
Ένα καλαθάκι γεμάτο χρωματιστά αγριολούλουδα και βότανα σου αφήνω και ευχούλες μέσα πολλές να σου απαλύνουν τον πόνο λιγάκι.

Καληνύχτα γλυκειά:))

υγ.Σου στέλνω κάτι που μου άρεσε από την ιστοσελίδα ενός πολύ αγαπητού φίλου:

http://www.youtube.com/watch?v=c_A2TOTfs_0&feature=related

mareld είπε...

Λία μου!
Γλυκό μου κρητικάκι!

Είδες από τη ζάλη, το πόνο και την αυπνία ,δεν σου απάντησα ψυχούλα μου!!!
Τώρα το πείρα είδηση και σκέφτηκα..
Α..mareld..δεν πας καλά..

Ευτυχώς που ήξερες ότι είμαι στα δίχτυα του μόνου και πιστού μου φίλου από χρόνια νύχτα μέρα και το χειρότερο..κανείς δεν παραδίνεται..γιατί αλλιώς θα ένιωθα πολύ άσχημα..

Σήμερα είμαι σαν να βγήκα από χειρουργείο..αλλά αύριο πιστεύω να έχω συνέλθει αρκετά..όπως σου είπα.

Εσύ γλυκιά μου να μην σκέφτεσαι το πόνο μου και σε στενοχωρεί η κατάστασή μου..
Όταν φεύγει..όπως τώρα που από το παράθυρό μου βλέπω το χλωμό φεγγάρι, σκέφτομαι ότι δεν θα ξαναπονέσω και αρχίζω να τραγουδάω πάλι αν και δεν είμαι καλλίφωνη..

"Δὲ θὰ τῆς γράψω. Ὅλο γυρνᾶνε στὸ μυαλὸ οἱ στίχοι της. Δὲ θὰ τῆς γράψω, ὅμως. Ποῦ ἀκούστηκε πανεπιστημιακὸς κριτικὸς νὰ προσκυνήσει μία ποιήτρια. Μὰ θὰ μοῦ βγοῦνε ἀπ᾿ τὴ μύτη οἱ λέξεις. Οἱ λέξεις της. Ξέρει καὶ τὶς μερεύει. Ἄσε τί λέω στὶς παρέες, ἐκεῖ περνάει ἡ ξινίλα γιὰ ἐφέ. Ἐδῶ ὅμως, στὸν καναπὲ ὅταν τὴν διαβάζω καὶ στὸ κρεβάτι ὅταν μοῦ βελονιάζουν τὸ μυαλὸ οἱ στίχοι της, ἐδῶ μετροῦν οἱ φλογοβόλες φράσεις, οἱ εἰκόνες - πυροτέχνημα, οἱ στίχοι ποὺ βιδώνονται στὴν παρεγκεφαλίδα σκάβοντας τὴν. Ἄ, δὲ θὰ τὸ παραδεχτῶ ποτὲ δημόσια. Μὰ νιώθω μία φαγούρα στ᾿ ἀκροδάχτυλα, θέλω λιγάκι νὰ ξεσπάσει ἡ μαντάρα μέσα μου, νὰ ξεφουσκώσει τὸ μπαλονάκι τοῦ μυαλοῦ. (Πῶς τὸ φουσκώνει ἔτσι ἐπιδέξια!). Νά, θὰ ἁρπάξω τώρα τὰ στιχάκια της, θὰ τὰ ἀντικρύσω μὲ δικά μου λόγια.

Φωνάζω τὴ στάχτη
νὰ μὲ ξαρματώσει.
Καλῶ τὴ στάχτη
μὲ τὸ συνθηματικό της ὄνομα: Ὅλα".

Φιλιά και μια όμορφη νύχτα!

mareld είπε...

Γλυκό μου αστεράκι!

Πόσο με συγκινείς..!!!

Ακούω Chanter la vie ( I have a dream ) και ο πόνος μου το έβαλε στα πόδια..
Σε ευχαριστώ καρδούλα μου..
Μου θύμησες τους ABBA.. τα φοιτητικά μου χρόνια εδώ στο πανεπιστήμιο..
Ελαφάκια με το παιδάκι τους έρχονται στην αυλή μου και τα ταϊζω μήλα το χειμώνα..

Είμαι καλύτερα..

"Λέξεις πικρὲς καὶ εἰρωνεία ξεπεταρούδι. Δυὸ λέξεις καὶ ὁ στίχος ἀκούγεται ντὰπ ντούπ, λὲς καὶ φοράει παπούτσια ἀπὸ σίδερο.

Ἕνα μικρὸ ποίημα. Κι ἂν ὃ μὴ γένοιτο
δὲν ἐπαρκέσει τελικὰ τὸ ὀξυγόνο
παρηγοριέσαι λὲς τουλάχιστον ἀπέφυγε
ἐκεῖνον τὸν χαμένο ποδαρόδρομο
ποὺ φάγανε στὴ μούρη τὰ μεγάλα
ξυπόλυτα δονκιχωτικά.

Μ᾿ ἀρέσει νὰ γυρνῶ στὰ ποίηματά της. Νὰ τὰ διαβάζω φωναχτά. Νὰ τὰ ἀκούω. Δὲ θὰ τὸ γράψω οὔτε καὶ θὰ τὸ πῶ ποτέ. Αὐτὴ ἔχει τὴν ποίηση καὶ πορεύεται. Τί νὰ τῆς κάνουνε οἱ ξένες λέξεις. Ψάχνουνε καὶ σκαλώνουνε στοὺς στίχους της, πᾶνε νὰ τοὺς ξηλώσουν, νὰ μελετήσουνε τὸ νῆμα ποὺ τοὺς δένει. Πέρασα τόσα χρόνια με ποιήματα καὶ ποίηση δὲν ξέρω τί θὰ πεῖ. Ἴσως, καλύτερα. Πάντως, ἂν μὲ ρωτοῦσε ἐξωγήινος τί σόι πράμα εἶναι τὰ ποιήματα καὶ γιὰ ποιὸ λόγο τὰ διαβάζουνε οἱ ἄνθρωποι, θὰ ἀπαντοῦσα: παρηγοριά. Οἱ ἄνθρωποι λένε μεταξὺ τοὺς ἱστορίες. Πιάνονται ἀπ᾿ τὶς λέξεις σὰν σὲ πόμολο. Πότε ἀνοίγει ἡ πόρτα, πότε ὄχι".

Στο μπαλκονάκι μου το ξύλινο..βρήκα το καλαθάκι σου και μου ζέστανε τη ψυχή..
κοιτάζω το χλωμό φεγγάρι..
Φιλιά ματάκια μου!
Όνειρα γλυκά!

Roadartist είπε...

"Στην φτώχια δεν αξίζει ένα πλούσιο όνειρο;"

..αξίζει..

Να έχεις μια όμορφη Κυριακή..εδώ προσπαθεί λίγο να δροσίσει.. ελπίζω να έρθει κ ο χειμώνας, έχει αργήσει πολύ!! Φιλιά mareld!

mareld είπε...

Φιλιά πολλά από μια Στοκχόλμη βροχερή!

Καλή σου βδομάδα!